Τα δημογραφικά στοιχεία μπορεί να μην αποτελούν πεπρωμένο, αλλά για τους μαθητές της γεωπολιτικής, μοιάζουν πολύ [με πεπρωμένο] [1]. Παρόλο που τα συμβατικά μεγέθη της οικονομικής και στρατιωτικής ισχύος προσελκύουν συχνά περισσότερη προσοχή, λίγοι παράγοντες επηρεάζουν τον μακροπρόθεσμο ανταγωνισμό μεταξύ μεγάλων δυνάμεων τόσο όσο οι μεταβολές στο μέγεθος, τις δυνατότητες, και τα χαρακτηριστικά των εθνικών πληθυσμών.Toυ Nicholas Eberstadt
Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ένα σχετικό παράδειγμα. Το 1850, στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν η πατρίδα για περίπου 23 εκατομμύρια ανθρώπους, 13 εκατομμύρια λιγότεροι από της Γαλλίας. Σήμερα, ο πληθυσμός των ΗΠΑ είναι κοντά στα 330 εκατομμύρια, μεγαλύτερος από τον βρετανικό, ολλανδικό, γαλλικό, γερμανικό και ιταλικό πληθυσμό συνολικά. Για περισσότερο από έναν αιώνα, οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν το μεγαλύτερο εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό στον κόσμο, και με μέτρα όπως ο μέσος όρος των ετών εκπαίδευσης ενηλίκων, είναι εδώ και πολύ καιρό ανάμεσα στους πιο μορφωμένους πληθυσμούς στον κόσμο [2]. Αυτά τα ευνοϊκά δημογραφικά στοιχεία, πέρα από την γεωγραφία ή τους φυσικούς πόρους, εξηγούν γιατί οι Ηνωμένες Πολιτείες αναδύθηκαν ως η εξέχουσα οικονομική και στρατιωτική δύναμη του κόσμου μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο -και γιατί εξακολουθούν να κατέχουν αυτή την θέση σήμερα.
Ωστόσο, οι προηγούμενες επιδόσεις δεν αποτελούν εγγύηση για μελλοντικά αποτελέσματα. Χάρη κυρίως στα δημογραφικά στοιχεία, αντίπαλες χώρες όπως η Κίνα έχουν γίνει πραγματικές ανταγωνίστριες μεγάλες δυνάμεις τις τελευταίες δεκαετίες. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, εν τω μεταξύ, έχουν διαβρώσει ή σπαταλήσει το δημογραφικό τους πλεονέκτημα με πολλούς τρόπους, ακόμη και όταν οι παραδοσιακοί σύμμαχοί τους στην Ευρώπη και την Ασία παλεύουν με την στασιμότητα ή την παρακμή του πληθυσμού τους [3]. Μέχρι στιγμής, η ζημιά στην ισχύ των ΗΠΑ είναι περιορισμένη λόγω του γεγονότος ότι οι κύριοι γεωπολιτικοί αντίπαλοι των Ηνωμένων Πολιτειών αντιμετωπίζουν δικά τους σοβαρά δημογραφικά προβλήματα. Ωστόσο, η αύξηση του πληθυσμού και η άνοδος του επιπέδου εκπαίδευσης μπορούν να ωθήσουν νέες χώρες προς την θέση της μεγάλης δύναμης.
Τα δημογραφικά στοιχεία προσφέρουν μια ένδειξη για τον μελλοντικό γεωπολιτικό κόσμο -και πώς πρέπει να προετοιμαστεί η Ουάσινγκτον για αυτόν. Για να διατηρήσουν τις Ηνωμένες Πολιτείες στην αιχμή, οι Αμερικανοί ηγέτες πρέπει να λάβουν μέτρα για να επιβραδύνουν ή να αντιστρέψουν τις αρνητικές δημογραφικές τάσεις που τώρα κατατρώνε [4] τα θεμέλια της ισχύος των ΗΠΑ. Πρέπει επίσης να αρχίσουν να ξανασκέπτονται την παγκόσμια στρατηγική της Ουάσινγκτον, αναγνωρίζοντας ότι το μέλλον της υπό την ηγεσία των ΗΠΑ διεθνούς τάξης έγκειται στις νέες και αναπτυσσόμενες δημοκρατίες του αναπτυσσόμενου κόσμου. Με την σώφρονα εσωτερική πολιτική και την οξυδερκή διπλωματία [5], οι ηγέτες των ΗΠΑ μπορούν να διασφαλίσουν ότι το ακόμα σημαντικό ανθρώπινο δυναμικό της χώρας τους θα ενισχύει την αμερικανική ισχύ για μεγάλο διάστημα στον επόμενο αιώνα.
