Σαρκικά αμαρτήματα
Ο Θεός δημιούργησε τον άνδρα και την γυναίκα, ευλόγησε την μεταξύ τους σχέση, θέσπισε τον γάμο και όρισε μέσα από την αγάπη να προέλθει όλη η ανθρωπότητα. Ο Διάβολος επινόησε τα σαρκικά αμαρτήματα, για να λερώσει την σχέση των δύο φύλων και να μολύνει όλους τους ανθρώπους. Εντούτοις, ευθύνη για τις σαρκικές αμαρτίες δεν έχει μόνο ο Πονηρός, αλλά και ο άνθρωπος, ο οποίος αντί να αντισταθεί στον πειρασμό, τον αποδέχεται και περιφρονεί τις εντολές του Θεού.
Εφόσον στο κεφάλαιο του γάμου
εξηγήσαμε τί όρισε ο Θεός, ως προς το σαρκικό θέμα, τώρα θα δούμε τί είναι
σαρκική αμαρτία, τί είναι αντίθετο στο θέλημα του Θεού. Και οδηγός σε αυτήν την
αναζήτηση δεν θα είναι η γνώμη του κόσμου, η κοινωνική ηθική, αλλά οι εντολές
της Αγίας Γραφής.
Με βάση, λοιπόν, την Βίβλο
σαρκική αμαρτία είναι οτιδήποτε σκέφτεται ή κάνει ο άνθρωπος εκτός του
ευλογημένου γάμου, ώστε να νιώσει σαρκική ηδονή. Οποιαδήποτε ηδονή έξω από τα
όρια του γάμου είναι σαρκικό αμάρτημα. Και η Αγία Γραφή χρησιμοποιεί μία
ενοχλητική ελληνική λέξη, για να περιγράψει τα σαρκικά αμαρτήματα, τα ονομάζει
«πορνεία» (Α΄ Κορ. 5,1).
Οπότε η λέξη πορνεία, στην
ορολογία της Αγία Γραφής, περιλαμβάνει κάθε είδους γενετήσια αμαρτία, ενώ εμείς
ταυτίσαμε αυτήν την λέξη με μια πολύ συγκεκριμένη αμαρτία, την έμμισθη ιεροδουλία
και τα χαμαιτυπεία. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να θεωρούμε πόρνες και βρώμικες τις
γυναίκες, οι οποίες εργάζονται στο πεζοδρόμιο, ενώ όλοι οι άλλοι να νιώθουμε
ότι είμαστε καθώς πρέπει, παρόλο που και εμείς μετέχουμε στην πορνεία με τις
αμαρτίες μας.
Όσο και αν είναι σκληρός ο λόγος,
για την Εκκλησία κάθε άντρας είναι πόρνος (Α΄ Κορ. 5,11) και κάθε γυναίκα είναι
πόρνη, αν διαπράττουν σαρκικές αμαρτίες. Η μόνη διαφορά βρίσκεται στην
διαβάθμιση, δηλαδή υπάρχει διαφορετική κλίμακα στην βαρύτητα των αμαρτιών,
υπάρχουν λιγότερο ή περισσότερο βαριά σαρκικά αμαρτήματα.
Το πρώτο σαρκικό αμάρτημα, που θα
εξετάσουμε, είναι οι προγαμιαίες σχέσεις. Η παρθενία, όπως προαναφέραμε στο
προηγούμενο κεφάλαιο, ήταν η αρχική, η παραδεισένια σχέση ανάμεσα στον άνδρα
και την γυναίκα. Μετά την πτώση εμφανίζεται ο έρωτας, η συναισθηματική έλξη η
οποία ωθεί τους ανθρώπους στον γάμο.
