4,2 Ἐν τῷ ἐπικαλεῖσθαί με εἰσήκουσάς
μου, ὁ Θεὸς τῆς δικαιοσύνης μου· ἐν
θλίψει ἐπλάτυνάς με.Οἰκτείρησόν με καὶ
3 Υἱοὶ ἀνθρώπων, ἕως πότε βαρυκάρδιοι;
Ἱνατί ἀγαπᾶτε ματαιότητα καὶ ζητεῖτε
ψεῦδος; (Διάψαλμα).
4 Καὶ γνῶτε ὅτι ἐθαυμάστωσε Κύριος τὸν
ὅσιον αὐτοῦ· Κύριοςεἰσακούσεταί μου ἐν
τῷ κεκραγέναι με πρὸς αὐτόν
5 Ὀργίζεσθε, καὶ μὴ ἁμαρτάνετε· ἃ λέγετε
ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν, ἐπὶ ταῖς κοίταις ὑμῶν κατανύγητε. (Διάψαλμα).
6 Θύσατε θυσίαν δικαιοσύνης καὶ ἐλπί -
σατε ἐπὶ Κύριον.
7 Πολλοὶ λέγουσι· τίς δείξει ἡμῖν τὰ ἀγαθά;
᾿Εσημειώθη ἐφ᾿ ἡμᾶς τὸ φῶς τοῦ προσώπου σου, Κύριε.
8 Ἔδωκας εὐφροσύνην εἰς τὴν καρδίαν μου· ἀπὸ καρποῦ σίτου, οἴνου καὶ ἐλαίου αὐτῶν ἐπληθύνθησαν.
9 Ἐν εἰρήνῃ ἐπὶ τὸ αὐτὸ κοιμηθήσομαι
καὶ ὑπνώσω, ὅτι σύ, Κύριε, κατὰ μόνας ἐπ᾿
ἐλπίδι κατῴκισάς με.
|
4,2 Ὁσάκις σέ ἐπικαλέστηκα, ὦ Θεέ,
πού ὑπερασπίζεσαι τό δίκαιο,
μέ ἄκουσες.Στίς θλίψεις μου μοῦ ἔδινες ἀνακούφιση. Σπλαγχνίσου με (λοιπόν καί τώρα) καί ἄκουσε τήν προσευχή μου.
3 Υἱοί τῶν ἀνθρώπων μέχρι πότε θά εἶστε δύσκολοι στό νά κατανοεῖτε;
Γιατί θέλετε (νά διαδίδετε ἐναντίον μου)
ἀσύστατα πράγματα καί νά λαλεῖτε ψέματα;
4 Γνωρῖστε ὅτι ὁ Κύριος ἔδειξε χάρη
κατά θαυμαστό τρόπο στόν δοῦλο του (ἐμένα). Ὁ Κύριος μέ εἰσακούει, ὅταν κράζω σ᾽ Αὐτόν.
5 Ὅταν θυμώνετε (ἐναντίον μου), μήν ἐκδηλώνετε περισσότερο μέ λέξεις καί πράξεις) τόν θυμό σας· ὅσα (θυμώδη) λέγετε, ἄς μένουν στήν καρδιά σας μήν τά ἐκδηλώνετε περισσότερο)· καί σιωπᾶτε τά ὅσα συλλογίζεστε στούς κοιτῶνες σας (ἐναντίον μου).
6 Προσφέρετε θυσία μέ καθαρή καρδιά
καί ἔχετε τήν ἐλπίδα σας στόν Κύριο.
7 Πολλοί λέγουν: «Ποιός θά μᾶς φέρει
τά ἀναγκαῖα (γιά τήν ζωή);».
Ἔλαμψε πάνω μας τό φῶς Σου, Κύριε.
8 Ἔδωσες πλούσια χαρά στήν καρδιά μου
(περισσότερη ἀπό αὐτήν πού λέγουν
ὅτι ἔχουν οἱ ἀντίθετοι ἐπειδή)· (αὐτοί) εἶναι χορτασμένοι ἀπό σῖτο, οἶνο καί ἔλαιο.
