Η περικοπή που θα αναλύσουμε παρακάτω είναι το κεφάλαιο 22 (στ.1-19) της Γενέσεως και πιο συγκεκριμένα η θυσία του Αβραάμ. Στο περιστατικό της περικοπής μας ο Αβραάμ αποδεικνύεται ήρωας πίστεως, γιατί υπάκουσε χωρίς γογγυσμό στο σκληρό αίτημα του Θεού: Να Του θυσιάσει τον αγαπημένο του Υιό τον Ισαάκ. Η υπακοή αυτή του Αβραάμ ήταν πραγματικά ένα μεγάλο άλμα πίστεως, γιατί πέρα από τον πόνο του, ως πατέρας για τη θυσία του υιού του, θα τέθηκε και σε δοκιμασία και η ίδια η πίστη του: πως θα εκπληρωνόταν οι επαγγελίες του Θεού δια του Ισαάκ, αφού θα θυσιαζόταν; Αλλά πίστευε ότι ο Θεός μπορεί να αναστήσει και εκ νεκρών τον Ισαάκ, για να εκπληρώσει τις υποσχέσεις του.
9.10.19
Η ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΣΟΔΟΜΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΓΟΜΟΡΡΩΝ
Μετά τη φιλοξενία του Αβραάμ, όταν ο Κύριος έφευγε από το σπίτι του είπε στον Αβραάμ: «Η κακή φήμη των Σοδόμων και των Γομόρρων διαδόθηκε πολύ και η αμαρτία τους είναι πολύ βαριά. Θα κατεβώ, λοιπόν, να εξακριβώσω αν αληθεύουν όλες αυτές οι διαδόσεις που έφτασαν ως εμένα». Οι δυο άγγελοι έφυγαν από το σπίτι του Αβραάμ και κατευθύνθηκαν προς τα Σόδομα. Αλλά ο Κύριος παρέμεινε ακόμη μαζί με τον Αβραάμ.
Πλησίασε τότε ο Αβραάμ και του είπε: «θα καταστρέψεις τους δικαίους μαζί με τους αμαρτωλούς; Ίσως υπάρχουν κάποιοι δίκαιοι στην πόλη. θα τους καταστρέψεις κι αυτούς; Δε θα συγχωρήσεις την περιοχή για χάρη των λίγων δικαίων που βρίσκονται σ' αυτήν; Δε γίνεται να θανατώσεις δικαίους κι αμαρτωλούς μαζί, σαν να ήταν όλοι το ίδιο. Δεν είναι δυνατό! Ο κριτής όλης της γης δεν πρέπει να αποδώσει δικαιοσύνη;»
Ο Κύριος του απάντησε: «Αν βρω στην πόλη των Σοδόμων έστω και δέκα δικαίους, δε θα καταστρέψω την πόλη και την περιοχή για χάρη των δέκα».
Η ΦΙΛΟΞΕΝΙΑ ΤΟΥ ΑΒΡΑΑΜ
Γιά τό δόγμα τῆς ῾Αγίας Τριάδος, ἐκτός ἀπό τάς ρητάς μαρτυρίας τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἔχομεν καί ὑπαινιγμούς εἰς τήν Παλαιάν Διαθήκην. ῞Ενας ἀπό αὐτούς τούς ὑπαινιγμούς εἶναι καί ἡ ἐμφάνισις τοῦ Θεοῦ εἰς τόν ᾿Αβραάμ ὑπό τήν μορφήν τριῶν ἀνδρῶν.
῞Οπως μᾶς πληροφορεῖ τό βιβλίον τῆς Γενέσεως (18,1 ἑξ.), ἐνῷ ὁ ᾿Αβραάμ ἐκάθητο πλησίον τῆς δρυός Μαμβρῆ, ὅπου εἶχε στήσει τήν σκηνήν του, τόν ἐπεσκέφθησαν τρεῖς ἄγνωστοι εἰς αὐτόν ἄνδρες. ῾Ο Πατριάρχης τούς ὑπεδέχθη μέ ἐγκαρδιότητα καί ἀγάπην, παρ᾿ ὅλον πού τοῦ ἦσαν ἄγνωστοι. ᾿Ακολούθως τούς παρέθεσε πλουσίαν τράπεζαν. Κατά τήν συζήτησιν οἱ μυστηριώδεις ἐπισκέπται ἀνήγγειλαν εἰς τόν ᾿Αβραάμ ὅτι ἡ γυναῖκα του ἡ Σάρρα θά ἀπέκτα παιδί ἐντός ἑνός ἔτους, ὅπως καί ἔγινεν.
ΑΒΡΑΑΜ ΚΑΙ ΛΩΤ
Αβραάμ και Μελχισεδέκ
|
Ο Αβραάμ μετά τη φυγή από την Αίγυπτο πήγε προς το νότιο τμήμα της Χαναάν, μαζί με τη γυναίκα του τη Σάρρα και το Λωτ. Προχώρησε προς τη Βαιθήλ όπου εγκαταστάθηκε. Και ο Αβραάμ και ο Λωτ είχαν αποκτήσει αρκετά πρόβατα, βόδια και σκηνές. Η χώρα όμως δεν επαρκούσε για να κατοικήσουν και οι δύο μαζί, γιατί τα υπάρχοντα τους ήταν πάρα πολλά. Οι βοσκοί του Αβραάμ μάλωναν με τους βοσκούς του Λωτ.
Ο Αβραάμ για να μην υπάρχει διαμάχη μεταξύ τους είπε στο Λωτ να διαλέξει την περιοχή που ήθελε να εγκατασταθεί. Ο Λωτ καθώς ήταν πλεονέκτης, διάλεξε την πιο εύφορη πεδιάδα που βρισκόταν στον ποταμό Ιορδάνη. Η επιλογή του όμως αυτή τον έφερε κοντά στην περιοχή των Σοδόμων και των Γομόρρων. Πριν καταστρέψει ο Κύριος τα Σόδομα και τα Γόμορρα, η περιοχή ήταν σαν παράδεισος, σαν τη χώρα της Αιγύπτου.
Έτσι ο Αβραάμ έμεινε στη Χαναάν ενώ ο Λωτ έστησε τις σκηνές του κοντά στα Σόδομα. Οι άνθρωποι όμως των Σοδόμων και των Γομόρρων ήταν πολύ κακοί και πάρα πολύ αμαρτωλοί ενώπιον του Κυρίου (Γένεση 13,1-13).