ΈΝΑΣ ΑΓΙΟΣ Γέροντας έμενε με τον υποτακτικό του σε μια καλύβη, όχι μακριά από ένα κεφαλοχώρι. Κάποτε έπεσε στον τόπο μεγάλη δυστυχία κι ο φτωχός κόσμος πέθαινε σχεδόν από την πείνα. Πολλοί στην απελπισία τους πήγαιναν και κτυπούσαν στην καλύβη του ερημίτη. Εκείνος πάλι, που ήτο πολύ ελεήμων, έδινε με την καρδιά του απ' ό,τι τύχαινε να έχη. Ο υποτακτικός όμως που έβλεπε με τρόπο το ψωμί τους να λιγοστεύη, είπε μια μέρα στενοχωρημένος στο Γέροντα: