Ετικέτες

19.3.21

Η Ποίηση στον Κανόνα του Ακάθιστου Ύμνου

 

γράφει ο Θ. Μαυρομούστακος


Είναι αναμφισβήτητο ότι ο Κανόνας του Ακάθιστου Ύμνου εκτός από τα βαθειά Θεολογικά μηνύματα που προσφέρει είναι και ποιητικότατος, γεμάτος ένθεο λυρισμό. Στο σημερινό άρθρο θα δώσουμε παραδείγματα όπου τέτοιες ποιητικότατες εκφράσεις σηματοδοτούν βαθύτατα τα  Θεολογικά μηνύματα του Κανόνα του Ακάθιστου Ύμνου.

Στην τέταρτη Ωδή  η Θεοτόκος Μαρία αναφέρεται ως «πίον όρος  και τετυρωμένον εν πνεύματι».  Ας προσπαθήσουμε να τον ερμηνεύσουμε. Πίον σημαίνει το παχύ και λιπαρό. Τετυρωμένο σημαίνει αυτό που έχει πυκτωθεί ως τυρός (=τυρί). Είναι δηλαδή ένα όρος όπου το δάσος του είναι απροσπέλαστο, τα δέντρα του είναι τόσο πυκνά όπου είναι αδύνατο να διαπεραστεί.

Ας προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε τη συμβολική σημασία του ποιητικότατου αυτού στίχου. Η Παναγία μας παρόλο που συνέλαβε το δεύτερο μέλος της Αγίας Τριάδας, τον Ιησού Χριστό και έτεκεν αυτόν μετατρέποντας τον ευατόν της σε Θεοτόκο, στην πράξη όμως η μήτρα της έμεινε ανέπαφη, ανέροτη (=ακαλιέργητη), ήταν δηλαδή «λιπαρή και τετυρωμένη» άτρωτη από  σπέρμα. Κανένα σπέρμα ανθρώπινο δεν μπορούσε να εισέλθει σ’ αυτό το βαθύ και σκιώδες δάσος που βρίσκεται στο σώμα της, αποτελεί τη μήτρα της. Η σύλληψη της έγινε με τη βοήθεια του Αγίου Πνεύματος. Ήταν μια σύλληψη υπερφυσική επειδή ήταν «τετυρωμένη εν Πνεύματι». Αυτή η τυρωμένη μήτρα δέκτηκε μόνο σπέρμα το οποίο εισήγαγε το Άγιο Πνεύμα. Ευδόκησε δηλαδή η Αγία Τριάς ως δοχείο να δεχτεί το δεύτερο Πρόσωπο της. Η σύλληψη ήταν άσπορος και υπερφυσική. Δεν μπορεί να εξηγηθεί με τα γνωστά επιστημονικά φαινόμενα τα οποία βιώνουμε στην ανθρώπινη ζωή. Αποτελεί ένα μυστήριο στο οποίο μόνο η πίστη μπορεί να εμβαθύνει.

Συνεχίζοντας στην ίδια  Ωδή παρομοιάζεται η Παρθένος Μαρία ως «λυχνία και στάμνος μάνα φέρουσα». Η Θεοτόκος είναι η επτάφωτη χρυσή λυχνία η οποία τοποθετήθηκε κατ’ αρχή στη Σκηνή του Μαρτυρίου κατόπιν εντολής του Θεού προς τον Μωυσή και βρισκόταν στους Ιουδαϊκούς Ναούς για να τους φωτίζει. Σήμερα ακόμη και σε Ορθόδοξους Ναούς βρίσκουμε τέτοιες λυχνίες οι οποίες είναι δωδεκάφωτες ώστε να συμβολίζουν τους Δώδεκα Αποστόλους που κήρυξαν το Ευαγγέλιο στα πέρατα της  Γης. Στην προ του Χριστού εποχή αυτή ήταν επτάφωτη επειδή ο αριθμός επτά αποτελούσε «άγιο» και συμβολικό αριθμό στους Ιουδαίους. Ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο σε επτά μέρες και ο Χριστός και ο Χρόνος καθορίσθηκε με βάση την εβδομάδα. Το επτά συμβολίζει την «τελειότητα». Δεν είναι τυχαίο που ακόμη και σήμερα χρησιμοποιούμε τη φράση  «έχε τα μάτια σου δεκατέσσερα». Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να προσέχουμε σε τέλειο βαθμό για να μην μας συμβεί κάποιο κακό. Το κάθε μάτι δηλαδή θα πρέπει να προσέχει επτά φορές, κατά τέλειο βαθμό ώστε και τα δύο αθροιστικά να δώσουν τον αριθμό δεκατέσσερα!