9 Εἰρηνικά (λοιπόν) θά πέσω γιά νά κοιμηθῶ καί θά ὑπνώσω, γιατί Ἐσύ, Κύριε, ἀσφαλισμένο ἀπό τούς ἐχθρούς μου,μέ ἔκανες νά ζῶ μέ ἐλπίδα.
|
1. Ὁ παρών ψαλμός μᾶς δίδει ἕνα σπουδαῖο νόημα. Ὁ ποιητής του, ὁ ὁποῖος εἶναι ἕνας πολύ πνευματικός ἄνθρωπος, εἶχε κάποια διαφωνία καί διένεξη μέ μερικούς, τούς ὁποίους ὀνομάζει «υἱούς ἀνθρώπων» (στίχ. 3). Ἡδιαφωνία του μέ αὐτούς σέ κάποιο σοβαρό θέμα, γιά τό ὁποῖο θά μιλήσουμε παρακάτω, ἔκανε αὐτούς τούς ἀνθρώπους νά γίνονται σκληροί στόν ποιητή μας, νά γίνονται «βαρυκάρδιοι», ὅπως τούς λέγει ὁ ψαλμός μας (στίχ. 3). Μιλοῦσαν δηλαδή μέ σκληρότητα πρός τόν ποιητή καί ἔλεγαν εἰς βάρος του «μάταια», δηλαδή, ἀσύστατα πράγματα (στίχ. 3). Ἔλεγαν ψευδεῖς κατηγορίες ἐναντίον του. Γι᾽ αὐτό καί ὁ ποιητής μας τούς λέγει: «Υἱοί ἀνθρώπων, ἕως πότε βαρυκάρδιοι; Ἱνατί ἀγαπᾶτε ματαιότητα καί ζητεῖτε ψεῦδος;» (στίχ.3). Οἱ κατηγορίες αὐτές τῶν κακῶν ἀνθρώπων ἐναντίον τοῦ ποιητοῦ μας τον ἔθλιβαν πολύ. Ἀλλά, σάν πνευματικός ἄνθρωπος αὐτός, κατέφευγε στόν Θεό,γιά νά λάβει ἐνίσχυση καί προστασία. Μάλιστα ὁ ψαλμωδός θυμᾶται ὅτι και σέ προηγούμενα χρόνια δοκίμαζε θλίψεις, ἀλλά κατέφευγε στόν Θεό καί πάντοτε ἔβρισκε ἀνακούφιση. Γι᾽ αὐτό καί λέγει ἐδῶ στόν ψαλμό μας: «Ἐν τῷ ἐπικαλεῖσθέ με», ὁσάκις, δηλαδή, ἔκανα τήν προσευχή μου, «εἰσήκουσάς μου ὁ Θεός τῆς δικαιοσύνης» (στίχ. 2). Ἔτσι ὁ ποιητής μας ἔχει καί τώρα τήνπεποίθηση ὅτι ὁ Θεός θά τόν βοηθήσει καί θά τοῦ πάρει τήν θλίψη πού δοκιμάζει. «Οἰκτείρησόν με», λέγει στόν Θεό, «καί εἰσάκουσον τῆς προσευχῆς μου» (στίχ. 2). Καί καλεῖ τούς συκοφάντες του νά μάθουν ὅτι ὁ Θεός πάντοτε τόν σώζει καί πάντοτε τόν προστατεύει. Πάντοτε ἀκούει τίς προσευχές του.«Γνῶτε – τούς λέγει – ὅτι ἐθαυμάστωσε Κύριος τόν ὅσιον αὐτοῦ. Κύριος εἰσακούσεταί μου ἐν τῷ κεκραγέναι με πρός αὐτόν» (στίχ. 4).
2. Ὁ ποιητής μας ἐπιτρέπει στούς κατηγόρους του νά ὀργίζονται ἐναν- τίον του. Ἀλλά, ἄς συγκρατοῦνται καί ἄς μή προχωροῦν σέ ἔργα ὀργῆς ἐναντίον του. «Ὀργίζεσθε καί μή ἁμαρτάνετε», τούς λέγει (στίχ. 4). Πάλι ὁ ποιητής μας ἐπιτρέπει στούς ἀντιπάλους του νά θυμώνουν μέσα τους και μέσα στούς κοιτῶνες τους ἐναντίον του (στίχ. 5), ἀλλά νά σιωποῦν καί να μή λέγουν στούς ἄλλους τά ὅσα σκέπτονται. Αὐτό σημαίνει τό «λέγετε ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν καί ἐπί ταῖς κοίταις ὑμῶν κατανύγητε» (στίχ. 5).
