Ποία η διαφορά μεταξύ μάρτυρος, ιερομάρτυρος κλπ. Και πώς πρέπει να μνημονεύωνται;
Η Εκκλησία μας χωρίζει τους αγίους της σε διάφορες κατηγορίες, ανάλογα με την ιδιότητα και την ιδιαιτέρα υπηρεσία που προσέφεραν σ’ αυτήν. Έτσι στην ευχή της αναφοράς του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, βλέπομε εκτός από τη Θεοτόκο και τον Πρόδρομο, να απαριθμούνται οι διάφορες τάξεις των αγίων «Προπατόρων, Πατέρων, Πατριαρχών, Προφητών, Αποστόλων, Κηρύκων, Ευαγγελιστών, Μαρτύρων, Ομολογητών, Εγκρατευτών».
Την ιδία περίπου διαίρεσι των αγίων ξαναβρίσκομε και στην Προσκομιδή, όπου κάθε μία σχεδόν από τις εννέα μερίδες προς τιμήν των αγίων, αντιστοιχεί περίπου σε μία κατηγορία, αφού προσφέρονται ιδιαίτερες μερίδες για τους Αγγέλους, τους Μάρτυρας, τους Ασκητάς κλπ.
Και στον αρχαίο ύμνο της ακολουθίας του Μεγάλου Αποδείπνου, που αρχίζει με την φράσι «Παναγία Δέσποινα, Θεοτόκε, πρέσβευε υπέρ ημών των αμαρτωλών» ακολουθεί σειρά επικλήσεων στους Αγγέλους, στον Πρόδρομο, στους Αποστόλους, Προφήτας και Μάρτυρας, στους οσίους και θεοφόρους Πατέρας, ποιμένας και διδασκάλους της Εκκλησίας. Αυτούς απαριθμεί και το γνωστό τροπάριο «Απόστολοι, Μάρτυρες και Προφήται, Ιεράρχαι, Όσιοι και Δίκαιοι», που συχνά ψάλλομε σαν απολυτίκιο την ημέρα του Σαββάτου.
Και για να ιδούμε κάθε μία κατηγορία ξεχωριστά: όταν λέμε Προφήτης εννοούμε, όπως είναι φανερό, τους αγίους εκείνους άνδρες και γυναίκες, που κατά την προ Χριστού περίοδο απ’ αρχής μέχρι και τον Ιωάννη τον Βαπτιστή, εκήρυξαν στον Ιουδαϊκό λαό τον λόγο του Θεού και προφήτευσαν την έλευσι του Μεσσίου, όπως ο Μωυσής, ο Ηλίας, ο Ησαΐας και άλλοι.
Προπάτορες είναι κυρίως οι πρόγονοι του Χριστού, από του Αδάμ μέχρι και των αμέσων κατά σάρκα προγόνων Του, μα και ευρύτερα όλοι οι άγιοι άνδρες της Παλαιάς Διαθήκης, που έζησαν πριν από τον Χριστό, οι «Δίκαιοι», όπως ο Ενώχ, ο Νώε, ο Έσδρας κλπ. Απόστολοι, όπως ξεύρομε, είναι οι άμεσοι μαθηταί του Χριστού, οι δώδεκα και οι εβδομήκοντα, όπως ο Πέτρος και Παύλος, ο Ανδρέας, ο Κλεώπας, αλλά και οι πρώτο μαθηταί των Αποστόλων, που εκήρυξαν κι αυτοί το ευαγγέλιο, όπως ο Τίτος, ο Τιμόθεος, ο Σίλας και άλλοι.
Στην κατηγορία αυτή ανήκουν και οι Ευαγγελισταί, οι τέσσαρες δηλαδή Απόστολοι που έγραψαν τα ισάριθμα κανονικά Ευαγγέλια και οι Ισαπόστολοι, αλλά που προσέφερα τότε μεγάλες υπηρεσίες στον Χριστιανισμό, που από ευγνωμοσύνη τους αναγνωρίσθηκε από την Εκκλησία ίση αξία με τους Αποστόλους, όπως στον πρώτο Χριστιανό αυτοκράτορα Κωνσταντίνο και στην μητέρα του Ελένη, στην Φωτεινή την Σαμαρείτιδα, στην Όλγα των Ρώσων κλπ.
Μάρτυρες είναι οι πιστοί εκείνοι χριστιανοί, που από τον Πρωτομάρτυρα Στέφανο μέχρι και τους συγχρόνους μας νεομάρτυρας, προτίμησαν τον θάνατο και τον πιο φρικτό ακόμη, αρκεί να μην αρνηθούν τον Χριστό και προδώσουν την πίστι Εκείνου, που πρώτος εμαρτύρησε για την σωτηρία όλων μας.
