28.5.22

Ευαγγελική Περικοπή Κυριακής του Τυφλού (με κήρυγμα)

 


ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Θ´ 1 - 38

Κα παργων εδεν νθρωπον τυφλν κ γενετς· 
κα ρτησαν ατν ομαθητα ατο λγοντες· Ραββτς μαρτενοτος  ο γονες ατονατυφλς γεννηθ; 
3πεκρθη ησος· Οτε οτος μαρτεν οτε ο γονεςατολλ’ να φανερωθ τ ργα το Θεο ν ατ
μ δε ργζεσθαιτ ργα το πμψαντς με ως μρα στν· ρχεται νξ τε οδες δναταιργζεσθαι
ταν ν τ κσμ φς εμι το κσμου.6 τατα επνπτυσεν χαμα κα ποησε πηλν κ το πτσματοςκα πχρισε τν πηλνπ τος φθαλμος το τυφλο 
κα επεν ατ· παγε νψαι ες τνκολυμβθραν το Σιλωμ ρμηνεεται πεσταλμνοςπλθεν ον κανψατοκα λθε βλπων.
 8 Ο ον γετονες κα ο θεωροντες ατν τπρτερον τι τυφλς νλεγον· Οχ οτς στιν  καθμενος καπροσαιτν; 
λλοι λεγον τι οτς στιν· λλοι δ τι μοιος ατ στιν.κενος λεγεν τι γ εμι.
10 λεγον ον ατ· Πς νεχθησν σου οφθαλμο; 
11 πεκρθη κενος κα επεν· νθρωπος λεγμενος ησοςπηλν ποησε κα πχρισ μου τος φθαλμος κα επ μοι· παγε ες τνκολυμβθραν το Σιλωμ κα νψαι· πελθν δ κα νιψμενος νβλεψα
12 επον ον ατ· Πο στιν κενος; λγει· Οκ οδα
13 γουσιν ατν πρςτος Φαρισαουςτν ποτε τυφλν.
14 ν δ σββατον τε τν πηλνποησεν  ησος κα νέῳξεν ατο τος φθαλμος. 15 πλιν ον ρτωνατν κα ο Φαρισαοι πς νβλεψεν δ επεν ατος· Πηλν πθηκμου π τος φθαλμοςκα νιψμηνκα βλπω
16 λεγον ον κ τνΦαρισαων τινς· Οτος  νθρωπος οκ στι παρ το Θεοτι τσββατον ο τηρελλοι λεγον· Πς δναται νθρωπος μαρτωλςτοιατα σημεα ποιεν; κα σχσμα ν ν ατος.
 17 λγουσι τ τυφλ πλιν·Σ τ λγεις περ ατοτι νοιξ σου τος φθαλμος;  δ επεν τι προφτης στν
18 οκ πστευον ον ο ουδαοι περ ατο τι τυφλς νκα νβλεψενως του φνησαν τος γονες ατο το ναβλψαντος 
19 κα ρτησαν ατος λγοντες· Οτς στιν  υἱὸς μνν μες λγετε τιτυφλς γεννθη; πς ον ρτι βλπει; 
20 πεκρθησαν δ ατος ο γονεςατο κα επον· Οδαμεν τι οτς στιν  υἱὸς μν κα τι τυφλςγεννθη· 
21 πς δ νν βλπει οκ οδαμεν τς νοιξεν ατο τος φθαλμος μες οκ οδαμεν· ατς λικαν χειατν ρωτσατεατςπερ αυτο λαλσει
22 τατα επον ο γονες ατοτι φοβοντο τοςουδαους· δη γρ συνετθειντο ο ουδαοι ναἐάν τις μολογσ Χριστν,ποσυνγωγος γνηται
23 δι τοτο ο γονες ατο επον τι λικαν χει,ατν ρωτσατε
24 φνησαν ον κ δευτρου τν νθρωπον ς ντυφλςκα επον ατ· Δς δξαν τ Θε· μες οδαμεν τι  νθρωποςοτος μαρτωλς στιν
25 πεκρθη ον κενος κα επεν· Ε μαρτωλςστιν οκ οδα· ν οδατι τυφλς ν ρτι βλπω
26 επον δ ατ πλιν· Τποησ σοι; πς νοιξ σου τος φθαλμος; 
27 πεκρθη ατος· Επον μνδηκα οκ κοσατε· τ πλιν θλετε κοειν; μ κα μες θλετε ατομαθητα γενσθαι; 
28 λοιδρησαν ατν κα επον· Σ ε μαθητς κενου·μες δ το Μωϋσως σμν μαθητα
29 μες οδαμεν τι Μωϋσελελληκεν  Θες· τοτον δ οκ οδαμεν πθεν στν.
