13.8.22

Ευαγγελική Περικοπή Κυριακής Θ' Ματθαίου

 Αποτέλεσμα εικόνας για Θ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ


ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙΔ´ 22-34




Τ καιρ κεννγκασεν  ᾿Ιησος τος μαθητς ατο μβναι ες τπλοον κα προγειν ατν ες τ πραν, ως ο πολσ τος χλους. καπολσας τος χλους νβη ες τ ρος κατ᾿ δαν προσεξασθαι. ψας δγενομνης μνος ν κε. τ δ πλοον δη μσον τς θαλσσης ν, βασανιζμενον π τν κυμτων· ν γρ ναντος  νεμος. τετρτ δφυλακ τς νυκτς πλθε πρς ατος  ᾿Ιησος περιπατν π τς θαλσσης. κα δντες ατν ο μαθητα π τν θλασσαν περιπατονταταρχθησαν λγοντες τι φντασμ στι, κα π το φβου κραξαν. εθως δ λλησεν ατος  ᾿Ιησος λγων· θαρσετε, γ εμι· μ φοβεσθε.ποκριθες δ ατ  Πτρος επε· Κριε, ε σ ε, κλευσν με πρς σε λθενπ τ δατα.  δ επεν, λθ. κα καταβς π το πλοου  Πτρος περιεπτησεν π τ δατα λθεν πρς τν ᾿Ιησον. βλπων δ τν νεμονσχυρν φοβθη, κα ρξμενος καταποντζεσθαι κραξε λγων· Κριε, σσν με. εθως δ  ᾿Ιησος κτενας τν χερα πελβετο ατο κα λγει ατ· λιγπιστε! ες τ δστασας; κα μβντων ατν ες τ πλοονκπασεν  νεμος· ο δ ν τ πλοίῳ λθντες προσεκνησαν ατλγοντες· ληθς Θεο υἱὸς ε. Κα διαπερσαντες λθον ες τν γν Γεννησαρτ.


Ἀπόδοση στη νεοελληνική

Τον καιρό ἐκείνο, ἀνάγκασε ὁ Ἰησοῦς τοὺς μαθητὰς νὰ μποῦν εἰς τὸ πλοιάριον καὶ νὰ πᾶνε πρὶν ἀπὸ αὐτὸν στὴν ἀπέναντι ὄχθην, ἕως ὅτου διαλύσῃ τὸν κόσμον. Καὶ ἀφοῦ διάλυσε τὸν κόσμον, ἀνέβηκε εἰς τὸ ὄρος διὰ νὰ προσευχηθῇ μόνος του. Ὅταν δὲ ἐβράδιασε, ἦτο ἐκεῖ μόνος. Τὸ πλοιάριον εὑρίσκετο ἤδη εἰς τὸ μέσον τῆς λίμνης καὶ ἐπάλευε μὲ τὰ κύματα, διότι ὁ ἄνεμος ἦτο ἀντίθετος.
Κατὰ τὴν τετάρτην δὲ νυχτερινὴν βάρδια ἦλθε σὲ αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς περπατώντας ἐπάνω εἰς τὴν θάλασσαν. Οἱ μαθηταί, ὅταν τὸν εἶδαν νὰ περπατῇ ἐπάνω εἰς τὴν θάλασσαν, ἐταράχθηκαν καὶ ἔλεγαν ὅτι εἶναι φάντασμα καὶ ἀπὸ τὸν φόβον τους ἐφώναξαν.
Ἀμέσως τοὺς ἐμίλησε ὁ Ἰησοῦς καὶ τοὺς εἶπε, «Ἔχετε θάρρος, ἐγὼ εἶμαι· μὴ φοβᾶσθε». Τότε τοῦ ἀπεκρίθη ὁ Πέτρος, «Κύριε, ἐὰν εἶσαι ἐσύ, τότε δῶσε μου διαταγὴν νὰ ἔλθω σ’ ἐσὲ ἐπάνω στὰ νερὰ». Ἐκεῖνος δὲ εἶπε, «Ἔλα». Καὶ ὅταν ὁ Πέτρος κατέβηκε ἀπὸ τὸ πλοιάριον, ἄρχισε νὰ περπατῇ ἐπανω στὰ νερά, διὰ νὰ ἔλθῃ εἰς τὸν Ἰησοῦ.
Ἀλλὰ ἐπειδὴ ἔβλεπε τὸν ἄνεμον δυνατὸν ἐφοβήθηκε, καὶ ἐπειδὴ ἄρχισε νὰ βυθίζεται, ἐφώναξε, «Κύριε, σῶσέ με». Ἀμέσως ὁ Ἰησοῦς ἅπλωσε τὸ χέρι, τὸν ἔπιασε καὶ τοῦ λέγει, «Ὄλιγόπιστε, γιατὶ ἐδίστασες;».
Καὶ ὅταν ἀνέβηκαν εἰς τὸ πλοιάριον, ἔπαυσε ὁ ἄνεμος. Ἐκεῖνοι ποὺ ἦσαν εἰς τὸ πλοιάριον τὸν προσκύνησαν καὶ τοῦ εἶπαν, «Ἀληθινὰ εἶσαι Θεοῦ Υἱός». Καὶ ἀφοῦ διέσχισαν τὴν λίμνην, ἦλθαν καὶ ἀπεβιβάσθησαν εἰς τὴν Γεννησαρέτ.