Σ’ αυτούς υπάγονται και οι Ιερομάρτυρες, οι κληρικοί δηλαδή μάρτυρες, όπως ο Χαραλάμπης, ο Βλάσιος, ο Ερμόλαος και άλλοι, οι Οσιομάρτυρες, οι μοναχοί δηλαδή μάρτυρες, όπως ο Νίκων (2 ή 3 Μαρτίου) και η Ευγενία, οι Μεγαλομάρτυρες, οι πιο φημισμένοι δηλαδή μάρτυρες, που υπέφεραν, πριν πεθάνουν, τα πιο φρικτά βασανιστήρια για να ξαναγυρίσουν στην ειδωλολατρεία, όπως είναι ο Γεώργιος, ο Δημήτριος, οι Θεόδωροι και άλλοι, αι Παρθενομάρτυρες, αι γυναίκες – παρθένοι που μαρτύρησαν για τον Χριστό, όπως η Βαρβάρα, η Αικατερίνη και άλλες, αι Οσιοπαρθενομάρτυρες, αι μοναχαί δηλαδή μάρτυρες, όπως η Παρασκευή, και τέλος οι Νεομάρτυρες, οι σύγχρονοί μας δηλαδή χριστιανοί, που βασανίστηκαν και σκοτώθηκαν από τους Τούρκους γιατί αρνήθηκαν να αλλάξουν την πίστι των, όπως ο Γεώργιος ο εξ Ιωαννίνων, ο Θεόδωρος ο Βυζάντιος, ο Γεώργιος ο Χιοπολίτης και πολλοί άλλοι.
Σχετική με την κατηγορία των Μαρτύρων είναι και η τάξις των Ομολογητών. Αυτοί είναι οι χριστιανοί, που στην εποχή των διωγμών σύρθηκαν στα ειδωλολατρικά δικαστήρια, ωμολόγησαν την πίστι των στον Χριστό, τους υπέβαλαν σε μαρτύρια για να Τον αρνηθούν, αλλά για τον ένα ή τον άλλο λόγο δεν θανατώθηκαν όπως οι μάρτυρες.
Τέτοιοι είναι ο Χαρίτων, ο Μάξιμος και άλλοι. Όσιοι πάλι είναι οι μοναχοί εκείνοι, άνδρες ή γυναίκες (οσίαι), που έζησαν υποδειγματική μοναχική ζωή και δεν προσέφεραν μεν το αίμα των, αλλά θυσίασαν την ζωήν των και με καθημερινό «μαρτύριο της συνειδήσεως» κέρδισαν τον ουρανό».
Στην τάξι αυτή ανήκουν ο Αντώνιος, ο Ευθύμιος, ο Σάββας, ο Αθανάσιος ο εν τω Άθω, η Ευφροσύνη και πλήθος άλλων ανδρών και γυναικών.
Ιεράρχαι και Διδάσκαλοι είναι οι μεγάλοι εκείνοι επίσκοποι, που με αγιότητα και φρόνησι ποίμαναν τον λαό του Θεού και δίδαξαν προφορικά ή γραπτά τον λόγο της αληθείας, όπως οι τρεις Ιεράρχαι Βασίλειος, Γρηγόριος και Ιωάννης, ο Αθανάσιος και άλλοι.
Τέλος ο τίτλος Πατέρες δίδεται στην κυριολεξία του μεν στους κληρικούς εκείνους, που διεκρίθησαν για την αγιότητα του βίου των και την ορθή των διδασκαλία, που διετύπωσαν στα σοφά των συγγράμματα, αλλά και γενικά σ’ όλους τους αγίους κληρικούς και μοναχούς.
Όλους αυτούς τους αγίους επικαλείται η Εκκλησία κατά τις διάφορες ακολουθίες της, σαν πρεσβευτάς και με τις προσευχές των ελπίζει πως τα αιτήματά της θα γίνουν πιο ευπρόσδεκτα από τον Θεό. Δεν υπάρχει τελετή, ευχή ή μυστήριο, στο οποίο να μην απαριθμούνται αρκετοί από τους αγίους.
Και στο «Σώσον ο Θεός τον λαόν σου» της ακολουθίας του όρθρου και στην λιτή, στην ευλόγησι των άρτων, στην ακολουθία του αγιασμού και σ’ όλες τις απολύσεις, αναφέρονται με το όνομα των πολλοί μεγάλοι και οικουμενικοί άγιοι και προστίθενται άλλοι τοπικοί και ο άγιος της ημέρας. Και για μεν τους πρώτους δεν υπάρχει δυσκολία, γιατί μέσα στα έντυπα λειτουργικά μας βιβλία γράφεται ο σωστός τρόπος και τα επίθετα, που κατά την εκκλησιαστική τάξι συνοδεύουν κάθε ένα από αυτούς.
Η δυσκολία κυρίως βρίσκεται στην προσθήκη στο τέλος κάθε απολύσεως του αγίου της ημέρας. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις, που ακούμε να γίνεται αυτό όχι με τον παραδεδομένο σωστό τρόπο. Μερικοί ιερείς, και θεολόγοι ακόμη, δεν καταβάλλουν μία μικρή προσπάθεια να είναι άψογοι και σ’ αυτό.