Η Παναγία μας είναι και στάμνα η οποία φέρει το μάνα. Όπως γνωρίζουμε οι Εβραίοι στην πορεία τους μετά τη φυγή τους από την Αίγυπτο στην έρημο πείνασαν. Εισήλθαν σε μέρη άγονα όπου δεν μπορούσαν να βρουν τροφή. Τότε ο Θεός τους έστειλε τροφή «εξ ουρανών», το μάνα. Τροφή με την οποία αφού έφαγαν γλύτωσαν από τον Θάνατο και διεσώθησαν. Προς ενθύμηση του γεγονότος αυτού ο Μωυσής μίλησε στον Ααρών και του είπε να γεμίσει με μάννα ένα δοχείο, μια στάμνα χρυσή και να την εναποθέσει στην Κιβωτό της Διαθήκης που βρισκόταν στα Άγια των Αγίων της Σκηνής του Μαρτυρίου . Επομένως η Παναγία είναι η στάμνα η οποία φέρει το μάνα, τη Σωτηρία όλων των βρωτών. Ο Χριστός αποτελεί το μάνα της σωτηρίας, γι’ αυτό ονομάζεται και Σωτήρας. Είναι αυτός που ενανθρωπίσθηκε με μόνο σκοπό τη σωτηρία του ανθρώπινου γένους. Το μάνα αυτό χώρησε στη στάμνα, τη μήτρα της Παναγίας. Κι’ όπως συνεχίζει ο Κανόνας αυτό το μάνα γλυκαίνει τα αισθητήρια των ευσεβών. Αυτών που καλώς σέβονται και τιμούν το όνομα του.

 

Η Παναγία ως επτάφωτη λυχνία, η αμόλυντη Παστάς (=νυφικός θάλαμος) του Λόγου (=Χριστός, αποτελεί τη λογική και λαλιά του Θεού) μας προσφέρει το τέλειο φως. Μας φωτίζει να γνωρίσουμε τα διδάγματα του υιού της και να τον μιμηθούμε. Μας βοηθά ως μεσίτρια να προσλάβουμε το άπλετο φως της Θεολογικής γνώσης.  Γι’ αυτό και η Θεοτόκος Μαρία, το ρόδο το αμάραντο έγινε προστάτιδα και ελευθερώτρια του Έθνους. Αυτή που βοηθά σε κάθε αγώνα αμυντικό κατά του Εχθρού και που βοηθά σε κάθε αγώνα κατά του Διαβόλου που μάχεται να μας παρασύρει στα άδυτα της «χαμαιζηλίας». Στην αγάπη και ζήλο των γήϊνων και όχι υπερουρανίων αγαθών.  

Όπως δηλώνεται στην έκτη Ωδή είναι η αιτία της Θεώσεως μας. Παραβάλλεται η μητέρα του Θεού με παστάδα στην οποίαν ο ουράνιος Νυμφίος σύναψε γάμο με  την Εκκλησία του, ενώθηκε δηλαδή μυστικά, αγάπησε και αγίασε το μυστικό σώμα του, την άφθαρτη σάρκα του. Στους γάμους αυτούς επιτυγχάνεται η θέωση του κόσμου. Είναι για τον λόγο αυτό που η σεμνή Κόρη του Θεού  αποτελεί την αιτία της Θεώσεως μας. Στην ένωση Θεού και ανθρώπου που επιτεύχθηκε στην άσπορη μήτρα της, γεννήθηκε η πνευματική ανακαίνιση της κτίσεως.   Γίνεται άνθρωπος ο Θεός και θεοποιείται ο άνθρωπος. Κατεβαίνει στη γη ο Πλάστης και ανεβαίνει στον ουρανό το πλάσμα του.  Όλ’ αυτά δεν θα γίνονταν, αν δεν υπήρχε ο τόπος της συναντήσεως, τον οποίον καθόρισε η απειρόσοφη πρόνοια του Θεού, η παστάδα η άσπιλη Παναγία μας για να τελεσθούν οι γάμοι του κόσμου με τον Θεό. Η Ωδή συνεχίζει τονίζοντας ότι η Πανάχραντη μητέρα του Θεού είναι των Προφητών περιήχημα και Αποστόλων το εγκαλώπισμα. Είναι   το επίκεντρο δηλαδή της παλαιάς και της νέας θείας οικονομίας. Ο  προφητικός λόγος στόχευε στην ανάδειξη του μυστηρίου του Χριστού, στην καρδιά του οποίου βρισκόταν η Παναγία, που ο Θεός θέλησε να καταστεί όχημα της  θείας ενανθρωπήσεως. 

