Ετικέτες

23.8.19

ΕΜΦΥΛΙΟΣ 1946-49: Mε ποιους ήταν ο Κάιν;

Αποτέλεσμα εικόνας για ΕΜΦΥΛΙΟΣ 1946-49: Mε ποιους ήταν ο Κάιν;


Μετάφραση: Ευάγγελος Δ. Νιάνιος
(Μετά το 1945 – τη λήξη του 2ου Παγκόσμιου Πολέμου -όλες οι ευρωπαϊκές χώρες επιδόθηκαν στην επούλωση των πληγών και την ανόρθωση των ερειπίων. Ολες, πλήν της Ελλάδας η οποία σύρθηκε σε έναν εμφύλιο σπαραγμό που κράτησε μέχρι το 1949. Αυτός ο πόλεμος είναι η βασική αιτία που η Δύση πέρασε «το λουρί στο σβέρκο» της πατρίδας και την οδηγεί από ταπείνωση σε ταπείνωση. Και σε πιάνει ιερή αγανάκτηση όταν η άφρονη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ εγκαινιάζει μνημεία «μαρτύρων» της – ναούς μίσους – και σύγκριο όταν βλέπεις όλη την νομενκλατούρα της Αριστεράς να περιεργάζεται με περισσή περηφάνεια και ζήλεια το περίστροφο του Μπελογιάννη, αντί να το πετάξει στο βαθύτερο σημείο του Αιγαίου. Ευτυχώς, ο εφιάλτης πέρασε. Γιατί υπάρχει, τουλάχιστο, και ένας παπαΓιώργης Σκρέκας (1910-1947) που κάποιοι τον σταύρωσαν σε έλατο Μεγάλη Παρασκευή…

Εις μνημόσυνον ΟΛΩΝ των νεκρών του Εμφυλίου, και ειδικότερα – επιτρέψτε μου - του πατέρα ο οποίος, στρατευθείς τυφεκιοφόρος του Στρατού, δεν έριξε ποτέ σε άνθρωπο, δημοσιεύουμε την επιστολή που έστειλε το 1938 η Σιμόν Βέιλ* στον Ζωρζ Μπερνανός** επιστρέφοντας από τα μέτωπα του Ισπανικού εμφύλιου πολέμου…Ε.Δ.Ν.)
Κύριε,
Είναι κατά τι γελοίο να γράφεις σε έναν συγγραφέα, ο οποίος κατακλύζεται πάντοτε, ως εκ της φύσεως του επαγγέλματός του, από επιστολές. Αδυνατώ όμως να μην το κάνω μετά την ανάγνωση του βιβλίου σας Τα Μεγάλα Κοιμητήρια στο φεγγαρόφωτο. Όχι ότι είναι η πρώτη φορά που με συγκινεί ένα βιβλίο σας· το Ημερολόγιο ενός επαρχιώτη ιερέα είναι, κατά τη γνώμη μου, το πιο όμορφο, τουλάχιστον απ’ όσα έχω διαβάσει, και πραγματικά ένα σπουδαίο βιβλίο. Αλλά αν μπόρεσα να αγαπήσω και άλλα βιβλία σας, δεν δικαιούμαι να σας ενοχλώ γράφοντάς σας. Το τελευταίο, είναι κάτι άλλο· είχα μια εμπειρία αντίστοιχη με τη δική σας, αν και πολύ συντομότερη, με λιγότερο βάθος· σε διαφορετικό χώρο και βιωμένη, προφανώς - προφανώς μόνο - με ένα εντελώς διαφορετικό πνεύμα.
Η Σιμόν Βέιλ ένοπλη, στο πλευρό των Δημοκρατικών, στη Βαρκελώνη τον Αύγουστο του 1936: «Ξεκινάμε εθελοντές, με το ιδανικό της θυσίας και πέφτουμε σ’ ένα πόλεμο μισθοφόρων, με περισσότερη ακόμη ωμότητα».