3. Ἀλλά δέν εἴπαμε ἀκόμη τό θέμα, τό ὁποῖο δημιούργησε τήν στροφή πολλῶν ἀνθρώπων ἐναντίον τοῦ ποιητοῦ μας, τόν ὁποῖον εἰρωνεύονταν καί συκοφαντοῦσαν. Τό θέμα εἶναι μιά οἰκονομική κρίση πού συνέβηκε ἐκεῖνο τόν καιρό στό Ἰσραήλ καί ὁ ποιητής μας ἔδινε ἄλλη λύση, διαφορετική ἀπό αὐτήν πού ἔδιναν οἱ πολλοί. Γι᾽ αὐτό καί αὐτοί στρέφονταν
ἐναντίον του. Οἱ ἄνθρωποι ἀπό τήν συμβᾶσα κρίση στεροῦνταν τά ὑλικά ἀγαθά τους καί πολλοί, ὅπως λέγει ὁ ψαλμός μας, ἔλεγαν: «Τίς δείξει ὑμῖν τά ἀγαθά;» (στίχ. 7). Ὁ ψαλμωδός μας, σάν πνευματικός ἄνθρωπος, ὡς αἰτία τῆς οἰκονομικῆς κρίσης ἔβλεπε τό ὅτι οἱ ἄνθρωποι εἶχαν ἀποστατήσει ἀπό τόν Θεό καί ὅτι παραμελοῦσαν τίς θυσίες τους σ᾽ Αὐτόν. Γι᾽ αὐτό καί ὡς λύση τοῦ προβλήματος, ἔλεγε τήν ἐπιστροφή στόν Θεό, τήν ἐλπίδα σ᾽ Αὐτόν καί τήν προσφορά σωστῆς θυσίας στόν Θεό. «Θύσατε θυσίαν δικαιοσύνης – ἔλεγε – καί ἐλπίσατε ἐπί Κύριον» (στίχ. 6). Αὐτή ἡ ἐλπίδα στόν Θεό πιστεύει ὁ ποιητής μας ὅτι θά τονώσει τόν ἐσωτερικά πεσμένο ἀπό τήν κρίση ἄνθρωπο, θά διώξει τήν μεμψιμοιρία καί θά φέρει τήν χαρά. Θέλει δηλαδή ὁ ποιητής μας, κατά πρῶτον, νά ἀνορθώσει, μέ τό ἀκούμπημα στόν Θεό, τόν πεσμένο ἐσωτερικά ἄνθρωπο καί ἔπειτα θά βρεθοῦν τρόποι γιά τήν ἐξοικονόμηση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν.
4. Ἀκόμη ὁ ποιητής τοῦ ψαλμοῦ λέγει καί ἕνα ἄλλο, πολύ σπουδαῖο, ὡς λύση καί αὐτό γιά τό θέμα τῆς οἰκονομικῆς κρίσης. Αὐτό τό ἄλλο πού λέγει εἶναι ὅτι τά ὑλικά ἀγαθά, ὅσα πολλά καί νά εἶναι αὐτά, δέν δίνουν τήν πραγματική εὐτυχία στόν ἄνθρωπο. Ὁ ἄνθρωπος νοιώθει χαρούμενος καί εὐτυχισμένος ὅταν ἔχει καλή κοινωνία καί σχέση μέ τόν Θεό καί ὄχι ὅταν ἔχει ἀφθονία ὑλικῶν ἀγαθῶν. Τό «φῶς τοῦ προσώπου τοῦ Κυρίου» αὐτό γλυκαίνει τήν πονεμένη καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. Ἔτσι λέγει ὁ ποιητής μας: «Ἐσημειώθη ἐφ᾽ ἡμᾶς τό φῶς τοῦ προσώπου σου, Κύριε. Ἔδωκας εὐφροσύνην εἰς τήν καρδίαν μου» (στίχ. 7). Εἶναι αὐτό πού λέγει ἄλλος ψαλμωδός, «κρεῖσσον τό ἔλεός σου ὑπέρ ζωάς» (62,4)! Τό «ἔλεος» τοῦ Θεοῦ, τό νά γεύεται δηλαδή κανείς τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, αὐτό εἶναι ἀνώτερο ἀπό κάθε ἄλλο ἀγαθό, ἀνώτερο ἀπό κάθε ζωή. Ἔτσι καί ὁ ποιητής τοῦ ψαλμοῦ μας λέγει ὅτι καί νά λυθεῖ ἀκόμη τό οἰκονομικό πρόβλημα ἀποκτώντας ὅλοι ὅλα τά ἐπίγεια