Ετικέτες

24.7.17

Δύο παγίδες του διαβόλου

Σχετική εικόνα


Άγιος Νικόδημος Αγιορείτης – Εορτάζει στις 14 Ιουλίου

~ Πολλές εναι ο παγίδες που στήνει διάβολος, για να πιάσει τίς ψυχές τν νθρώπων καί νά τίς δηγήσει στόν λεθρο. Δυό π᾿ ατές εναι  ργία καί  πολυπραγμοσύνη.


Καί ργία, δηλαδή τό νά κάθεται κανείς καί νά σαπίζει σέ μιά ξιοκατάκριτη πραξία, καί πολυπραγμοσύνη, δηλαδή τό νά μπλέκεται κανείς μέ χίλιες ποθέσεις καί δουλιές, εναι μπόδια γιά τή σωτηρία.
Πολλοί χριστιανοί, προπαντός ο νέοι, περννε τή μέρα τους χωρίς ργασία. Περπατνε στίς πλατεες, μιλνε γιά τά διάφορα νέα, κοροϊδεύουν τούς διαβάτες, καί ταν πηγαίνουν στήν κκλησία, τό κάνουν γιατί δέν χουν νά κάνουν τίποτ᾿ λλο. τσι σπαταλνε τό χρόνο τους χωρίς κανένα κέρδος. Τό γιο Πνεμα στή Σοφία Σειράχ λέει, τι «πολλήν κακίαν δίδαξεν ργία»1.
Θά λέγαμε, τι διάβολος νοιξε να σχολείο πονηρίας καί κακίας, καί πειδή εδε πώς δέν παρκοσε διος γιά λα τά μαθήματα το κακο, βαλε τήν ργία σάν βοηθό-δάσκαλο, γιά νά κάνει ατή σα μαθήματα δέν πρόφταινε νά κάνει κενος!
Σ᾿ ατό λοιπόν τό σχολείο μαθαίνουν ο νθρωποι τίς μαρτίες γρήγορα καί χωρίς κόπο. Καί τίς μαθαίνει νεξαίρετα κάθε νθρωπος, γιατί καί ο πιό καθυστερημένοι στό μυαλό γίνονται μαθητές ξιοι νά προκόψουν στό κακό. δ μαθαίνει νθρωπος νά μαρτάνει μέ τό λογισμό, πιθυμώντας μέ τήν καρδιά το κενο πού δέν μπορε νά κάνει μέ τά ργα. «πιθυμίαι κνηρόν ποκτείνουσιν· ο γάρ προαιρονται α χερες ατο ποιεν τι»2.
Μερικές φορές κνηρός δέν κάνει τό κακό μέ τήν πράξη, γιατί χρειάζεται κάποιος κόπος. λλά μέ τούς πονηρούς λογισμούς τρέχει κάθε μέρα στήν καθαρσία.
Στούς λογισμούς το κνηρο καί φυγόπονου νθρώπου κολουθον σάν λυσίδα ο κατακρίσεις. Γιατί σο εναι μελής στά δικά του πράγματα καί στίς δικές του ποθέσεις, τόσο εναι πιμελής καί πρόθυμος στό νά ξετάζει τά ργα τν λλων. Καί ση περισσότερη δυσκολία χει στό νά ργάζεται, τόση εκολία χει στό νά μιλάει, πειδή ατό δέν παιτε κόπο. Γι᾿ ατό περνάει τίς μέρες του μέ κατακρίσεις. Κι ν γλώσσα γιάστηκε μέ τό βάπτισμα, ατός τή βεβηλώνει καί τή μολύνει.
πειτα, ποιος εναι χθρός το κόπου, εναι φίλος τν δονν. Καί δέν εχαριστιέται κνηρός, ν δέν πολαύσει τίς δονές. τσι παληθεύεται ρχαία παροιμία, πού λέει: «ργία μήτηρ πάσης κακίας».
Τό νερό πού μένει στάσιμο, γρήγορα βρωμίζει. έρας πού δέν νανεώνεται, σέ λίγο γίνεται νθυγιεινός. Ο στρατιώτες πού μένουν πρακτοι καί γύμναστοι, γίνονται μαλθακοί καί εκολα νικώνται. τσι καί ο πνευματικοί στρατιώτες το Χριστο μέ τήν ργία καί φυγοπονία γλιστράνε σιγά-σιγά σέ κάθε κακία.
