Ετικέτες

24.5.16

Άλωση της Πόλης το 1204 από τους Φράγκους...


Αν η 29η Μαΐου είναι ημέρα πένθους για τον Ελληνισμό, διότι φέρνει στη μνήμη μας την Άλωση της Πόλης από τούς Οθωμανούς το 1453, άλλο τόσο αποφράς είναι για το Γένος μας και η 13η Απριλίου, διότι κατ’ αυτήν έπεσε η Πόλη το 1204 στους Φράγκους. Το δεύτερο γεγονός δεν υστερεί καθόλου σε σημασία και συνέπειες έναντι τού πρώτου. Αυτή είναι σήμερα η κοινή διαπίστωση της ιστορικής έρευνας. Από το 1204, η Πόλη, και σύνολη η Αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης, δεν μπόρεσε να ξαναβρεί την πρώτη της δύναμη. Το φραγκικό χτύπημα εναντίον της ήταν τόσο δυνατό, πού έκτοτε η Κωνσταντινούπολη ήταν μια πόλη καταδικασμένη να χαθεί. 

Αξίζει, συνεπώς, μια θεώρηση τού γεγονότος αυτού, έστω και στα περιορισμένα όρια ενός άρθρου. 

Στις 12 Απριλίου 1204, έπειτα από μια πεισματική και μακρόχρονη πολιορκία, κατελάμβαναν οι Φραγκολατίνοι Σταυροφόροι την Κωνσταντινούπολη. Η χριστιανική Αυτοκρατορία της Ρωμανίας/Βυζαντίου έσβηνε κάτω από το θανάσιμο πλήγμα της φραγκικής Δύσεως. Το γεγονός αυτό ήταν σημαντικότατο σε δύο κατευθύνσεις 

α)εσωτερικά, διότι σφράγισε καθοριστικά την περαιτέρω πορεία της Αυτοκρατορίας και β)εξωτερικά, διότι καθόρισε επίσης τελεσίδικα τις σχέσεις με τη Δύση, αλλά και με την ανερχόμενη δύναμη των Οθωμανών. 

Η τραγική ιστορική επιλογή τού Ρωμαίικου, πού εκφράζεται με τον γνωστό εκείνο λόγο «κρειττότερον (..) φακιόλιον (..) Τούρκων ή καλύπτρα λατινική», υποστασιώνεται στα 1204, όταν πλέον αποκαλύπτονται αδιάστατα οι διαθέσεις της Φραγκιάς έναντι της Ρωμαίικης Ανατολής. 

Από το1095 αρχίζουν οι Σταυροφορίες, εκστρατείες δηλαδή τού χριστιανικού κόσμου της Ευρώπης, με σκοπό, κατά τις επιφανειακές διακηρύξεις, την απελευθέρωση και υπεράσπιση των Αγίων Τόπων. Στις επιχειρήσεις αυτές, πού κράτησαν ως το ΙΕʹ αιώνα, πρωτοστατούσαν οι εκάστοτε Πάπες, διότι ήσαν «ιεροί πόλεμοι» κατά των απίστων. Βέβαια, η έρευνα έχει επισημάνει στις εκστρατείες αυτές και ταπεινά ελατήρια, λ.χ. τυχοδιωκτισμό, δίψα πλουτισμού κ.ά. Είναι όμως σήμερα πέρα από κάθε αμφιβολία, ότι οι Σταυροφορίες κύριο σκοπό είχαν τη φραγκική κυριαρχία στην Ορθόδοξη Ανατολή και, τελικά, τη διάλυση της Ορθοδόξου Αυτοκρατορίας της Νέας Ρώμης, πού ήταν το εμπόδιο στον επεκτατισμό και τα μονοκρατορικά σχέδια της μετα-Καρλομάγνειας Φραγκοσύνης. Το 1204, η Άλωση της Πόλης από τούς Φράγκους, η διάλυση της «Βυζαντινής Αυτοκρατορίας» και η επακολουθήσασα Φραγκοκρατία επιβεβαιώνουν την εκτίμηση αυτήν. 