Δεν είναι εξ άλλου τόσο πολύ δύσκολο, όσο ίσως φαίνεται. Αρκεί να προσέξωμε την κατηγορία, στην οποία κατατάσσει η Εκκλησία τον άγιο, και τα επίθετα που την συνοδεύουν.
Έτσι όταν είναι προφήτης, θα ειπούμε: «Του αγίου και ενδόξου προφήτου…», όταν πρόκειται για δίκαιο ή προπάτορα πάλι, θα ειπούμε: «Του αγίου και δικαίου…», όταν απόστολος: «Του αγίου ενδόξου και πανευφήμου αποστόλου…», όταν ευαγγελιστής: «Του αγίου, ενδόξου, πανευφήμου αποστόλου και ευαγγελιστού…», όταν μάρτυς: «Του αγίου και ενδόξου μάρτυρος (μεγαλομάρτυρος, οσιομάρτυρος, ομολογητού, νεομάρτυρος κλπ.)…» όταν όσιος: «Του οσίου και θεοφόρου πατρός ημών…», όταν ιεράρχης: «Του εν αγίοις πατρός ημών…», όταν μάρτυς γυναίκα: «Της αγίας και ενδόξου μάρτυρος (μεγαλομάρτυρος, παρθενομάρτυρος, οσιοπαρθενομάρτυρος)…». Όταν οσία : «Της οσίας μητρός ημών…» κλπ.
Ωρισμένοι άγιοι έχουν ιδικά των επίθετα, όπως ο Πρόδρομος («Του τιμίου και ενδόξου προφήτου, Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου»), ο Ιωάννης ο Θεολόγος («Του αγίου ενδόξου αποστόλου και ευαγγελιστού, παρθένου, ηγαπημένου, επιστηθίου φίλου του Χριστού, Ιωάννου του Θεολόγου»), η αγία Μαγδαληνή («Της αγίας ενδόξου μυροφόρου και ισαποστόλου Μαρίας της Μαγδαληνής»), οι άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη («Των αγίων ενδόξων θεοστέπτων βασιλέων και ισαποστόλων…») και άλλοι.
Μετά από το όνομα κάθε αγίου, ακολουθεί το ιδιαίτερο επίθετο, με το οποίο ειδικά προσδιορίζεται και διακρίνεται από τους συνωνύμους του, κι αυτό είναι για μεν τους ιεράρχας το όνομα της μητροπόλεως ή επαρχίας των και για τους άλλους μεγάλους αγίους ένα άλλο, που οφείλεται σε κάποια ιδιαιτέρα ιδιότητά των, όπως π.χ. «του θαυματουργού», «του μυροβλήτου», «του ηγιασμένου», «του μεγάλου» «του τροπαιοφόρου», «του θεοφόρου» κλπ.
Ιδιαιτέρα προσοχή χρειάζεται, όταν το όνομα του εορταζομένου αγίου βρίσκεται μέσα στον κατά παράδοσι κατάλογο των αγίων, που μνημονεύουμε στις ανωτέρω περιπτώσεις. Τότε το όνομά του δεν θα μνημονευθή εκεί, αλλά στο τέλος μαζί με την φράσι «ου και την μνήμην επιτελούμεν» ή «ου την ανάμνησιν της ανακομιδής των αγίων λειψάνων εορτάζομεν». Το ίδιο ισχύει όταν πρόκειται για την ύψωσι, την πρόοδο, την εύρεσι, προσκύνησι ή εμφάνισι του τιμίου Σταυρού, για την σύλληψι, γέννησι, αποτομή και εύρεσι της κεφαλής του τιμίου Προδρόμου, για τις εορτές της Θεοτόκου και των Θεομητορικών αμφίων κλπ.
Με λίγη εκ των προτέρων ετοιμασία και με ελαχίστη καλή θέλησι, ο ιερεύς μπορεί να είναι άμεμπτος και στο σημείο αυτό της εκκλησιαστικής ακολουθίας, που ίσως είναι μικρό και λίγοι θα το προσέξουν, μα που γι’ αυτούς που ξεύρουν, λέγει πολλά για την προσοχή και τον καταρτισμό του ιερέως.
Από το βιβλίο του αειμνήστου Καθηγητού της Θεολογικής σχολής του Α.Π.Θ.,
Ιωάννου Μ. Φουντούλη: Απαντήσεις εις Λειτουργικάς απορίας. Τόμος Α”. ΣΤ’ έκδοσις.
Εκδόσεις της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι, 1991.
Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια σας θα πρέπει να αναφέρονται στη συγκεκριμένη ανάρτηση και να διατυπώνονται κόσμια ακόμα και αν διαφωνείτε.
Παρακαλούμε να χρησιμοποιείτε ελληνικούς χαρακτήρες.