Δεν είμαι καθολική, αν και - αυτό που θα πω ως μη καθολική, σίγουρα θα φανεί τολμηρό σε κάθε καθολικό, αλλά δεν μπορώ να εκφραστώ διαφορετικά - αν και τίποτε το καθολικό, τίποτε το χριστιανικό δεν μου φαινόταν ξένο ποτέ. Κάποτε έκανα τη σκέψη ότι και μόνο εάν θυροκολλούσαν στους ναούς πως απαγορεύεται η είσοδος σε οποιονδήποτε έχει εισόδημα ανώτερο από ένα ορισμένο ποσό, ελάχιστα υψηλό, θα αλλαξοπιστούσα αμέσως. Από παιδί, οι συμπάθειές μου στρέφονταν προς τις ομάδες που καμώνονταν ότι είναι τα ανώτερα στρώματα της κοινωνικής ιεραρχίας, μέχρι που συνειδητοποίησα ότι αυτές οι ομάδες από τη φύση τους αποθαρρύνουν οποιαδήποτε συμπάθεια. Η τελευταία που μου ενέπνευσε κάποια εμπιστοσύνη ήταν η ισπανική CNT [Εθνική Συνομοσπονδία Εργατών]. Είχα ταξιδέψει μερικές φορές στην Ισπανία - ελάχιστες - πριν τον εμφύλιο πόλεμο, αλλά ήταν αρκετό να αισθανθώ την αγάπη που είναι δύσκολο να μην νιώθω απέναντι σε αυτό το λαό· είχα δει στο αναρχικό κίνημα τη φυσιολογική έκφραση των μεγαλείων του και των ελαττωμάτων του, των πλέον και των λιγότερο νόμιμων προσδοκιών του. Η CNT, η FAI [Ιβηρική Ομοσπονδία Αναρχικών] ήταν ένα εκπληκτικό μίγμα, όπου δέχονταν τον καθένα, όπου, επόμενο ήταν, συνυπήρχαν η ανηθικότητα, ο κυνισμός, ο φανατισμός, η σκληρότητα αλλά και η αγάπη, το πνεύμα αδελφοσύνης, και, κυρίως, η διεκδίκηση της τόσο όμορφης τιμής των ταπεινωμένων ανθρώπων· πίστευα ότι αυτοί που εντάσσονταν σ’ αυτούς, κινούμενοι από ένα ιδανικό, θα νικούσαν όσους προωθούσαν τη βία και την ταραχή. Τον Ιούλιο του 1936, βρίσκομαι στο Παρίσι και δεν αγαπώ τον πόλεμο· αλλά αυτό που με τρόμαζε πάντα πιο πολύ στον πόλεμο είναι η κατάσταση αυτών που βρίσκονται στα μετόπισθεν. Όταν κατάλαβα ότι, παρ’ όλες μου τις προσπάθειες, αδυνατούσα να μη συμμετάσχω ηθικά σε αυτόν τον πόλεμο, δηλαδή να εύχομαι όπου και αν βρισκόμουν, κάθε ώρα, τη νίκη των μεν, την ήττα των δε, είπα στον εαυτό μου ότι το Παρίσι ήταν για μένα τα μετόπισθεν και πήρα το τρένο για τη Βαρκελώνη με την πρόθεση να στρατευθώ. Ήταν αρχές Αυγούστου του 1936.
Εγκατέλειψα την Ισπανία παρά τη θέλησή μου με την πρόθεση να επιστρέψω· μετά από αυτό, συνειδητά δεν έκανα τίποτα. Δεν ένιωθα πλέον καμία εσωτερική ανάγκη να συμμετάσχω σε έναν πόλεμο που δεν ήταν πλέον, όπως μου φάνηκε στην αρχή, ένας πόλεμος των λιμοκτονούντων αγροτών εναντίον των γαιοκτημόνων και ενός κλήρου συνένοχου των κτηματιών, αλλά ένας πόλεμος μεταξύ της Ρωσίας, της Γερμανίας και της Ιταλίας.

Αναγνώρισα αυτή την οσμή του εμφυλίου πολέμου, του αίματος και της τρομοκρατίας που αναδίδει το βιβλίο σας. Την είχα αναπνεύσει. Δεν είδα καμιά από τις εκατοντάδες ιστορίες που διηγείσθε, αυτές τις δολοφονίες γέρων χωρικών, γέρους να τρέχουν ξυλοκοπούμενοι. Μου ήταν αρκετό αυτό που έζησα. Παραλίγο να παρευρεθώ στην εκτέλεση ενός ιερέα· λίγο πριν, αναρωτήθηκα αν απλώς θα παρατηρήσω, ή θα πυροβολήσω εγώ η ίδια προσπαθώντας να παρέμβω· δεν ξέρω ακόμα τι θα έκανα αν ευτυχή συγκυρία δεν είχε εμποδίσει την εκτέλεση.