Ωστόσο, θέλημα Θεού είναι να
διατηρούν τα ζευγάρια την σωματική τους αγνότητα, να μένουν παρθένοι μέχρι την
τελετή του γάμου. Γάμος υπήρχε και στην Παλαιά Διαθήκη, μόνο που δεν χρειαζόταν
η παρουσία ιερέα, για να τελέσει, να ιερουργήσει τον γάμο. Μία τελετή γάμου
περιγράφει και η γνωστή παραβολή των Δέκα Παρθένων (Μτ. 25,1), όπου περιμένουν
τον νυμφίο, τον γαμπρό, να έρθει το βράδυ στο σπίτι της νύφης, για να τελεστεί
ο γάμος. Επιπλέον, υπάρχουν περιπτώσεις όπου ευλαβείς Ιουδαίοι, όπως ο Τωβίας
και η Σάρρα, προσεύχονται στον Θεό και Του ζητούν να ευλογήσει την σχέση τους,
πριν προσχωρήσουν στον γάμο τους (Τωβίτ 8,4).
Στην εποχή της Καινής Διαθήκης αλλάζει αυτό το
δεδομένο, με τον περίφημο γάμο στην Κανά. Εκεί παρίστανται ο ίδιος ο Κύριός μας
Ιησούς Χριστός, η Υπεραγία Θεοτόκος και οι Μαθητές (Ιω. 2,1). Στον γάμο της
Κανά τελεί ο Κύριος το πρώτο δημόσιο θαύμα, προσφέρει την χάρη Του, και αυτό το
γεγονός είναι η αφετηρία για να καθιερωθεί ο γάμος ως ένα από τα επτά μυστήρια
της Εκκλησίας (Εφ. 5,32).
Ήδη στους πρώτους αιώνες της
αρχαίας Εκκλησίας ο γάμος ιερουργείται, δηλαδή η τελετή του γάμου γίνεται μέσα
στην Θεία Λειτουργία και παύει να είναι ιδιωτική ή οικογενειακή τελετή. Ο
ιερέας (ή ο Επίσκοπος) στεφανώνει και ευλογεί το ζευγάρι, αλλά αοράτως το
μυστήριο του γάμου τελείται από τον ίδιο τον Χριστό, Ο οποίος ενεργεί μέσω της
φωνής και των χεριών του ιερέα.
Τα ίδια τα στέφανα συμβολίζουν
τον αγώνα, τον οποίο έκαναν ο γαμπρός και η νύφη να μείνουν παρθένοι, μέχρι την
μέρα του γάμου τους. Δηλαδή όπως στεφάνωναν τους αρχαίους αθλητές για την νίκη
τους σε κάποιο άθλημα, έτσι στεφανώνει η Εκκλησία το ζευγάρι, που (υποτίθεται
ότι) αγωνίστηκε ενάντια στα σαρκικά αμαρτήματα.
Πώς αποδεικνύεται, όμως, ότι οι
προγαμιαίες σχέσεις είναι αμαρτία και ότι τα ζευγάρια πρέπει μέχρι την στιγμή
του γάμου τους να βρίσκονται σε αγνότητα και παρθενία; Αυτό το γνωρίζουμε μέσω
του μωσαϊκού Νόμου, όπου απαγορεύονται οι προγαμιαίες σχέσεις, όπως και ένα σωρό
άλλα σαρκικά αμαρτήματα, τα οποία θα εξετάσουμε παρακάτω.
Η παρθενία πριν από τον γάμο
είναι υποχρεωτική και δεδομένη για όλους, άνδρες (Έξ. 22,15), γυναίκες (Δευτ.
22,14), λαϊκούς και ιερείς, μέχρι και για τις γυναίκες των ιερέων (Λευιτ. 21,7)
και του αρχιερέα (Λευιτ. 21,13). Επιπλέον, ο Θεός απαγορεύει και την
«επαγγελματική» πορνεία (Λευιτ. 19,29), την ιεροδουλία, η οποία στην αρχαιότητα
συνέβαινε και στους ναούς της Ιστάρ, Αστάρτης ή Αφροδίτης (Δευτ. 23,17).
Η συνεύρεση πριν από τον γάμο
παραμένει αμαρτία και στην Καινή Διαθήκη, όπως βλέπουμε στην συνάντηση του
Χριστού με την Σαμαρείτιδα (η κατοπινή Αγία Φωτεινή). Η Σαμαρείτιδα είχε
ολοκληρωμένες (ανήθικες) σχέσεις με πέντε άνδρες στην ζωή της και την στιγμή,
κατά την οποία συνάντησε τον Χριστό, είχε σχέση με κάποιον άνδρα (Ιω. 4,18). Ο
Χριστός την ελέγχει για την αμαρτία της, λέγοντας «καὶ νῦν ὃν ἔχεις οὐκ ἔστι σου ἀνήρ», δηλαδή ο άνδρας που έχεις τώρα
στην ζωή σου δεν είναι άνδρας σου, αφού δεν έχεις τελέσει γάμο μαζί του.