30 πεκρθη νθρωπος κα επεν ατος· ν γρ τοτ θαυμαστν στιντι μες οκοδατε πθεν στκα νέῳξ μου τος φθαλμος
31 οδαμεν δ τιμαρτωλν  Θες οκ κοειλλ’ ἐάν τις θεοσεβς  κα τ θλημα ατοποιτοτου κοει.
32 κ το αἰῶνος οκ κοσθη τι νοιξ τις φθαλμοςτυφλο γεγεννημνου· 
33 ε μ ν οτος παρ Θεοοκ δνατο ποιενοδν.
34 πεκρθησαν κα επον ατ· ν μαρταις σ γεννθης λοςκασ διδσκεις μς; κα ξβαλον ατν ξω.
35 κουσεν ησος τιξβαλον ατν ξωκα ερν ατν επεν ατ· Σ πιστεεις ες τν υἱὸντο Θεο; 
36 πεκρθη κενος κα επε· Κα τς στιΚριενα πιστεσω ες ατν; 
37 επε δ ατ  ησος· Κα ἑώρακας ατν κα  λαλν μετ σοκενς στιν
38  δ φη· Πιστεω, Κριε· κα προσεκνησεν ατ. 


Ερμηνευτική απόδοση Ι. Θ. Κολιτσάρα 

1 Και καθώς επερνούσεν ο Κυριος κάποιον δρόμον της πόλεως, είδε ένα τυφλόν εκ γενετής. 2 Και τον ηρώτησαν οι μαθηταί του, λέγοντες· “Διδάσκαλε, ποιός ημάρτησε, αυτός η οι γονείς του, δια να γεννηθή τυφλός; (Το πρώτο είναι αδύνατον, το δεύτερον είναι άδικον. Τοτε διατί εγεννήθη τυφλός;)” 3 Απήντησεν ο Ιησούς· “ούτε αυτός ημάρτησε ούτε οι γονείς του. Αλλά εγεννήθη τυφλός, δια να φανερωθούν, με την θαυματουργικήν θεραπείαν, τα έργα του Θεού. 4 Εγώ πρέπει να εργάζωμαι τα έργα του Θεού, ο οποίος με έστειλεν στον κόσμον, έως ότου είναι ημέρα. Ερχεται η νύκτα δηλαδή η εκδημία από τον κόσμον αυτόν, κατά την οποίαν κανείς πλέον από τους ανθρώπους δεν ημπορεί να πραγματοποιή έργα. 5 Εγώ, εφ' όσον ευρίσκομαι στον κόσμον, είμαι φως του κόσμου με την διδασκαλίαν μου, με τα θαύματά μου, με την ζωήν μου”. 6 Αφού δε είπε αυτά έπτυσε κάτω, έκαμε πηλόν και έβαλε τον πηλόν στους οφθαλμούς του τυφλού 7 και του είπε· “πήγαινε και νίψου εις την δεξαμενήν του Σιλωάμ”-αυτό το όνομα μεταφράζεται εις την ελληνικήν απεσταλμένος. Επήγε τότε εκείνος και ενίφθη και ήλθε στο σπίτι του βλέπων. 8 Οι γείτονες, λοιπόν, και όσοι τον έβλεπαν προηγουμένως ότι ήτο τυφλός, έλεγαν· “δεν είναι αυτός, που εκάθητο και εζητούσε ελεημοσύνην;” 9 Αλλοι έλεγαν ότι “αυτός είναι”. Αλλοι δε ότι “κάποιος άλλος , όμοιος με αυτόν είναι”. Εκείνος όμως έλεγεν ότι “εγώ είμαι, ο τέως τυφλός”. 10 Τοτε τον ερωτούσαν εκείνοι “πως ανοίχθησαν και εθεραπεύθηκαν τα μάτια σου;” 11Απεκρίθη εκείνος και είπεν· “ένας άνθρωπος, λεγόμενος Ιησούς, έκαμε πηλόν, μου άλειψε τους οφθαλμούς και μου είπε· Πηγαινε στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ και νίψου. Επήγα, ενίφθηκα και απέκτησα το φως μου”. 12 Του είπαν· “που είναι εκείνος;” Τους λέγει· “δεν ξέρω”. 13 Οδηγούν τότε τον τέως τυφλόν προς τους Φαρισαίους. 14Ητο δε Σαββατον, όταν ο Ιησούς έκαμε τον πηλόν και άνοιξε τα μάτια του τυφλού. 15Οι Φαρισαίοι τον ηρώτησαν και αυτοί πάλιν, πως απέκτησεν το φως του. Εκείνος δε τους είπεν· “ένας άνθρωπος έβαλε πηλόν επάνω εις τα μάτια μου και εγώ ενίφθηκα και τώρα βλέπω”. 