Πόσες ιστορίες συνωθούνται στην πένα μου... Αλλά θα ήταν μακροσκελή· και σε τι θα ωφελούσε; Μία μόνο αρκεί. Ήμουν στο Σιτιές όταν επέστρεφαν, νικημένες οι πολιτοφυλακές από την εκστρατεία της Μαγιόρκα. Είχαν αποδεκατιστεί. Από σαράντα νεαρά αγόρια που είχαν αναχωρήσει από το Σιτιές, εννέα είχαν σκοτωθεί. Αυτό δεν ήταν γνωστό μέχρι την επιστροφή των τριάντα ένα άλλων. Την επόμενη κιόλας νύχτα, έκαναν εννέα επιθετικές εξορμήσεις, σκότωσαν εννέα φασίστες ή υποτιθέμενους φασίστες, σε εκείνη την μικρή πόλη όπου, τον Ιούλιο, δεν είχε συμβεί τίποτε. Μεταξύ αυτών των εννέα, έναν αρτοποιό περίπου τριάντα ετών, του οποίου το έγκλημα ήταν, όπως μου είπαν, ότι ανήκε στην πολιτοφυλακή "somaten"· ο γέροντας πατέρας του, που τον είχε μοναχογιό και το μόνο στήριγμα, τρελάθηκε.
Ακόμη ένα άλλο: στην Αραγονία, μια μικρή διεθνής ομάδα είκοσι δύο πολιτοφυλάκων από όλες τις χώρες συνέλαβε, μετά από μια μικρή συμπλοκή, ένα δεκαπεντάχρονο αγόρι, που πολεμούσε ως φαλαγγίτης. Μόλις συνελήφθη, τρέμοντας σύγκορμο καθώς είχε δει τους συντρόφους του να σκοτώνονται δίπλα του, είπε ότι το είχαν επιστρατεύσει δια της βίας. Το ψάξανε, βρήκαν πάνω του μια μεταλλική εικόνα της Παναγίας και την ταυτότητα του φαλαγγίτη· το έστειλαν στον Ντουρούτι, τον επικεφαλής του συντάγματος, ο οποίος, αφού του εξέθεσε για μια ώρα τις ομορφιές του αναρχικού ιδεώδους, του έθεσε να επιλέξει ανάμεσα στο να πεθάνει ή να στρατευθεί αμέσως στις τάξεις εκείνων που τον είχαν κρατούμενο, εναντίον των χθεσινών συντρόφων του. Ο Ντουρούτι έδωσε στο παιδί 24 ώρες να αποφασίσει· μόλις πέρασαν οι είκοσι τέσσερις ώρες το παιδί είπε όχι και τουφεκίστηκε. Ο Ντουρούτι ήταν εντούτοις από πολλές απόψεις ένας θαυμάσιος άνθρωπος. Ο θάνατος αυτού του μικρού ήρωα ποτέ δεν έπαψε να βαρύνει τη συνείδησή μου, αν και δεν τον πληροφορήθηκα παρά αργότερα.
Και αυτό ακόμα: σε ένα χωριό που οι κόκκινοι και οι λευκοί πήραν, έχασαν, ξαναπήραν, ξαναέχασαν, δεν ξέρω πόσες φορές, οι κόκκινες πολιτοφυλακές, αφού το ξαναπήραν οριστικά, βρήκαν στα υπόγεια μια χούφτα καταπτοημένους, τρομοκρατημένους και πεινασμένους, ανάμεσα στους οποίους ήταν τρεις ή τέσσερις νεαροί. Σκέφτηκαν ως εξής: Αφού αυτοί οι νέοι, αντί να έρθουν μαζί μας την τελευταία υποχώρησή μας, έμειναν και περίμεναν τους φασίστες, άρα είναι φασίστες. Τους πυροβόλησαν αμέσως, έδωσαν τροφή στους άλλους και νόμιζαν ότι ήταν πολύ φιλάνθρωποι. [...]