ἀγαθά, δέν θά φέρει αὐτό εὐτυχία στούς ἀνθρώπους. Ἡ εὐτυχία τοῦ ἀνθρώπου, πού εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἔρχεται μέ τήν σωστή καί στενή κοινωνία του μέ τόν Θεό. Αὐτήν τήν θέση τοῦ ποιητοῦ μας, ὡς λύση στό οἰκονομικό θέμα, οἱ πολλοί, οἱ «βαρυκάρδιοι» «υἱοί τῶν ἀνθρώπων», τήν εἰρωνεύονταν. Καί ἐπετίθεντο λοιπόν ἐναντίον τοῦ ποιητοῦ μας λαλοῦντες ματαιότητα καί ψεύδη κατ᾽ αὐτοῦ, γιά τά ὁποῖα μίλησε παραπάνω αὐτός (στίχ. 3). Αὐτοί δέ, ὑλικοί ὄντες, ἤθελαν μόνο νά εἶναι χορτασμένοι ἀπό τά ὑλικά ἀγαθά, ἀπό σιτάρι,ἀπό κρασί καί ἀπό λάδι: «Ἀπό καρποῦ, σίτου, οἴνου καί ἐλαίου αὐτῶν ἐπληθύνθησαν» (στίχ. 8)!
5. Μέ τήν ἐλπίδα στόν Θεό ὁ ὑπέροχος ποιητής μας πηγαίνει τώρα νά κοιμηθεῖ ἥσυχος καί ἀτάραχος ἀπό τίς διαβολές τῶν ἀντιπάλων του. «Ἐν εἰρήνῃ ἐπί τό αὐτό κοιμηθήσομαι καί ὑπνώσω», λέγει (στίχ. 9). Καί τέλος τονίζει ὅτι μόνο ὁ Θεός μπορεῖ νά τόν κάνει νά «κατοικεῖ», δηλαδή νά διάγει, μέ «ἐλπίδα», μέ ἀσφάλεια, ὅπως λέγει τό Ἑβραϊκό κείμενο. «Σύ, Κύριε,κατά μόνας ἐπ᾽ ἐλπίδι κατῴκισάς με» (στίχ. 9)!
Από το βιβλίο “Η Παλαιά Διαθήκη”- Κείμενον-Σύντομος ερμηνεία-Εκτενείς σχολιασμοί-Πατερικαί γνώμαι-Πρακτικά διδάγματα.
Τόμος Ι’- Ψαλμοί
υπό Π.Ν.Τρεμπέλα
ΨΑΛΜΟΣ Δ΄. 4.(σελ. 28-29)
Εἰς τὸ τέλος, ἐν ψαλμοῖς: ᾧδὴ τῷ Δαυΐδ.
Εὰν ὁ προηγούμενος Ψαλμὸς θὰ ἠδύνατο νὰ χαρακτηρισθῇ ὡς προσευχὴ ἑωθινή («ἐκοιμήθην καὶ ὕπνωσα ἐξηγέρθην»), ὁ προκείμενος ἀποτελεῖ προσευχὴν ἑσπερινὴν («κοιμηθήσομαι καὶ ὑπνώσω») ἀπευθυνθεῖσαν μετὰ τὴν ἀπομάκρυνσιν τοῦ κατὰ τὸν προηγηθέντα ψαλμὸν κινδύνου. Πράγματι ἐκ τῆς ἐπιγραφῆς πληροφορούμεθα («ὠδὴ τῷ Δαυϊδ»), ὅτι καὶ οὗτος εἶναι ποίημα τοῦ Δαβίδ. Η φράσις τῆς ἐπιγραφῆς «εἰς τὸ τέλος» ἀπαντωμένη καὶ εἰς τὰς ἐπιγραφὰς 55 ἄλλων ψαλμῶν ἡρμηνεύθη ὑπὸ τῶν παλαιῶν Χριστιανῶν ἑρμηνευτῶν ἀλληγορικῶς ἐκληφθεῖσα ὑπ΄ αὐτῶν ὡς ἀναφερομένη εἰς τὰ τέλη τῶν αἰώνων,εἴτε δηλαδὴ εἰς τοὺς χρόνους τοῦ Μεσσίου, εἴτε εἰς τοὺς μετὰ τὴν καθολικὴν ἀνάστασιν αἰῶνας. Κατὰ τοὺς νεωτέρους ὅμως ἡ φράσις σημαίνει: τῶ ἀρχιμουσικῴ, καὶ δηλοῖ ὅτι οἱ μετὰ τῆς ἐπιγραφῆς ταύτης ψαλμοὶ ἔδει νὰ παραδοθοῦν εἰς τὸν ἐπὶ κεφαλῆς τῆς ἱερᾶς μουσικῆς πρὸς ἐκτέλεσιν. Ἣ δὲ φράσις «ἐν ψαλμοῖς» (ἢ «ἐν ὕμνοις» ὡς φέρεται ἐν ταῖς ἐπιγραφαῖς τῶν ψαλμῶν 6, 53, 54, 66) ὑποδηλοῖ ἐκτέλεσιν τῇ συνοδείᾳ ἐγχόρδων ὀργάνων.