Τα γεγονότα του 1204 συνδέονται με την Δʹ Σταυροφορία. Η σχετική βούληση γι’ αυτήν, εκφράσθηκε το 1199 με την ευλογία τού πάπα Ιννοκεντίου Γʹ(1198-1216),«πνευματικού πατέρα» των δύο βασικών επεκτατικών μέσων της φραγκοπαπικής εξουσίας, της «Ιεράς Εξετάσεως» και της Ουνίας (ως ιδέας). Συνεργάτης αυτόκλητος παρουσιάσθηκε ο δόγης (δούκας) της Βενετίας Δάνδολος, με το στόλο του. Σπουδαίο ιστορικό πρόβλημα είναι η εκτροπή της Δʹ Σταυροφορίας από τούς Αγίους Τόπους προς την Κωνσταντινούπολη. Ήταν σκοπός ανομολόγητος, ή τραγική σύμπτωση; 

Η πλειονότητα των ιστορικών, και μάλιστα των αδέσμευτων, δέχεται το πρώτο. Επρόκειτο για καλά οργανωμένο σχέδιο πού αποσκοπούσε στο να δοθεί ισχυρό κτύπημα στη Ορθόδοξη Αυτοκρατορία, πού περνούσε περίοδο κάμψεως, λόγω της εντάσεως τού τουρκικού κινδύνου. Κατά τα δυτικά Χρονικά, μάλιστα, κάποιοι Λατίνοι άρχοντες αρνήθηκαν να συμμετάσχουν, όταν έμαθαν την αλλαγή τού σκοπού της Σταυροφορίας. Οι περισσότεροι, όμως, συμβιβάσθηκαν από οικονομική ανάγκη. Έμειναν κυρίως οι «μυημένοι» στη συνωμοσία κατά της Νέας Ρώμης, κάτω από την «πνευματική» ηγεσία τού Πάπα και τη στρατιωτική τού Δόγη, πού μετέβαλε την Βενετία σε θαλασσοκράτειρα δύναμη, με την εκμηδένιση τού «Βυζαντίου». Ο Βενετικός στόλος μετέφερε στην Προποντίδα άγριες μάζες Φλαμανδών, Φράγκων, Γερμανών, εγκληματίες, καιροσκόπους. Η αμοιβή τού Δόγη: η μισή λεία από τη λεηλασία της πλουσιότερης πρωτεύουσας τού τότε κόσμου. 

Βέβαια, τα Φραγκοπαπικά σχέδια διευκολύνθηκαν από την εσωτερική αρρυθμία της Ανατολικής Αυτοκρατορίας. 
Από τον ΙΑʹ αιώνα άρχισε προοδευτικά η παρακμή της. Το 1071, στο Ματζικέρτ, ο «βυζαντινός» στρατός δέχθηκε μεγάλη ήττα από τούς Σελτζούκους Τούρκους, με συνέπεια την απώλεια μεγάλου τμήματος της Μ. Ασίας. 
Παράλληλα (1071) χάθηκε το τελευταίο έρεισμα της Κωνσταντινουπόλεως στην Ιταλία, η Βάρις, πέφτοντας στα χέρια των Νορμανδο-φράγκων. 
Οι ανορθωτικές προσπάθειες των Κομνηνών δεν είχαν σημαντικά αποτελέσματα και το κράτος υποχωρεί σταδιακά στην οικονομική ισχύ των ιταλικών πόλεων. Η Αυτοκρατορία παραχωρεί σημαντικά προνόμια στη Βενετία, Πίζα και Γένουα, με αντάλλαγμα στρατιωτική βοήθεια. Το αποτέλεσμα, όμως, ήταν να δημιουργηθούν ακμαίες δυτικές παροικίες στην Ανατολή, μεταβάλλοντας το έδαφος της Αυτοκρατορίας σε δικό τους εμπορικό χώρο. Οι Ιταλο-φράγκοι εδραιώθηκαν στην Ανατολή και ενίσχυσαν τη βουλιμία της ευρύτερης φραγκικής οικογένειας.

Αλλά και το κοινωνικό κλίμα της Κωνσταντινουπόλεως ήταν την εποχή αυτή αρκετά αντίξοο. Η Πόλη έχει πια απομονωθεί και αναπτύσσονται φυγόκεντρες τάσεις, λόγω της δυσαρέσκειας των επαρχιών. Διοίκηση και πολίτες συναγωνίζονται μεταξύ τους σε διαφθορά. 
Οι φορολογίες είναι δυσβάστακτες και βαρύνουν τούς πολίτες των επαρχιών. Η κεντρική εξουσία αμφισβητείται και σημειώνονται επαναστατικά κινήματα. 
Η φήμη για τη μυθώδη πολυτέλεια της Πόλης και των κατοίκων της είχε διαδοθεί και στη Δύση, με εύλογες συνέπειες. Τα αμύθητα πλούτη της Κωνσταντινουπόλεως έτρεφαν τη φαντασία των πολλών και διευκόλυναν τα επεκτατικά σχέδια των λίγων, της φραγκικής ηγεσίας. Βέβαια, οι ανύποπτοι επαρχιώτες της Αυτοκρατορίας είδαν στην αρχή ως θεία τιμωρία την καταστροφή της Κωνσταντινουπόλεως από τούς Φράγκους, ο δε όχλος της έλαβε μέρος στη λεηλασία. Αργότερα, όμως, θα συνειδητοποιηθούν οι σκοποί των Φράγκων και θα εκτιμηθούν σωστά τα γεγονότα. 