Αλλά οι αριθμοί ίσως δεν είναι το βασικό σε τέτοια θέματα. Το βασικό είναι η στάση απέναντι στο φόνο. Δεν έχω δει ποτέ, ούτε ανάμεσα στους Ισπανούς, ούτε ακόμα και στους Γάλλους που έρχονται είτε για να πολεμήσουν, είτε να περιδιαβάσουν - οι τελευταίοι είναι συνήθως ανούσιοι και άκακοι διανοούμενοι - δεν έχω δει ποτέ κανέναν να εκφράζει ενδόμυχα έστω αποστροφή, αηδία ή έστω αποδοκιμασία του αίματος που χύνεται ανώφελα.
Μιλάτε για το φόβο. Ναι, ο φόβος έχει το μερτικό του σ’ αυτό το μακελειό· αλλά, παρά τα όσα του αποδίδετε, όπου βρέθηκα, δεν είδα να είναι το κίνητρό του. Μερικοί φαινομενικά γενναίοι άνδρες – στη διάρκεια ενός γεύματος πλήρους συντροφικότητας, διηγούνταν με ένα εντελώς αβίαστο χαμόγελο πόσους ιερείς ή «φασίστες» - μια λέξη με πολύ ευρύ νόημα - σκότωσαν. Σκέφτηκα τότε ότι, όταν οι εγκόσμιες και πνευματικές εξουσίες δεν αναγνωρίζουν ότι η ζωή μιας κατηγορίας ανθρώπων είναι ανεκτίμητη, τίποτε δεν είναι πιο φυσιολογικό για τον άνθρωπο από το να σκοτώσει.
Όταν ξέρουμε ότι είναι δυνατόν να σκοτώσουμε χωρίς να διακινδυνεύουμε ούτε τιμωρία ούτε επίπληξη, σκοτώνουμε· ή τουλάχιστον περιβάλλουμε αυτούς που σκοτώνουν με ενθαρρυντικά χαμόγελα. Αν τυχόν αισθανόμαστε αρχικά μια μικρή αηδία, την κρύβουμε και σύντομα την πνίγουμε από φόβο μήπως φανούμε ότι μας λείπει ο ανδρισμός. Υπάρχει μια εξάσκηση, μια μέθη στην οποία είναι αδύνατο να αντισταθείς χωρίς ψυχική δύναμη που πρέπει να πιστέψω εξαιρετική, αφού δεν την συνάντησα πουθενά. Από την άλλη πλευρά, συνάντησα ήσυχους Γάλλους, που μέχρι τότε δεν περιφρονούσα, οι οποίοι δεν θα είχαν σκεφτεί να σκοτώσουν οι ίδιοι, αλλά οι οποίοι κολυμπούσαν μέσα σε αυτή την ατμόσφαιρα τη διαποτισμένη με αίμα με έκδηλη ευχαρίστηση. Από τότε έχασα κάθε εκτίμηση γι’ αυτούς.
Μια τέτοια ατμόσφαιρα εξαφανίζει αμέσως τον ίδιο τον σκοπό του αγώνα. Γιατί ο μόνος σκοπός που μπορούμε να θέσουμε είναι να αποβλέπει στο κοινό καλό, στο καλό των ανθρώπων - και οι άνθρωποι έχουν μηδενική αξία. Σε μια χώρα όπου οι φτωχοί είναι, στη συντριπτική πλειονότητα, χωρικοί, η βελτίωση της ζωής των χωρικών πρέπει να είναι βασικός στόχος κάθε ακροαριστερής ομάδας· και αυτός ο πόλεμος ήταν ίσως προπαντός, αρχικά, ένας πόλεμος υπέρ και κατά της διανομής της γης.