ΛΑΪΚΗ ΙΣΧΥΣ
Για τις αρχικές αυτοκρατορίες και τα βασίλεια, ένας μεγαλύτερος πληθυσμός σήμαινε περισσότερους ανθρώπους που φορολογούνται και στέλνονται τον πόλεμο. Αλλά χάρη στην σύγχρονη οικονομική ανάπτυξη, τα δημογραφικά στοιχεία είναι πιο σημαντικά τώρα από ποτέ άλλοτε. Από την εποχή της Βιομηχανικής Επανάστασης, οι τεχνολογικές καινοτομίες και άλλες βελτιώσεις στην ανθρώπινη παραγωγικότητα οδήγησαν σε μακροπρόθεσμη μείωση της τιμής των φυσικών πόρων και των βασικών αγαθών όπως τα τρόφιμα. Ταυτόχρονα, έχουν αυξήσει σημαντικά τις αμοιβές στο ειδικευμένο εργατικό δυναμικό. Στην πραγματικότητα, η μεγαλύτερη παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο μπορεί να αποδοθεί σε δύο παράγοντες: Την βελτίωση του ανθρώπινου κεφαλαίου [6] –ένας γενικός όρος για την εκπαίδευση, την υγεία, την διατροφή, την κατάρτιση και άλλους παράγοντες που καθορίζουν την δυναμική ενός μεμονωμένου εργαζόμενου- και το ευνοϊκό επιχειρηματικό κλίμα, που επέτρεψε το ξεκλείδωμα της αξίας αυτών των ανθρώπινων πόρων. Ειδικότερα, το ανθρώπινο κεφάλαιο έχει εξαιρετικές επιπτώσεις στις οικονομίες. Για κάθε έτος αυξημένου προσδόκιμου ζωής, για παράδειγμα, μια χώρα βλέπει μια μόνιμη αύξηση του κατά κεφαλήν εισοδήματος περίπου 4%. Και για κάθε επιπλέον έτος σχολικής φοίτησης που αποκτούν οι πολίτες μιας χώρας, η χώρα βλέπει κατά μέσο όρο αύξηση κατά 10% του κατά κεφαλήν ΑΕΠ.
Οι έντονες διαφορές μεταξύ της ανάπτυξης του ανθρώπινου κεφαλαίου στις διάφορες χώρες έχουν προκαλέσει χάσματα στην οικονομική παραγωγικότητα που είναι μεγαλύτερα σήμερα από όσο σε οποιοδήποτε προηγούμενο σημείο της ιστορίας. Για παράδειγμα, το 2017, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας, το κατά κεφαλή ΑΕΠ της Ιρλανδίας ήταν περίπου 100 φορές υψηλότερο από εκείνο της Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας (όταν προσαρμόστηκε για την σχετική αγοραστική δύναμη). Ωστόσο, αυτές οι ανισότητες δεν είναι θέσφατα: Χάρη στις τεχνολογικές εξελίξεις, τα έθνη μπορούν τώρα να αυξήσουν το ανθρώπινο κεφάλαιό τους ταχύτερα από ποτέ. Η Σουηδία χρειάστηκε από το 1886 έως το 2003 να αυξήσει το προσδόκιμο ζωής από 50 στα 80 χρόνια˙ η Νότια Κορέα ολοκλήρωσε τον ίδιο άθλο σε λιγότερο από τον μισό χρόνο, ανάμεσα στα τέλη της δεκαετίας του 1950 και το 2009.
Ο NICHOLAS EBERSTADT κατέχει την έδρα Henry Wendt στην Πολιτική Οικονομία στο American Enterprise Institute.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια σας θα πρέπει να αναφέρονται στη συγκεκριμένη ανάρτηση και να διατυπώνονται κόσμια ακόμα και αν διαφωνείτε.
Παρακαλούμε να χρησιμοποιείτε ελληνικούς χαρακτήρες.