Η οργάνωση της Σταυροφορίας άρχισε το 1201.Σημαντικοί Φράγκοι φεουδάρχες δήλωσαν συμμετοχή: ο κόμης της Φλάνδρας Βαλδουΐνος, ο κόμης της Καμπανίας Τιμπώ, ο ιστορικός Γοδεφρείδος Βιλλεαρδουΐνος και ο μαρκήσιος Βονιφάτιος Μομφερατικός. 

Η συγκέντρωση τού στρατού έγινε στον Ιούνιο τού 1202, στη Βενετία. Το Νοέμβριο τού 1202, καταλήφθηκε για λογαριασμό των Βενετών, η δαλματική πόλη Ζάρα, πού είχε αποστατήσει και υπαχθεί στο βασίλειο της Ουγγαρίας. Οι δυναστικές έριδες στην Κωνσταντινούπολη («Άγγελοι») διευκόλυναν -ως συνήθως- τα δυτικά σχέδια. 
Οι Σταυροφόροι, στις 24.5.1203 ξεκίνησαν από τη Ζάρα και μέσω Κερκύρας κατευθύνθηκαν για την Κωνσταντινούπολη. 
Η θέα της πόλεως τούς άφησε κατάπληκτους.«Δεν μπορούσαν να φαντασθούν πως υπήρχε στον κόσμο τόσο ισχυρή πόλη» σημειώνει ο Γ. Βιλλεαρδουΐνος στην «Ιστορία» του. 
Στις 6 Ιουλίου άρχισε η πρώτη πολιορκία, με λεηλασίες στα προάστια και τις ακτές της Προποντίδας. Προσπάθεια των πολιορκουμένων τη νύκτα της Πρωτοχρονιάς τού 1204, να πυρπολήσουν τον εχθρικό στόλο, απέτυχε. Επικράτησε τότε αναρχία.
 
Στις 25 Ιανουαρίου, ο λαός ανακήρυξε αυτοκράτορα τον Νικόλαο Καναβό, ενώ ο αυτοκράτορας Αλέξιος Δʹ συνελήφθη και εκτελέστηκε (8.2.1204). Νέος αυτοκράτορας εκλέχθηκε ο Αλέξιος Εʹ ο Μούρτζουφλος. Μάταια προσπάθησε να οργανώσει την άμυνα και να περιορίσει τις λεηλασίες. 

Οι Σταυροφόροι, ήδη τον Μάρτιο τού 1204 είχαν υπογράψει συνθήκη για την τύχη της Αυτοκρατορίας μετά την πτώση της πρωτεύουσας. 
Βασικές αποφάσεις: θα εκλεγόταν Λατίνος Αυτοκράτορας και Λατίνος Πατριάρχης. Έτσι, φάνηκαν και οι αληθινοί σκοποί της εκστρατείας. Επίσης, καθορίστηκε ο τρόπος διανομής της λείας και των εδαφών της Αυτοκρατορίας. 
Η μεγάλη επίθεση κατά τού θαλασσίου τείχους έγινε στις 9 Απριλίου. Η τελική όμως επίθεση έλαβε χώρα στις 12, και ξημερώνοντας 13, έπεσε η Πόλη. 
Η ηγεσία είχε ήδη διαλυθεί. Αυτοκράτωρ και ευγενείς εγκατέλειψαν την πόλη και μόνο οι κληρικοί έμειναν, για να προϋπαντήσουν τούς Σταυροφόρους και να τούς δηλώσουν την υποταγή της Βασιλεύουσας. Ο λαός πίστευε στα χριστιανικά αισθήματα των νικητών, αλλά διαψεύστηκε οικτρά. 