Ο Απόστολος Παύλος εμβαθύνει
ακόμη περισσότερο στο θεολογικό και πνευματικό αίτιο, που καθιστά τις
προγαμιαίες σχέσεις αμαρτία. Μας εξηγεί ότι σώμα μας δεν μας ανήκει, «τὰ σώματα ὑμῶν μέλη Χριστοῦ ἐστιν» (Α΄ Κορ. 6,15) δεν είναι ιδιοκτησία μας,
ανήκει στον Θεό, είναι ναός του Αγίου Πνεύματος «τὸ σῶμα ὑμῶν ναὸς τοῦ ἐν ὑμῖν Ἁγίου Πνεύματός ἐστιν, οὗ ἔχετε ἀπὸ Θεοῦ, καὶ οὐκ ἐστὲ ἑαυτῶν» (Α΄ Κορ. 6,19).
Συνεπώς αν χρησιμοποιούμε το σώμα
μας για ηδονή, χωρίς την ευλογία του Θεού, το μολύνουμε «Φεύγετε τὴν πορνείαν. πᾶν ἁμάρτημα ὃ ἐὰν ποιήσῃ ἄνθρωπος ἐκτὸς τοῦ σώματός ἐστιν, ὁ δὲ πορνεύων
εἰς τὸ ἴδιον σῶμα ἁμαρτάνει» (Α΄
Κορ. 6,18). Μόνο όταν πάρουμε την ευλογία του Θεού, μέσω του γάμου στην
εκκλησία, μπορούμε να βιώσουμε την ηδονή χωρίς να αμαρτάνουμε.
Και η μόνη διέξοδος για τον
άνθρωπο, ο οποίος έχει σαρκικές επιθυμίες και μπορεί να νιώθει ότι καίγεται
μέσα του, είναι ο γάμος (Α΄ Κορ. 7,9). Τρόποι για να νιώσει κανείς ηδονή
υπάρχουν πολλοί (αυτοϊκανοποίηση, ερωτικά θεάματα και φαντασιώσεις) και στις
μέρες μας το διαδίκτυο δυστυχώς πολλαπλασίασε τις αμαρτωλές επιλογές. Ωστόσο, «τὸ δὲ σῶμα οὐ τῇ πορνείᾳ, ἀλλὰ τῷ Κυρίῳ, καὶ ὁ Κύριος τῷ σώματι» (Α΄ Κορ.
6,13).
Επομένως ο έρωτας και η ηδονή
είναι εργαλεία για να παραμένει ενωμένο το ζευγάρι στον γάμο, όχι για αμαρτίες.
Μολονότι η γαμήλια σχέση είναι καθαρή και δεν έχει τίποτα το βρώμικο, «Τίμιος ὁ γάμος ἐν πᾶσι» (Εβρ. 13,4), υπάρχει
και μια ντροπιαστική λεπτομέρεια, την οποία πρέπει να προσέχουν τα ανδρόγυνα. Η
κοίτη, το νυφικό κρεβάτι, χρειάζεται να παραμείνει «ἀμίαντος» (Εβρ. 13,4) και να μην εκτρέπονται τα ζευγάρια από «τὴν φυσικὴν χρῆσιν εἰς τὴν παρὰ φύσιν» (Ρωμ. 1,26).
Μολονότι ο λόγος του Θεού είναι
ξεκάθαρος για τις προγαμιαίες σχέσεις, έφτασαν οι Χριστιανοί της εποχής μας να
θεωρούν ανισόρροπο και προβληματικό τον άνθρωπο, ο οποίος διατηρεί την παρθενία
μέχρι τον γάμο. Δηλαδή στις μέρες μας δικαιώνουμε την πορνεία και κατακρίνουμε
την αγνότητα. Παρόμοια στάση έχει η κοινωνία μας και απέναντι στην μοιχεία, η
οποία αποτελεί υποσύνολο μέσα στην μεγάλη ομάδα των σαρκικών αμαρτιών.