1. ΓΙΑΤΙ ΑΡΓΕΙ Ο ΚΥΡΙΟΣ;

Μετ τ καταπληκτικ θαμα το πολλαπλασιασμο τν πέντε ρτων καδο χθύων στν ρημο,  Κύριος ζήτησε π τος μαθητς του ν περάσουν μ τ πλοο στ πέναντι μρος τς λίμνης· κα  διος νέβηκε στ βουν γιν προσευχηθ μόνος του. Μόλις μως πεσε  νύκτα βαθει, τ πλοο τν μαθητν εχε προχωρήσει καταμεσς στ λίμνη κα κλυδωνιζόταν π τγρια κύματα. Λίγο πρν ξημερώσ, ο μαθητα ταλαιπωρημνοι π τν φοβερή τρικυμα, εδαν μέσα στ σκοτάδι τρομοκρατημένοι μι νθρώπινη μορφ ν πλησιάζ πρς ατος, περπατντας πάνω στ κύματα, σν φάντασμα. Κα π τ φόβο τους βγαλαν κραυγς γωνίας. μσως μωςκουσαν τν φων το Κυρίου ν τος λέγ: «Θαρσετε» χετε θρρος. «γώ εμι». «Μ φοβεσθε».
Γιατ μως  Κύριος, τος φησε λη τ νύκτα ν βασανίζωνται μ τπελώρια κύματα κα δν σπευσε μσως ν τος βοηθήσ; Γιατ δν λθε κοντ τους μσως μόλις κινδύνεψε  ζωή τους; Κα μάλιστα μφανίστηκε μτέτοιο τρόπο πο πέτεινε κόμη περισσότερο τ φόβο κα τν γωνα τους; Ο εροί ρμηνευταί ξηγον τι  Χριστς φησε τος μαθητς νσυγκλονίζωνται λη τν νύκτα γι ν τος νψ μεγαλύτερη τν πιθυμία τς σωτηρίας τους. Γι ν κατανοήσουν τν μικρότητα κα τν δυναμία τους κα τν ξάρτησί τους π Ατν κα ν λαχταρήσουν τν παρουσία του. Γι’ ατ κα δν πεκάλυψε μσως τν αυτ του, καθς περπατοσε πάνω στκύματα, λλ τος φησε, καθώς πλησίαζε περισσότερο κοντ τους, ν ζον σ κόμη μεγαλύτερη γωνία.
Ατ  εκόνα τς τρικυμισμνης λίμνης εναι μι μικρογραφία κα τς δικς μας πολυκύμαντης ζως μας. Κάτι παρόμοιο κάνει  Κύριος κα στ δική μας ζωή. Δν μφανίζεται κα δν ποκαλύπτεται μσως μόλις ρχίζουμε νσυγκλονιζώμαστε στ μύρια στατα κύματα τν πειρασμν κα δοκιμασιν τς ζως μας, τ ποα πειλον ν μς καταποντσουν· λλ ρχεται στνστατη στιγμ τς γωνίας μας, στ «μν» τς πομονς μας. Κα μάλιστα λίγο πρν λθ ν λύσ τ πρόβλημά μας, προσθέτει κι λλους φόβους πάνω στος ρχικος, πιτρέπει κι λλες δοκιμασίες, κάποτε χειρότερες καφοβερώτερες. Κι μες πογοητευμνοι, κραυγάζουμε, Κύριε, χανόμαστε,λα. Δν ντέχουμε λλο στ δράμα μας!
Μπως  Κύριος δν ξέρει τος φόβους μας κα τος πειρασμούς μας;σφαλς τ ξέρει λα. λλ μ τν τρόπο ατ μς παιδαγωγε κα μς διδάσκει ν μ περιμνουμε μσως τν λύσι π τ δειν πο μς συνέχουν·λλ ν πομνουμε σα ρχονται στ ζωή μας μ γενναιότητα. Διότι γνωρίζει καλά  πάνσοφος δημιουργς μας τι  περίοδος ατ πο τν περιμνουμε μ ερή προσδοκία ν λθ στ πλοιάριο τς ψυχς μας, εναι πι γόνιμη περίοδος τς ζως μας· περιόδος κατ τν ποία καλλιεργούμαστε πνευματικς σ βάθος, μ τν ναμον κα τν πομον, μ τ δάκρυα κατν προσευχ, μ τν πιμον κα τν πίστι. σπου κάποια ρα κομε κιμες τν φων το Χριστο στ ζω μας: «Θαρσετε γώ εμί». Κι μσως γεμίζουμε ερήνη κα χαρά καθώς γαληνεύ  τρικυμισμνη ζωή μας. Παίρνουμε θρρος κα δύναμι γι ν διαπεράσουμε τν θάλασσα τν δοκιμασιν, ν συνεχίσουμε τ ταξίδι ατς τς ζως πρς τν ντίπεραχθη, στν οράνια γαλήνη κα σφάλεια.

