Η λέξη «ψυχαγωγία», σύμφωνα με μια νόστιμη παρετυμολογική ερμηνεία, παράγεται από τις λέξεις «ψύχος» και «αγωγός». Σωλήνας, δηλαδή, από τον οποίο διέρχεται, ψύχος, δροσιά. Διηγούνται ότι στην αρχαία Αθήνα, οι δούλοι, τα «δορυάλωτα ανδράποδα», οι αιχμάλωτοι πολέμου, όπως περιφρονητικώς τους ονόμαζαν, καταδικάζονταν διά βίου στα λατομεία και στην εξόρυξη μετάλλων. Η μεταχείριση ήταν απάνθρωπη, ισοδυναμούσε με καταδίκη σε αργό θάνατο. Δούλευαν-κυριολεκτεί η λέξη-στα βάθη της γης, εν μέσω πνιγηρής, μολυσμένης ατμόσφαιρας. Η μόνη τους παρηγορία και αναψυχή ήταν οι ανάσες καθαρού, ψυχρού αέρα, που μετέφεραν σωλήνες, αγωγοί, οι οποίοι έφταναν ως την επιφάνεια. Αυτοί οι «ψυχο-αγωγοί» ήταν η μόνη τους ευχαρίστηση. Από δω, κατά την, επαναλαμβάνω, παρετυμολογία, προήλθε η λέξη «ψυχαγωγία».