Η εντολή «οὐ μοιχεύσεις» (Έξ. 20,13) διατυπώθηκε επίσημα στις Δέκα Εντολές,
αλλά οι άνθρωποι πολύ παλαιότερα γνώριζαν ότι η πράξη της μοιχείας είναι
αμαρτία. Για παράδειγμα, ο δίκαιος και πάγκαλος Ιωσήφ (τέλη 19ου αι.
π.Χ.) αρνείται να διαπράξει μοιχεία με την ανήθικη Αιγύπτια, λέγοντας: «πῶς ποιήσω τὸ ῥῆμα τὸ πονηρὸν τοῦτο καὶ ἁμαρτήσομαι
ἐναντίον τοῦ Θεοῦ;» (Γέν. 39,9).
Στην Καινή Διαθήκη ο Χριστός όχι
μόνο επαναλαμβάνει το «οὐ μοιχεύσεις»,
αλλά υπενθυμίζει ότι η αμαρτία ξεκινά στο εσωτερικό του ανθρώπου, στο μυαλό,
στην καρδιά. Το ίδιο συμβαίνει και με τα σαρκικά αμαρτήματα, γι’ αυτό ο Κύριος
λέει: «Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν ὅτι πᾶς ὁ βλέπων
γυναῖκα πρὸς τὸ ἐπιθυμῆσαι αὐτὴν ἤδη ἐμοίχευσεν αὐτὴν ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ»
(Μτ. 5,28). Όποιος άνδρας κοιτά με σαρκική και πονηρή διάθεση οποιαδήποτε
γυναίκα, εκτός από την σύζυγό του, μοιχεύει μέσα του. Ασφαλώς η εντολή αυτή
ισχύει και αντίστροφα, η γυναίκα να μην κοιτάζει άλλους άνδρες.
Αναμφίβολα, αυτός ο λόγος του
Κυρίου συνδέεται άμεσα και με την Δέκατη Εντολή (που προαναφέραμε σε
προηγούμενο κεφάλαιο), «οὐκ ἐπιθυμήσεις τὴν
γυναῖκα τοῦ πλησίον σου» (Έξ. 20,17). Δηλαδή όχι μόνο δεν θα απλώσεις το
χέρι σου σε άλλη γυναίκα, δεν θα ρίξεις ούτε το βλέμμα σου πάνω της, δεν θα
μπει ούτε στην σκέψη και την φαντασία σου. Ο Χριστιανός οφείλει να αγωνιστεί
και ενάντια στην επιθυμία των οφθαλμών (Α΄ Ιω. 2,16 και Ιώβ 31,1), στην αμαρτία
που γίνεται με πονηρούς λογισμούς.
Εκτός από την παρθενία προ του
γάμου, θέλημα Θεού είναι και η μονογαμία. Ο Θεός έπλασε μία Εύα για τον Αδάμ,
όχι πολλές. Ούτε έκανε την Εύα «πολυάνδριον»! Η πολυγαμία εμφανίστηκε για πρώτη
φορά στην διεστραμμένη γενιά του Κάιν, με τον Λάμεχ, ο οποίος ήταν ο πρώτος
άνδρας με δύο γυναίκες συζύγους (Γέν. 4,19). Από τότε η πολυγαμία άρχισε να
εξαπλώνεται και έγινε θεσμός σε πολλούς λαούς της αρχαιότητας.
Στην Παλαιά Διαθήκη ανέχθηκε ο
Θεός στον λαό Του να υπάρχει πολυγαμία, με συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Στην
μετά Χριστόν εποχή η πολυγαμία καταργείται, ώστε να επιστρέψουν οι άνθρωποι στο
αρχικό μεγαλείο της Εδέμ, ένας άνδρας και μία γυναίκα. Επίσης, γίνεται προσπάθεια
να περιοριστεί το διαζύγιο (Δευτ. 24,1 και Μλχ. 2,15).