Η συμπεριφορά των Σταυροφόρων αποκάλυψε στους Ανατολικούς τη φραγκική Δύση, εκατόν πενήντα χρόνια μετά το εκκλησιαστικό σχίσμα. 
Έγιναν από τούς Φράγκους ακατονόμαστες πράξεις αγριότητας και θηριωδίας. Φόνευαν αδιάκριτα γέροντες, γυναίκες και παιδιά. Λεηλατούν και διαρπάζουν τον πλούτο της «βασίλισσας των πόλεων τού κόσμου». Στη διανομή των λαφύρων μετέσχε, κατά συμφωνία, και ο Πάπας. 

Το χειρότερο: πυρπόλησαν το μεγαλύτερο μέρος της Πόλης και εξανδραπόδισαν ένα τμήμα τού πληθυσμού της. Σε αυτά πρέπει να προστεθούν οι βιασμοί των γυναικών και τα άλλα κακουργήματα. Μόνο την πρώτη μέρα, φονεύθηκαν 7.000 κάτοικοι της Πόλης. 
Ιδιαιτέρως δε, στόχος της θηριωδίας ήταν ο Κλήρος. Επίσκοποι και άλλοι κληρικοί υπέστησαν φοβερά βασανιστήρια και κατασφάζονταν με πρωτοφανή μανία. Ο Πατριάρχης μόλις μπόρεσε, ξυπόλυτος και γυμνός, να περάσει στην απέναντι ακτή. 

Η Κωνσταντινούπολη απογυμνώθηκε από τούς θησαυρούς της. Εσυλήθησαν οι ναοί και αυτή η Αγία Σοφία, μάλιστα μέσα σε σκηνές φρίκης. Στη λεηλασία πρωτοστατούσε ο λατινικός Κλήρος. 
Κανείς δεν φανταζόταν ότι η Πόλη θα έκρυβε τόσο ανεκτίμητους θησαυρούς. 
Επί πολλά χρόνια, τα δυτικά πλοία μετέφεραν θησαυρούς της στη Δ. Ευρώπη, όπου και σήμερα κοσμούν εκκλησίες, μουσεία και ιδιωτικές συλλογές (π.χ. Άγιος Μάρκος, Βενετία). Ένα μέρος των θησαυρών (κυρίως χειρόγραφα) καταστράφηκε. Μέγα μέρος από τούς «βυζαντινούς» θησαυρούς τού Αγ. Μάρκου εκποιήθηκε το 1795 από τη Βενετική Δημοκρατία για πολεμικές ανάγκες. 

Βαθύτερα ίχνη από την ίδια την καταστροφή «της Πόλης των πόλεων» χαράχθηκαν μέσα στις ψυχές των Ορθοδόξων. 
Για τούς Ρωμηούς, ήταν πια απόλυτα βεβαιωμένο ότι η Δʹ Σταυροφορία είχε απ’ αρχής στόχο την άλωση της Πόλης και τη διάλυση της Ρωμαίικης Αυτοκρατορίας. 
Και είναι γεγονός, ότι οι δυτικές πηγές βλέπουν την καταστροφή της Κωνσταντινουπόλεως ως τιμωρία των «αιρετικών» (Γραικών), πού ήσαν «ασεβείς και χειρότεροι από τούς Εβραίους». Την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως, τη βλέπουν ως «νίκη της Χριστιανοσύνης». Το χάσμα, συνεπώς, μεταξύ Ανατολής και Δύσεως, πού είχε ανοίξει με το Σχίσμα (1054), γίνεται τώρα αγεφύρωτο. Οι «Βυζαντινοί» είχαν την ευκαιρία, άλλωστε, να ζήσουν το μίσος των Φράγκων εναντίον τους. 

Κατά τον ιστορικό Νικήτα Χωνιάτη, αυτόπτη μάρτυρα της Αλώσεως, η αρπακτικότητα και βαρβαρότητα των Σταυροφόρων δεν συγκρίνεται με την ηπιότητα των Μουσουλμάνων, οι οποίοι, μόλις κατέλαβαν τα Ιεροσόλυμα, αρκέστηκαν απλώς στην επιβολή μικρού φόρου, αποφεύγοντας κάθε βιαιότητα. 

Οι «Βυζαντινοί» συνειδητοποίησαν ότι μετά το 1204, οι Λατίνοι-Φράγκοι ήσαν ο ουσιαστικός εχθρός τους, γιατί μόνο από αυτούς κινδύνευε η ορθόδοξη πίστη και η Παράδοση τού Γένους. Έτσι, διαμορφώθηκε η στάση των Ανθενωτικών, που προέκριναν την πρόσκαιρη συνεργασία με τούς Οθωμανούς από τη «φιλία» των Φράγκων, επιλέγοντας μεταξύ δύο κακών. Μια στάση πού θα εκφρασθεί θεολογικά από τον άγιο Κοσμά τον Αιτωλό το ΙΗʹ αιώνα. 