Η Έκτη Ωδή συνεχίζει με απείρου κάλλους ποιητικές εικόνες «εκ σου η δρόσος απέσταξε, φλογμόν (=φλόγα)  πολυθεΐας η λύσασα· όθεν βοώμεν σοι· χαίρε ο πόκος (=μαλλί)  ο ένδροσος, ον Γεδεών, Παρθένε, προεθεάσατο». Η Παναγία δεν αποτελεί μόνο την αιτία της θέωσης μας, αλλά είναι και η ακένωτος και αεννάως ρέουσα πηγή η οποία έσβησε τη φλόγα της πολυθεΐας που προήλθε από την πτώση του ανθρώπου. Είναι το ξηρό μαλλί αφού κατείχε μήτρα άσπορη αλλά η οποία έγινε ένδροσος με την επέμβαση του Αγίου Πνεύματος. Με τον τρόπο αυτή γίνεται το λιμάνι στους πιστούς που κλυδωνίζονται στα ισχυρά θαλάσσια κύμα και « ορμητήριον, εν τω πελάγει των θλίψεων, και των σκανδάλων πάντων, του πολεμήτορος (=διαβόλου που μας πολεμά)».  Η Στ΄ Ωδή τελειώνει με το «Χαράς αιτία χαρίτωσον, ημών τον λογισμόν του κραυγάζειν σοι· χαίρε η άφλεκτος βάτος, νεφέλη ολόφωτε η τους πιστούς απαύστως επισκιάζονσα». Δύο είναι και εδώ οι παραλληλισμοί που αξίζουν το ενδιαφέρον μας. Οι πιστοί τη χαιρετίζουν  ως «άφλεκτον βάτον», που είδε ο Μωϋσής στο όρος Χωρήβ.  Η βάτος αυτή   ενώ ήταν ζωσμένη από φλόγες, δεν κατεκαίετο. Το γεγονός αυτό προτυπώνει την άσπιλο σύλληψη της Θεοτόκου Μαρίας. Η φωτιά του Θεού, η οποία την περιέβαλε, δεν κατέστρεψε την παρθενία   της.   Αυτή η  απερινόητη  γέννηση του Χριστού  άφησε την τεκούσαν Θεοτόκον  αδιάφθορη. Τη  χαιρετίζουν οι πιστοί επίσης ως «νεφέλην ολόφωτον». Ας θυμηθούμε ότι κατά την έξοδο από την Αίγυπτο μια  νεφέλη   οδηγούσε τους Εβραίους στη γη των Πατέρων τους. Αυτό προτυπώνει επίσης  τη νεφέλη της Θεοτόκου, η οποία επισκιάζει τους πιστούς. Με τον τρόπο αυτό τους καθοδηγεί στην πορεία τους προς τη Θέωση, την άνω Ιερουσαλήμ (=την πόλη του Θεού), την πόλη των θείων υποσχέσεων και των επαγγελιών, στη γη της επαγγελίας όπου  ρέει το μέλι και το γάλα της θείας βασιλείας.

Στην Α΄ Ωδή η Παναγία ονομάζεται επισης δοχείο χαράς επειδή ακριβώς χώρησε τον αχώρητο. Επειδή ακριβώς δέχτηκε τον του κόσμου ιλαστήριο. Επειδή ακριβώς κυοφόρησε τον του Κόσμου Άχραντο και Αμόλυντο τον Θεάνθρωπο Χριστό. Σε αυτό το δοχείο της χαράς ελύθη η κατάρα(=αρά) της προμήτορος Εύας. Η Εύα έφερε την αμαρτία στη Γη με την παρακοή. Γι’ αυτό η πράξη της είναι καταραμένη, βλαπτική η οποία έφερε το στίγμα της ανυπακοής  προς τον δωροδότη και εντολοδόχο της αρετής. Αυτό όμως το στίγμα κατήργησε η Παναγία. Με την οσιότητα του βίου της και την ανθρώπινη γεμάτη αρετή ζωή της δέχτηκε ως  αμνάς τον αμνόν τον αίροντα τον κόσμο. Κατέστη ο όρθρος ο φαεινός η οποία έφερε τον Ήλιον Χριστόν. Έγινε φωτός κατοικητήριον. Βλάστησε τον στάχυ, τον Άρτο της ζωής. Μετατράπηκε σε έμψυχη τράπεζα, η ακένωτος πηγή που σ’ αυτή γεννήθηκε το Ζων Ύδωρ.  Η Παναγία μας, για να συνεχίσουμε τις ποιητικές εκφράσεις, γίνεται «παλάτιον του μόνου Βασιλέως (=Χριστού), ο πύρινος θρόνος του Παντοκράτορα». Αποτελεί το οσφράδιον (=άρωμα) όπου θα κυοφορήσει το μήλον το εύοσμον. Αποτελεί το «ηδύπνοον κρίνον, το ευωδιάζον τοις πιστοις», το «θυμίαμα το εύοσμον», το «μύρον το πολύτιμον». Όλοι αυτοί οι ποιητικοί παραλληλισμοί δόθηκαν σε αυτό το κοσμοϊστορικό γεγονός της Θεομητορικής γέννησης. Ένα γεγονός που άλλαξε τη ροή του Κόσμου. Όπως ήδη αναφέραμε ο Θεός κατεβαίνει από τους ουρανούς και ο άνθρωπος μπορεί να επισκεφτεί τους ουρανούς. Να γίνει συμμέτοχος της Βασιλείας του, να θεωθεί. Απελευθερωμένος με τη βοήθεια της Παναγίας μας από την αρά της αμαρτίας μπορεί να ανακαινισθεί και να οδεύσει σε μια νέα πορεία. Γίνεται πια δυνάμει «θεωμένος» κατά χάρη. Ο Άδης νεκρώνεται με την κυοφόρηση του Χριστού. Ο Χριστιανός αποκτά τη δυνατότητα της οσιότητας και θεοποίησης. Αυτή είναι η πορεία και ο στόχος ζωής του. Να εισέλθει στη Βασιλεία του Θεού, να γίνει μέτοχος αυτής και εις τους αιώνας των αιώνων κοινωνός της.