16 Ελεγαν, λοιπόν, μερικοί από τους Φαρισαίους· “αυτός ο άνθρωπος δεν είναι από τον Θεόν, διότι δεν τηρεί την αργίαν του Σαββάτου”. Αλλοι έλεγαν· “πως είναι δυνατόν ένας αμαρτωλός άνθρωπος να κάνη τέτοια καταπληκτικά θαύματα;” Διχογνωμία και διαίρεσις έγινε μεταξύ των. 17 Λεγουν πάλιν στον τυφλόν· “συ τι λέγεις δια τον άνθρωπον αυτόν; Ζητούμεν την γνώμην σου, διότι τους ιδικούς σου οφθαλμούς άνοιξε”. Εκείνος απήντησεν· “λέγω, ότι είναι προφήτης”. 18 Δεν επίστευσαν οι Ιουδαίοι δι' αυτόν ότι ήτο τυφλός και εθεραπεύθη, έως ότου εκάλεσαν τους γονείς του 19 και τους ηρώτησαν, λέγοντες· “αυτός είναι ο υιός σας, δια τον οποίον σεις λέγετε ότι εγεννήθη τυφλός; Πως λοιπόν τώρα βλέπει;” 20 Απήντησαν δε οι γονείς αυτού και τους είπαν· “ξέρομεν καλά ότι αυτός είναι ο υιός μας και ότι εγεννήθη τυφλός. 21 Πως όμως τώρα βλέπει δεν ξέρομεν, η ποιός του άνοιξε τα μάτια ημείς δεν γνωρίζομεν. Αυτός ηλικίαν έχει, ερωτήσατέ τον, και αυτός δια τον ευατόν του θα σας ομιλήση”. (Δεν υπερασπίζονται οι γονείς τον Χριστόν, τον οποίον άλωστε και δεν είχαν ιδεί, αλλ' ούτε και τον κατηγορούν. Αφίνουν τον υιόν των, καθό ενήλικον και αρκετά ικανόν να υπερασπισθή τον ευεργέτην του). 22 Ωμίλησαν δε έτσι οι γονείς του, διότι εφοβούντο τους Ιουδαίους· επειδή από καιρόν είχαν συμφωνήσει και αποφασίσει οι άρχοντες των Εβραίων να διωχθή και να μη γίνη δεκτός εις την συναγωγήν, όποιος θα ωμολογούσε ότι αυτός που κάνει τα θαύματα είναι ο Χριστός. 23Δια τούτο και οι γονείς του τυφλού είπαν ότι “ο υιός μας ηλικίαν έχει, ερωτήσατέ τον”.24 Εκάλεσαν τότε δευτέραν φοράν τον άνθρωπον, που ήτο τυφλός και του είπαν· “δόξασε τον Θεόν, ο οποίος σε εθεράπευσε, αλλά φυλάξου από τον άνθρωπον αυτόν, τον οποίον προηγουμένως ωνόμασες προφήτην. Ημείς που μελετώμεν το θέλημα του Θεού, γνωρίζομεν καλά και διαβεβαιώνομεν ότι αυτός ο άνθρωπος είναι αμαρτωλός”.25 Απήντησε τότε εκείνος και τους είπε· “εάν είναι αμαρτωλός, δεν ηξεύρω, ένα μόνον ηξεύρω καλά· ότι ενώ ήμουν τυφλός, τώρα βλέπω”. 26 Είπαν δε πάλιν εις αυτόν· “τι σου έκαμε; Πως σου εθεράπευσε τα μάτια;” 27 Απήντησεν εις αυτούς· “προ ολίγου σας είπα και δεν το επροσέξατε· διατί θέλετε πάλιν να ακούσετε τα ίδια; Μηπως και σεις θέλετε να γίνετε μαθηταί του;” 28 Τον ύβρισαν τότε και με περιφρόνησιν του είπαν· “συ είσαι μαθητής εκείνου. Ημείς όμως είμεθα μαθηταί του Μωϋσέως. 29 Ημείς οι μορφωμένοι και άρχοντες του λαού, ξέρομεν ότι στον Μωϋσέα ωμίλησεν ο Θεός. Αυτός δε μας είναι άγνωστος και δεν γνωρίζομεν από που είνα και από που έρχεται”.30 Απήντησεν ο άνθρωπος και τους είπεν· “εδώ είναι το παράδοξον· ότι σεις δεν ξέρετε από που είναι, εάν είναι από τον Θεόν η όχι, και όμως μου άνοιξε τα μάτια να βλέπω.31 Ξερομε δε όλοι πολύ καλά, ότι ο Θεός αμαρτωλούς δεν ακούει, αλλά αν κανείς είναι θεοσεβής και το θέλημα του Θεού πράττη αυτόν ο Θεός ακούει. 