2. ΤΑ ΚΥΜΑΤΑ ΚΑΙ Ο ΑΝΕΜΟΣ

Μσα στν τρόμο τς τρικυμίας  Πέτρος φώναξε: Κύριε, άν εσαι σύ, δός μου τν ντολή ν λθω κοντ σου. Κα μόλις  Κύριος τν κάλεσε, κατέβηκε πτ πλοο  Πέτρος κι ρχισε ν περπατ πάνω στ νερά. ταν μως κάποια στιγμ κοίταξε τν νεμο πο ταν πολ δυνατς, φοβήθηκε, ρχισε νβουλιάζ κι κραύγασε δυνατ: Κύριε, σσε με, θά πνιγ! Γιατ μως συνέβη ατ Πέτρος πο δν φοβήθηκε τν μεγαλύτερο κίνδυνο, ν περπατσπάνω στ θάλασσα, τώρα φοβται τν μικρότερο, τν νεμο, μν τν ρίξκάτω; Κα ν ταν ψαρς κα καλός κολυμβητς;
 Πέτρος φοβήθηκε, διότι ταν πι σχυρή μσα του  λιγοπιστία κα δισταγμός. Γι’ ατ κα  Κύριος δν πιτιμ τν νεμο, λλ τν Πέτρο πολιγοπίστησε. 
Γι ν το δείξ τι δν τν  κατενίκησε  ἡ  μανιασμνη ρμ τοῦ νέμου, λλ  
τρεμάμενη πίστι του. άν δν σθενοσε  πίστι του θά μποροσε πολύ εκολα ν στέκεται λόρθος ντιμτωπος μ τν νεμο. Διότι Κύριος πο τν νίσχυσε ν περπατ πάνω στ κύματα, θά τν νίσχυε νμέν σάλευτος κα στν βία το νέμου. 
τσι συμβαίνει συχν κα στ δική μας ζωή. ν μ τ χάρι το Θεοπερπηδομε μεγάλα μπόδια κα ξεπερνομε φοβερές δυσκολίες, τχάνουμε στ μικρότερα κα εκολότερα! Διότι εμαστε λιγόπιστοι. Καρχεται  Κύριος ν μς λέγξ κα ν μς π πώς δν φτανε ο τρικυμίες καο νεμοι τς ζως μας, λλ  δική μας λιγοπιστία. Στ μικρά λοιπόν λλκα τ μεγάλα κύματα κα προβλήματα τς ζως μας, ναγνωρίζοντας τνλιγοπιστία μας ς κραυγάζουμε μ θέρμη στν Κύριο: «Κύριε, σσον με». Κα  Κύριος θά μς πιάν π τ χέρι κα θά μς νισχύ στν πορεία μας κα θά μς κρατ λόρθους πάνω π’ τ κύματα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα σχόλια σας θα πρέπει να αναφέρονται στη συγκεκριμένη ανάρτηση και να διατυπώνονται κόσμια ακόμα και αν διαφωνείτε.

Παρακαλούμε να χρησιμοποιείτε ελληνικούς χαρακτήρες.