Η Άλωση τού 1204, όμως, είχε και ευεργετικές συνέπειες σε μια άλλη διάσταση. Ο μέσος Ρωμιός θα συνειδητοποιήσει τη σημασία της διαλύσεως της Αυτοκρατορίας. Όσο μάλιστα θα παρατείνεται η Φραγκοκρατία, η αντιπάθεια εναντίον των Λατίνων θα μεταστοιχειωθεί σε ομοψυχία. Λόγω δε της διασπάσεως της ενότητος των επιμέρους εθνοτήτων της Αυτοκρατορίας μετά το 1204, θα αρχίσει ο τονισμός της εθνικότητας, με εμφάνιση της εθνικής συνειδήσεως. Ο τραυματισμός δε τού εθνικού γοήτρου, θα γεννήσει τη Μεγάλη Ιδέα, ως πόθο επανακτήσεως της Κωνσταντινουπόλεως και ανασυστάσεως της Αυτοκρατορίας. 

Ένα από τα σημαντικότερα βιβλία πού έχουν γραφεί για την Άλωση της Πόλης από τούς Φράγκους είναι τού ERNLE BRADFORD, THE GREAT BETRAYAL (Η μεγάλη προδοσία), Λονδίνο 1966. Γερμανική μετάφραση (der verrat von 1204) το 1978 (σσ. 322). Το βιβλίο διαιρείται σε 18 κεφάλαια και περιέχει και σειρά πινάκων τού ζωγράφου PALMA IL GIOVANE (ΙΣΤʹ αι).
Ο συγγραφέας, αποτιμώντας αντικειμενικά τα πράγματα, χαρακτηρίζει την άλωση και λεηλάτηση της Κωνσταντινουπόλεως από τούς Φράγκους, ως μια«από τις φοβερότερες πράξεις της Ιστορίας». Ονομάζει, μάλιστα, την Πόλη «προμαχώνα της Δύσεως». «Ο χωρισμός και απομόνωση της ανατολικής από τη δυτική Ευρώπη ανάγεται σε τελευταία ανάλυση σε αυτό το γεγονός». 

Οι συνέπειές του είναι αισθητές ως σήμερα. Στη διάσπαση της Αυτοκρατορίας ο συγγραφέας αποδίδει το μεταγενέστερο «βαλκανικό πρόβλημα», ως και τη διαίρεση της Ευρώπης σε Ανατολική και Δυτική. 

Ως κύριο αίτιο της εκτροπής της Δʹ Σταυροφορίας θεωρεί το μίσος των Φράγκων κατά της Ορθοδόξου Ανατολής. Καταδικάζει τη στάση τού Πάπα και των δυτικών Χριστιανών για την «καταστροφή ενός χριστιανικού πολιτισμού» και αποκαλεί τούς καταστροφείς Σταυροφόρους «βαρβάρους». 
Σημαντικότατη είναι η διαπίστωσή του, ότι «η συμπεριφορά των χριστιανών κατακτητών στα 1204, ήταν πολύ χειρότερη από εκείνη των Τούρκων το 1453. Οι δυτικοί κατακτητές μισούσαν περισσότερο τούς εν πίστει αδελφούς τους από όσο οι Μουσουλμάνοι δύο αιώνες μετά». 
Δέχεται δε και αυτός, ότι μία από τις σοβαρότερες συνέπειες τού 1204 ήταν το άνοιγμα τού δρόμου τ ων Τούρκων προς την Ευρώπη. 

Χρειάστηκε, πραγματικά, πολλή τόλμη και ευσυνειδησία για να γραφεί αυτό το βιβλίο, ένα από τα λίγα πού έχουν γραφεί για την «προδοσία τού 1204», διότι η δυτική ιστοριογραφία φροντίζει επιμελώς να ρίχνει το φώς της έρευνας μονομερώς στο 1453.

του πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Μεταλληνού.


Πηγή: www.elkosmos.gr


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα σχόλια σας θα πρέπει να αναφέρονται στη συγκεκριμένη ανάρτηση και να διατυπώνονται κόσμια ακόμα και αν διαφωνείτε.

Παρακαλούμε να χρησιμοποιείτε ελληνικούς χαρακτήρες.