ν μως ργία γεννάει πολλά κακά, δέν γενννε λιγότερα καί ο πολλές ποθέσεις, ο πολλές δουλειές καί ο πολλές μέριμνες. Γιατί ατές, λέει Κύριος, εναι σάν τ᾿ γκάθια, πού πνίγουν τό σπόρο τν θείων ντολν, καί τόν μποδίζουν ν᾿ αξηθε καί νά καρποφορήσει: «Τό δέ ες τς κάνθας πεσόν, οτοί εσιν ο κούσαντες, καί πό μεριμνν καί πλούτου καί δονν το βίου πορευόμενοι συμπνίγονται καί ο τελεσφοροσι”3.
Ο πολυάσχολοι νθρωποι δέν χουν καιρό γιά τήν κκλησία, δέν χουν καιρό γιά τό κήρυγμα, δέν χουν καιρό νά διαβάσουν να φέλιμο βιβλίο. Τή μιά δουλειά πιάνουν, τήν λλη φήνουν. Μοιάζουν μ᾿ να σκοινί δεμένο σέ χίλιους κόμπους, πού δέν πρόκειται ποτέ νά λυθε. Καί μ᾿ ατό τό τέχνασμα διάβολος τούς κρατάει δεμένους κι αχμαλωτισμένους. κόμα κι ν θελήσουν νά ξεφύγουν πό τά χέρια του, δέν βρίσκουν διέξοδο, γιατί παμπόνηρος τούς πνίγει μέ μεγαλύτερες ποθέσεις καί μέριμνες. τσι δέν χουν καιρό χι νά κάνουν τό καλό, μά οτε κάν νά τό σκεφθον. Ο καθημερινές φροντίδες καί ποθέσεις γίνονται παγίδες, πού τούς κολλνε στή γ καί τά γήινα. μλλον ατές ο φροντίδες κολλνε στήν καρδιά τους, πως κισσός στά δέντρα, καί πομυζον κάθε στάλα ελάβειας πού χουν.
λλά κι ν τούς μείνει λίγος χρόνος γιά νά κάνουν κανένα καλό, πς νά τό κάνουν τό καλό πως πρέπει; Ο μανιώδεις κυνηγοί, κόμα κι ταν κοιμονται, νειρεύονται τά θηράματα πού πιάνουν κενα πού τούς φεύγουν. τσι, τό σμα τους βρίσκεται στό κρεβάτι καί νος τους στά δάση. Τό διο συμβαίνει καί μέ κείνους πού καταγίνονται μέ πολλές ποθέσεις καί φροντίδες. Βρίσκονται στήν κκλησία, καί νος τους τρέχει πό δω κι πό κε: Πς θά κάνουν ατή τή δουλειά, πς θά τελειώσουν κείνη τήν πόθεση… Τό σμα τους εναι στήν κκλησία, καί νος τους στίς πλατεες. Καί ταν κοιμονται κόμα, νειρεύονται διάφορες ποθέσεις καί φροντίδες: “Περί τροφς φροντίς· γυναικός φυλακή· οκου πιμέλεια· οκετν προστασίαι· α κατά τά συμβόλαια βλάβαι· α ν τος δικαστηρίοις συμπλοκαί· τς μπορίας ο κίνδυνοι· α τς γεωργίας διαπονήσεις… Πσα μέρα δίαν κει φέρουσα τς ψυχής πισκότισιν· καί α νύκτες, τας φροντίδας παραλαβοσαι, ν τας ατας φαντασίαις ξαπατσι τόν νον»4.
Κι ν βρίσκεσαι σέ τέτοιο περισπασμό, σέ τέτοια ταραχή, νομίζεις πώς θά σο μιλήσει καί θά σέ φωτίσει Θεός;
Μά σύ, ταν διηγείσαι σ᾿ να φίλο σου κάποιο γεγονός κι κενος δέν σέ προσέχει, δέν σταματάς νά το μιλς; Πς θέλεις πειτα νά μιλάει Θεός στήν καρδιά σου, τή στιγμή πού εναι γεμάτη μ᾿ κατό λογισμούς καί δέν χει χρο γιά τή δική Του φωνή;