Ὁ ψαλμὸς ἀποτελεῖται ἐκ τριῶν ἀποστροφῶν, ἑκάστη τῶν ὁποίων δύναται νὰ θεωρηθῇ ὡς ὑπέχουσα θέσιν στροφῆς. Εν τῇ πρώτῃ τούτων (στίχ. 2) ὁ ψαλμῳδὸς ἀπευθύνεται πρὸς τὸν Θεόν, ὁ ὁποῖος ἐπήκουσε κατὰ τὸ παρελθὸν τὰς ἐπικλήσεις αὐτοῦ καὶ ἐπαρηγόρησεν αὐτὸν εἰς τὰς θλίψεις του, καὶ ζητεῖ παρ΄ αὐτοῦ, ἵνα καὶ ἤδη εὐσπλαγχνισθῇ τοῦτον καὶ εἰσακούσῃ τὴν προσευχήν του. Διὰ τῆς δευτέρας ἀποστροφῆς (στίχ. 3-6) ἀπευθύνεται πρὸς τοὺς ἐχθρούς του, τοὺς ὁποίους ἐλέγχει διὰ τὴν εἰς τὴν ματαιότητα καὶ τὸ συκοφαντικὸν ψεῦδος προσκόλλησίν των καὶ καλεῖ αὐτοὺς νὰ παρακινηθοῦν ἀπὸ τὴν θαυμαστὴν προστασίαν τοῦ Κυρίου πρὸς πάντα ἀφωσιωμένον εἰς αὐτόν, ἵνα, μετανοοῦντες, παύσωσι νὰ ἁμαρτάνουν καὶ θύσωσι θυσίαν δικαιοσύνης. Καὶ ἐν τῆ τρίτῃ (στίχ. 7-9) ἀπευθύνεται πάλιν πρὸς τὸν Κύριον καὶ κατ΄ ἀντίθεσιν πρὸς τὰς ἐξ ἀπιστίας μεμψιμοιρίας τῶν πολεμίων ἐξαίρει αὐτὸς μετ΄ εὐγνωμοσύνης τὰς εὐλογίας καὶ τὰ ἀγαθὰ σωματικά τε καὶ πνευματικά, τὰ ὁποῖα αὐτὸς ἀπολαμβάνει ἐκ τῆς περὶ αὐτὸν κηδεμονίας τοῦ Κυρίου.
