Ποιμαντικό και όχι Δογματικό το ζήτημα
Πρωτοπρεσβυτέρου Χριστοφόρου Χρόνη
Κληρικού Ι.Μ. Αιτωλίας κ΄ Ακαρνανίας (Δρ. Θεολογίας-Μ.Α. Φιλοσοφίας)
Άρχισε δειλά-δειλά να γίνεται λόγος περί αλλαγής του τρόπου μετάδοσης του σώματος και του αίματος του Χριστού στους πιστούς. Το παράδοξο δεν είναι ότι η φιλολογία αυτή καλλιεργείται από ανθρώπους άγευστους της εκκλησιαστικής και μυστηριακής ζωής (σύμφωνα με τα τωρινά δεδομένα, διότι αυτά αλλάζουν. Πρώην τέτοιοι άγευστοι, όταν «ἦλθον εἰς ἑαυτόν», έφτασαν σε ανείπωτα πνευματικά ύψη-π.χ. Απ. Παύλος, Μαρία η Αιγυπτία, Σαμαρείτιδα, αγία Πελαγία,
Μωυσής ο Αιθίοπας, άγιος Βάρβαρος, άγιος Αχμέτ ο νεομάρτυς και άλλοι αναρίθμητοι).
Το παράδοξο είναι ότι από χείλη εκκλησιαστικών ανδρών, αρχιερέων-ιερέων θεολόγων, του εσωτερικού και του εξωτερικού, γίνεται πλέον λόγος για την αλλαγή αυτή. Το επιχείρημα είναι ότι ο τρόπος μετάδοσης της Θείας Κοινωνίας δεν είναι δογματικό ζήτημα. Έτσι θα μειωθούν οι πιθανότητες μετάδοσης κάποιας μεταδοτικής ασθένειας και το κυριότερο, θα πάψουν να σκανδαλίζονται άνθρωποι με ελλιπή, στρεβλή ή και ανύπαρκτη πίστη. Για την Εκκλησία ποτέ δεν τέθηκε θέμα αλλαγής του τρόπου μετάδοσης των τιμίων δώρα από φόβο μετάδοσης μεταδοτικών ασθενειών, όπως θα καταδειχθεί παρακάτω. Όσον αφορά το θέμα του σκανδαλισμού, αυτό ουσιαστικά είναι ανύπαρκτο. Ποτέ ένας πιστός δεν θα σκανδαλισθεί και δεν θα φοβηθεί, σε αντίθεση με έναν που αμφιβάλλει και φοβάται και ο οποίος καλά κάνει και δεν προσέρχεται στη Θεία Κοινωνία διότι τότε οπωσδήποτε θα ασθενήσει, σύμφωνα με τον παύλειο λόγο «ὁ γὰρ ἐσθίων καὶ πίνων ἀναξίως κρῖμα ἑαυτῷ ἐσθίει καὶ
πίνει, μὴ διακρίνων τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου, διὰ τοῦτο ἐν ὑμῖν πολλοὶ ἀσθενεῖς καὶ ἄρρωστοι καὶ κοιμῶνται ἱκανοί».