Γιά νά λυτρωθες μως ετε πό τήν ργία ετε πό τήν πολυμεριμνία, πρέπει νά κατανοήσεις τό σκοπό γιά τόν ποο γεννήθηκες στόν κόσμο.
Καί σκοπός ατός δέν εναι λλος, πό τήν κερδοφόρα ξιοποίηση το χρόνου σου γιά τήν φέλεια τς ψυχς σου, γιά τή σωτηρία σου. διος Θεός πάντοτε καί «ως ρτι ργάζεται»5.
Πολύ περισσότερο μες «δε ργάζεσθαι ως μέρα στίν· ρχεται γάρ νύξ τε οδείς δύναται ργάζεσθαι»6. ς πολλαπλασσιάσουμε τά τάλαντα πού μς χει δώσει Κύριος, λέγοντας: «Πραγματεύσασθε ως ρχομαι»7. ταν ρθει, θά εναι ργά πιά γιά πνευματικές πενδύσεις.
Τόσο πολύτιμος λοιπόν εναι καιρός τς παρούσης ζως, πού κι ν μαζεύονταν λοι ο ρήτορες το κόσμου, δέν θά μποροσαν νά παραστήσουν κανοποιητικά τήν ξία του. πειδή καιρός πού μς δίνει Θεός γιά νά κερδίσουμε τόν παράδεισο ξίζει τόσο, σο καί διος παράδεισος. Τώρα καταλαβαίνεις τήν ξία το χρόνου πού χεις γιά νά μετανοήσεις. Γιατί θά ρθει ξαφνικά θάνατος, καί τότε θά ζητς μιά στιγμή γιά μετάνοια, καί δέν θά τήν χεις.
Διηγονται γιά ναν ρχοντα, πού ταν πολλά χρόνια γραμματέας κάποιου βασιλιά, πώς ταν φτασε στό τέλος τς ζως του, κλαιγε παρηγόρητα, λέγοντας: «λλοίμονο σέ μένα, πού ξόδεψα τόσα φορτία χαρτιο γιά νά γράφω τά γράμματα το βασιλιά, καί δέν βρκα λίγο καιρό γιά νά γράψω σέ μισό φύλλο χαρτί τίς μαρτίες μου. λλοίμονο! λλοίμονο!».
να παρόμοιο θρνο θά κάνεις κι σύ, γαπητέ, στό τέλος τς ζως σου, ν ξόδεψες τά χρόνια σου ετε μέσα στήν ργία, ετε, ντίθετα, μέσα στίς πολλές σχολίες, καί δέν φρόντισες γιά τήν καλλιέργεια τς ψυχς σου. Λοιπόν, ξύπνα πό τόν πνευματικό πνο. Μοιάσε στό στρατοκόπο κενο, πού πέφτει μεσόστρατα νά κοιμηθε, λλά σέ λίγο, σάν συλλογιστε πόσο ο σύντροφοί του χουν προχωρήσει, σηκώνεται καί συνεχίζει βιαστικά.
χεις χάσει κι σύ τόσον καιρό. Πρέπει τώρα νά τόν πάρεις πίσω, ζώντας, «μή ς σοφος, λλ᾿ ς σοφός, ξαγοραζόμενος τόν καιρόν, τι α μέραι πονηραί εσιν»8.

1 33 : 28. 2 Παρ. 21 : 25. 3 Λουκ. Η΄ : 14 4 Μεγ. Βασιλείου, πιστ. Α΄. 5 ω. ε΄ : 17 6 ω. Θ΄ : 4 7 Λουκ. Ιθ΄: 13 8 φ. Ε΄ : 15-16.
πό τό βιβλίο: «ΜΑΘΗΤΕΙΑ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΝΙΚΟΔΗΜΟ», κδόσεις: Ι. Μ. Παρακλήτου ρωπός ττικς
πηγή: http://alopsis.gr


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα σχόλια σας θα πρέπει να αναφέρονται στη συγκεκριμένη ανάρτηση και να διατυπώνονται κόσμια ακόμα και αν διαφωνείτε.

Παρακαλούμε να χρησιμοποιείτε ελληνικούς χαρακτήρες.