32 Από τότε δε που υπάρχει ο κόσμος έως σήμερα δεν έχει ακουσθή ποτέ ότι εθεράπευσε κάποιος άνθρωπος τους οφθαλμούς τυφλού εκ γενετής. 33 Εάν αυτός δεν ήτο σταλμένος από τον Θεόν, δεν θα ημπορούσε να κάνη ούτε το παραμικρόν θαύμα”. 34 Γεμάτοι αγανάκτησιν εκείνοι του απήντησαν· “εκ γενετής συ είσαι ζυμωμένος ολόκληρος με τας αμαρτίας και συ τολμάς να διδάσκης ημάς;” Και τον έβγαλαν έξω από τον τόπον της συνεδριάσεώς των. 35 Ηκουσεν ο Ιησούς ότι τον έβγαλαν έξω και όταν τον ευρήκε, του είπε· “συ παρ' όλα όσα λέγουν οι άρχοντες των Εβραίων, πιστεύεις στον Υιόν του Θεού;” 36 Απήντησεν εκείνος και είπεν· “και ποιός είναι, Κυριε, δια πιστεύσω εις αυτόν;” 37 Του είπε δε ο Ιησούς· “και τον είδες και αυτός που ομιλεί μαζή σου εκείνος είναι”. 38 Αυτός δε, φωτισθείς από χάριν Θεού, είπε· “πιστεύω με όλην μου την ψυχήν, Κυριε”· και επροσκύνησε αυτόν ως απεσταλμένος πράγματι από τον Θεόν.



1. ΤΟ ΦΩΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
Στ σημεριν ερ Εαγγέλιο  Κύριος θεραπεύει ναν τυφλ πολ γνωστστος κατοίκους τς ερουσαλήμ. μως στ συγκεκριμένο θαμα δν προσέρχεται  τυφλς πρς τν Κύριο, λλ  Κύριος πρς τν τυφλό. Δν παρακαλε  τυφλς τν Κύριο ν θεραπεύσ τ μάτια του, φο λλωστε δν μποροσε ν δ τν Χριστό. Γι’ ατ ρχεται πρς τν τυφλ πρτος Χριστς κα τν θεραπεύει, προτο  τυφλς προλάβ ν κφράσ τς παρακλήσεις του γι τ θαμα.
Ατ συμβαίνει συχν κα στν ζω κάθε νθρώπου.  Κύριος, πο γνωρίζει τν πνευματική μας δυναμία κα τύφλωσι, ρχεται πρτος ν μς συναντήσκα ν θεραπεύσ τ μάτια τς ψυχς μας. Γι’ ατ λλωστε  Χριστς λθε στν κόσμο, γι ν φωτίσ τος «ν σκότει κα σκι θανάτου καθημένους».γινε νθρωπος γι ν μεταδώσ φς σ’ λους τος νθρώπους πο σαν πνευματικς τυφλο π τν μαρτία. Διότι  Χριστς εναι τ πνευματικφς, «τ φωτίζον κα γιάζον πάντα νθρωπον ρχόμενον ες τν κόσμον». Εναι  λιος τς δικαιοσύνης, πο σκορπίζει τς πνευματικές του κτνες χι μόνο στος σωματικ τυφλούς, λλ πολ περισσότερο σ’ λους σοι χουμε τ μάτια μας κα βλέπουμε, λλ’ εναι κλειστ τ μάτια τς ψυχς μας. διος τ διακήρυξε: «γώ εμι τ φς το κόσμου» (ω. η΄ 12). Ατς μς φωτίζει μ τν διδασκαλία του, μ τ θαύματά του, μ τν γία ζωή του. Τθαμα τς θεραπείας το τυφλο εναι κα σύμβολο το πνευματικοφωτισμο, τν ποο μεταδίδει  Κύριος.  τυφλς κείνη τ στιγμ σν νκπροσωποσε λο τν κόσμο, πο ταν βυθισμένος στ πνευματικ σκοτάδι. Κα μς παρακινε ατ τ θαύμα ν προσερχώμαστε στ φς τ ληθινό, στν Κύριο ησο Χριστό. Μόνο σ’ Ατν θ βρίσκουμε τ φς μας, τν δρόμο πρς τν σωτηρία μας, τν ζωή μας κα τν εφροσύνη μας.