Ε λοιπόν, ούτε οι πολιτοφύλακες έδιναν την παραμικρή σημασία σ’ αυτούς τους εξαθλιωμένους και θαυμάσιους χωρικούς της Αραγονίας, που παρέμειναν τόσο περήφανοι μέσα στις ταπεινώσεις. Χωρίς αυθάδειες, χωρίς προσβολές, χωρίς βιαιότητα - τουλάχιστον εγώ δεν είδα τίποτε σχετικό, και γνωρίζω ότι κλοπή και βιασμός, στις αναρχικές μονάδες, τιμωρούνταν με θανατική ποινή - μια άβυσσος χώριζε τους ένοπλους άνδρες από τον άοπλο πληθυσμό, μια άβυσσος πανομοιότυπη με αυτή που χωρίζει τους φτωχούς από τους πλούσιους. Αυτή την αίσθηση έδινε η πάντα λίγο ταπεινή, υποτακτική, φοβισμένη στάση των μεν, η άνεση, η αυθάδεια και η συγκατάβαση των δε.
Ξεκινάμε εθελοντές, με το ιδανικό της θυσίας, και πέφτουμε σε έναν πόλεμο που μοιάζει με πόλεμο μισθοφόρων, και επιπλέον με πολλές ωμότητες και χωρίς την ελάχιστη αίσθηση σεβασμού στον εχθρό.
Θα μπορούσα να αναπτύσσω άπειρες παρόμοιες σκέψεις, αλλά πρέπει να περιοριστώ. Από τότε που ήμουν στην Ισπανία, από τότε που ακούω και διαβάζω κάθε λογής εκτιμήσεις για την Ισπανία, δυσκολεύομαι να ξεχωρίσω κάποιον, εκτός από σας, ο οποίος, απ’ ό,τι γνωρίζω, έχετε κατανοήσει πλήρως τον ισπανικό πόλεμο και αντισταθήκατε σ’ αυτόν. Είστε βασιλόφρων, μαθητής του Ντρυμόν - τι σημασία έχει για μένα; Ασύγκριτα, είστε πιο κοντά σε μένα απ’ ό,τι οι σύντροφοί μου της πολιτοφυλακής της Αραγονίας – εκείνοι οι σύντροφοι τους οποίους, παρόλα αυτά, αγαπούσα.
Αυτά που λέτε για τον εθνικισμό, τον πόλεμο, τη γαλλική εξωτερική πολιτική μετά τον πόλεμο έχουν αγγίξει την καρδιά μου. Ήμουν δέκα χρονών κατά τη Συνθήκη των Βερσαλλιών. Μέχρι τότε ήμουν πατριώτισσα με όλη την έξαψη των παιδιών σε πολεμική περίοδο. Η βούληση να ταπεινώσουμε τον ηττημένο εχθρό, η οποία υπερπλεόναζε παντού τότε (και τα μετέπειτα χρόνια) με έναν τόσο απωθητικό τρόπο, με θεράπευσε μια για πάντα από αυτόν τον αφελή πατριωτισμό. Μου είναι ανυπόφοροι οι πόνοι από τις ταπεινώσεις που προκαλεί η χώρα μου.
Φοβάμαι ότι σας ενόχλησα με μια τόσο μακροσκελή επιστολή. Το μόνο που θέλω είναι να σας εκφράσω τον βαθύ μου θαυμασμό.
*Γαλλοεβραία φιλόσοφος (1909-1943). Ηταν η πρώτη που κατήγγειλε – αριστερή η ίδια - τα εγκλήματα του Στάλιν, τον ολοκληρωτισμό της δικτατορίας του προλεταριάτου και τον ναζισμό. Παραιτήθηκε από τη θέση της για να εργαστεί σε εργοστάσιο. Αρνούνταν να γευτεί τροφή ενόσω ήξερε ότι στο περιβάλλον της υπήρχαν άνθρωποι που πεινούσαν. Πέθανε από φυματίωση. Αφησε έργο (Το ρίζωμα, Η βαρύτητα και η χάρις, H ελληνική πηγή κ.λπ.) που εμπνέει ακόμα και σήμερα.
** Γάλλος συγγραφέας παγκόσμιας ακτινοβολίας (1888- 1948)
Μετάφραση: Ευάγγελος Δ. Νιάνιος
Ακτίνες

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα σχόλια σας θα πρέπει να αναφέρονται στη συγκεκριμένη ανάρτηση και να διατυπώνονται κόσμια ακόμα και αν διαφωνείτε.

Παρακαλούμε να χρησιμοποιείτε ελληνικούς χαρακτήρες.