᾿Αλληγορικὴ ἑρμηνεία. Ὁ Γρηγόριος Νύσσης ἀφορμώμενος ἐκ τῆς ἐπιγραφῆς «εἰς τὸ τέλος» παρατηρεῖ ὅτι ἐν τῷ προκειμένῳ ψαλμῶ «ὁ ἀγαθὸς τῶν ψυχῶν παιδοτρίβης» Δαβὶδ «προδείκνυσι τῶν ἱδρώτων τὸ τέλος καὶ τὸν ἐκ τῶν στεφάνων κόσμον καὶ τὴν ἐπὶ τῇ νίκῃ ἀνάρρησιν», ἅτινα προδήλως θὰ λάβουν χώραν μετὰ τὴν συντέλειαν τοῦ κόσμου καὶ τὴν καθολικὴν κρίσιν. Δεικνύει δὲ ταῦτα ἐκ προτέρου ὁ Δαβὶδ ἐπὶ τῷ σκοπῷ «ἵνα πρὸς ἐκεῖνο βλέπων τὸ τέλος» στηρίξῃς σεαυτὸν «τῷ νικοποιῷ» Κυρίῳ «καὶ τὸ ἐπινίκιον κήρυγμα σεαυτῷ παρασκευάζης». Κατ’ ἀκολουθίαν καὶ ἡ ἐν στίχῳ 8 φράσις «ἐν εἰρήνῃ ἐπὶ τὸ αὐτὸ κοιμηθήσομαι καὶ ὑπνώσω» ἀναφέρεται οὐχὶ εἰς τὸ παρόν, ἀλλ’ εἰς τὸ μέλλον τὸ «κατὰ τὴν τοῦ Χριστοῦ παρουσίαν». Καὶ καθὼς ἀποδίδει τὴν ἔννοιαν τοῦ στίχου ὁ Θεοδώρητος, «ἐπ΄ ἐλπίδι τῆς ἀναστάσεως τὸν θάνατον δέξομαι ὕπνον γὰρ ἐνταῦθα τὸν θάνατον προσηγόρευσε». Καὶ κατὰ τὸν Ζιγαβηνὸν τὸ ὑπνώσω δηλοῖ τὴν μέχρι τῆς κοινῆς ἀναστάσεως μακρὰν χρονικὴν περίοδον, κατὰ τὴν ὁποίαν παντὸς ἐλπίζοντος ἐπὶ τὸν Κύριον τὸ σῶμα κατοικεῖ εἰς τὸν τάφον μεμονωμένον καὶ χωρισμένον ἀπὸ τὴν ψυχὴν ἐπ΄ ἐλπίδι τῆς ἐκ νεκρῶν ἀναστάσεως.
Ἠθικὴ ἐφαρμογή. Χρησιμοποιοῦντες ὡς προσευχήν μας τὸν ψαλμὸν τοῦτον πρέπει νὰ παρακαλῶμεν τὸν Θεόν, ὅπως διὰ τῆς χάριτος αὐτοῦ ἀποσπάσῃ τὰς καρδίας ἡμῶν ἀπὸ τὴν ματαιότητα τοῦ παρόντος κόσμου καὶ ἀπὸ τὰ ψεύδη, εἰς τὰ ὁποῖα λόγω τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος ρέπει καὶ εὐκόλως ὀλισθαίνει ἡ διεφθαρμένη φύσις μας, καὶ ὅπως φωτίσῃ ἡμᾶς εἰς μετάνοιαν καὶ συναίσθησιν διὰ πᾶν ὅ,τι ἡμάρτομεν ἐνώπιον αὐτοῦ ἐνισχύων συγχρόνως ἡμᾶς ὅπως προσφέρωμεν εἰς αὐτὸν πνευματικὰς θυσίας δικαιοσύνης. Νὰ τὸν παρακαλῶμεν ὡσαύτως, ὅπως ἀπαλλάττῃ ἡμᾶς ἀπὸ τὴν ἄφρονα προσκόλλησιν εἰς τὰ ἐπίγεια ἀγαθά, ἀπὸ τὰ ὁποῖα καὶ μόνα οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου ἐξαρτοῦν τὴν εὐδαιμονίαν των καὶ ὅπως μᾶς ἀξιώνῃ νὰ ἀναθέτωμεν ἑαυτοὺς εἰς τὴν ἀγαθὴν Πρόνοιαν τοῦ Θεοῦ ἐπιζητοῦντες νὰ ἀρέσκωμεν πρὸς αὐτὸν καὶ μένοντες τελείως ἀναπαυμένοι καὶ εἰρηνικοὶ μὲ πᾶν ὅ,τι αὐτὸς μᾶς στέλλει καὶ οἰκονομεῖ πρὸς τὸ καλόν μας, ἔστω καὶ ἂν ἐκ πρώτης ὄψεως δὲν παρουσιάζεται τοῦτο εὐπρόσδεκτον εἰς ἡμᾶς.
Πηγή ομιλιών π. Αθανασίου: www.arnion.gr
Η ομιλία αυτή εκφωνήθηκε στις 18-09-79
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια σας θα πρέπει να αναφέρονται στη συγκεκριμένη ανάρτηση και να διατυπώνονται κόσμια ακόμα και αν διαφωνείτε.
Παρακαλούμε να χρησιμοποιείτε ελληνικούς χαρακτήρες.