2. ΜΕ ΠΗΛΟ
Πς θεράπευσε  Κύριος τν τυφλό; Μ’ ναν τρόπο πο φαίνεται ρχικς πολ παράδοξος. πιχρίει τ μάτια το τυφλο μ πηλό. ταν μως τοποθετται πηλς σ γι μάτια, τυφλώνεται γι κάποιο διάστημα νθρωπος. Γιατί λοιπν  Κύριος προχώρησε στν θεραπεία μ τν μέθοδο ατή; Βέβαια λοι μας καταλαβαίνουμε τι γνώριζε κενος τι πειτα πατν τν πρακτικ θ κολουθοσε θεραπεία θαυμαστή.
μως πίσω π ατ τν πρακτικ το Κυρίου κρύβεται κάτι κόμη βαθύτερο, κρύβεται να μυστήριο. Μ τν μέθοδο ατ  Κύριος συνεσκιασμένα μς ποκαλύπτει τι  διος εναι  Δημιουργός μας. Χρίει μπηλ τ κατεστραμμένα μάτια το κ γενετς τυφλο, γι ν μς δείξ τι μόνον Ατς μπορε ν δημιουργ ξ ρχς μάτια, διότι εναι  διος ποπλασε κα τ μάτια λων τν νθρώπων· εναι  διος πο πλασε π πηλλο τ σμα το δμ κατ τν δημιουργία το κόσμου· εναι  κτίστης καδημιουργς λου το νθρωπίνου γένους, λης τς κτίσεως. Εναι σν ν μς λέγπ πηλ τότε πλασα τν δάμ, π πηλ κα τώρα πλάθω τ μάτια το τυφλο.
3. Η ΚΟΛΥΜΒΗΘΡΑ
σως μως διερωτηθ κάποιος: Γιατί  Κύριος δν θεράπευσε μέσως τν τυφλό, λλ τν χρισε μ πηλ κα κατόπιν τν στειλε στν κολυμβήθρα το Σιλωάμ; Δν μποροσε  Κύριος μέσως ν πιτελέσ τ θαμα;σφαλς κα μποροσε!  Χριστς κάνει τ πρτο βμα πρς τ θαμα, ζητεμως κι π τν τυφλ ν Το δείξ μπιστοσύνη κα ν κάν τ δεύτερο βμα γι ν πραγματοποιηθ τ θαμα.  τοποθέτησι το πηλο στ μάτια το τυφλο ταν τ πρτο βμα το Θεο. Ατ μως θ μενε χωρςποτέλεσμα, ἐὰν δν πακολουθοσε τ δεύτερο βμα, τ βμα τονθρώπου:  πορεία δηλαδ το τυφλο πρς τν κολυμβήθρα το Σιλωμ κα  νίψις τν ματιν του. Διότι πρεπε ν φαν κα  πίστις κα  πακοτο τυφλοπως κι γινε. Θ μποροσε πολ λογικ ν σκεφθ  τυφλός: Γι ποι λόγο ν πάω στν κολυμβήθρα ν νιφθλλ  τυφλς δν ν-τιδρπακούει κα προχωρε. Κα τ θαμα κολουθε.
 Θες λοιπν ποστέλλει τν Χάρι του στν καθένα μας κα κάνει τν πρώτη κίνησι. λλ θέλει κι μες ν κάνουμε τν δεύτερη κίνησι, δηλαδ ννταποκρινώμαστε στς πισκέψεις του κα ν ποδεχώμαστε τν Χάρι του. Ν γινώμαστε συν-εργάται του, ν προσφέρουμε κα τν δική μας μικρσυμβολή. Τότε  Χριστς θ ρχεται κα θ θεραπεύ τν πνευματική μας τύφλωσι κα θ γεμίζ τν ζωή μας μ φς κα χαρά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα σχόλια σας θα πρέπει να αναφέρονται στη συγκεκριμένη ανάρτηση και να διατυπώνονται κόσμια ακόμα και αν διαφωνείτε.

Παρακαλούμε να χρησιμοποιείτε ελληνικούς χαρακτήρες.