Ας λαμβάνουμε ισχύ από τη δική της δύναμη (=ρωννύμενοι σθένει σου) και ας κραυγάζομεν (=ανβοώμεν) να χαίρει η πόλη του Παμβασιλέως δεδοξασμένα και αξιάκουστα, γι’ αυτή που λάλησαν οι προφήτες, το αλατόμητο όρος (=που δεν λατομήθηκε, έμεινε παρθένο) και βάθος πνευματικό αμέτρητο.

Τελειώνοντας θα ήθελα να παραθέσω το πολύ αγαπητό μου ποίημα του βραβευθέντος με την ύψιστη τιμή του Βραβείου Νόμπελ Οδυσσέα Ελύτη. Γράφει στο ποίημα του Άξιον Εστί.

Της αγάπης αίματα με πορφύρωσαν
και χαρές ανείδωτες με σκιάσανε
οξειδώθηκα μες στη νοτιά των ανθρώπων
μακρινή μητέρα ρόδο μου ρόδο αμάραντο

Στ’ ανοιχτά του πελάγου με καρτέρεσαν
Με μπομπάρδες τρικάταρτες και μου ρίξανε
αμαρτία μου να ‘χα κι εγώ μιαν αγάπη
μακρινή μητέρα ρόδο μου ρόδο αμάραντο

Τον Ιούλιο κάποτε μισανοίξανε
τα μεγάλα μάτια της μες στα σπλάχνα μου
την παρθένα ζωή μια στιγμή να φωτίσουν
μακρινή μητέρα ρόδο μου ρόδο αμάραντο

Ο Πάνος Ζαχάριος (https://panoszacharios.gr/tis-agapis-emata-axion-esti/)  εξαίρετα ερμηνεύει τους στίχους αυτούς: «Ο Ελύτης απευθύνεται στη μακρινή Μητέρα (Παναγία, Ελλάδα, Μάνα) που μοιάζει με αιώνια έφηβη. Την αγάπησε, αλλά ξόδεψε τη ζωή του, γέρασε μέσα στην καταλυτική επίδραση της επικοινωνίας των ανθρώπων. Τον πολέμησαν γι’ αυτή του την αμαρτία με όλα τα μέσα. `Οταν την γνώρισε κάποιο Ιούλιο η ζωή του φωτίστηκε. Κι όμως του καταράστηκαν σαν αγαπά να ζει στο αίμα και σκληρά. Κι έτσι ακολούθησε τη μοίρα της πατρίδας του την ίδια πορεία, με την ανθρώπινη της, σκληρή ζωή και αίμα, αλλά το αίμα το πολεμά με την αγάπη».



Μήτηρ Θεού. Η χώρα του αχωρήτου.

 Μονή της Χώρας, Κωνσταντινούπολη


Σημείωση: Το άρθρο δημοσιεύεται με την άδεια του συγγραφέα.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΝΑΥΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα σχόλια σας θα πρέπει να αναφέρονται στη συγκεκριμένη ανάρτηση και να διατυπώνονται κόσμια ακόμα και αν διαφωνείτε.

Παρακαλούμε να χρησιμοποιείτε ελληνικούς χαρακτήρες.