Ο Χριστός διδάσκει ότι δεν πρέπει
να χωρίζουν τα ανδρόγυνα, να μη διαλύουν τον γάμο τους (Μτ. 5,31). Και όταν Τον
ρωτούσαν οι Εβραίοι γιατί ο Θεός επέτρεψε το διαζύγιο, τους απαντούσε ότι έγινε
λόγω της σκληροκαρδίας τους (Μτ. 19,8), δηλαδή το ανέχθηκε ο Θεός λόγω της
κακίας των ανθρώπων, όχι ότι είναι θέλημα Θεού.
Το διαζύγιο, στην Καινή Διαθήκη,
επιτρέπεται κατά βάση σε περίπτωση που κάποιος στον γάμο πορνεύσει (διαπράξει
μοιχεία ή κάποιο άλλο βαρύτατο σαρκικό αμάρτημα, Μτ. 5,32). Ωστόσο, υπάρχουν
και άλλες δύο βασικές εξαιρέσεις. Για λόγους πίστης, δηλαδή αν ο ένας εκ των
δύο συζύγων ζητά από το έτερον ήμισυ να αρνηθεί τον Χριστό (Α΄ Κορ. 7,15), τότε
καλύτερα να θυσιαστεί ο γάμος παρά η σχέση μας με τον Χριστό.
Επίσης υπάρχουν ακραίες
καταστάσεις, δηλαδή αν ένας παρανοϊκός άνδρας σκοπεύει να σκοτώσει την γυναίκα
του (ή το αντίστροφο), καλύτερα να καταλήξουν σε διαζύγιο παρά να χυθεί αίμα
μέσα στην οικογένεια. Εννοείται ότι ο φόνος είναι μεγαλύτερη αμαρτία από το
διαζύγιο.
Η σύγχρονη ηθική, βέβαια,
γκρέμισε και αυτόν τον κανόνα του Θεού και το διαζύγιο στην εποχή μας έγινε
συνήθης πρακτική. Χωρίζουν τα ζευγάρια για ασήμαντες αφορμές, αντί να
αγωνιστούν να σώσουν τον γάμο τους και να μην πληγώσουν και τα παιδιά τους. Και
από αυτό το κακό προκύπτει το επόμενο πρόβλημα, ο δεύτερος ή και τρίτος γάμος.
Με βάση την Καινή Διαθήκη
δεύτερος γάμος επιτρέπεται μόνο σε περίπτωση χηρείας (Α΄ Τιμ. 5,14). Στην πορεία
του χρόνου άρχισαν να γίνονται υποχωρήσεις και να τελείται δεύτερος γάμος και
μετά από διαζύγιο, κάτι που ζητούσαν κυρίως οι βυζαντινοί αυτοκράτορες, από την
μία ήθελαν να χωρίζουν τις γυναίκες τους, από την άλλη να ευλογεί η Εκκλησία
τον επόμενο γάμο τους, ο οποίος ήταν μοιχεία, με βάση τον λόγο του Χριστού (Λκ.
16,18).
Μεγάλη αναστάτωση είχαν
προκαλέσει στην Εκκλησία τέτοιοι βασιλικοί γάμοι, όπως του Κωνσταντίνου Στ΄ και
του Λέοντος Στ΄. Ούτως ή άλλως, για την Εκκλησία μόνο ο πρώτος γάμος είναι
ευλογημένος, είναι μυστήριο. Ο δεύτερος εκκλησιαστικός γάμος είναι μια απλή
ακολουθία, μια προσευχή δηλαδή, για να μην είναι αμαρτωλή η συμβίωση. Γι’ αυτό
και στην ακολουθία των διγάμων έχουμε άλλη έναρξη (με το «Ευλογητός ο Θεός», όχι «Ευλογημένη
η Βασιλεία» των μυστηρίων) και
άλλες ευχές.
Κάποτε ο λαός μας έλεγε την φράση
«μια φορά παντρεύεται ο άνθρωπος»! Σήμερα αν το ισχυριστούμε, ίσως μας
θεωρήσουν κωμικούς. Όμως ο λόγος του Θεού παραμένει ο ίδιος, ανεξάρτητα αν οι
άνθρωποι τον περιφρονούν. Όποιος άνδρας αποφασίζει να χωρίσει την γυναίκα του,
για να νυμφευθεί άλλη, μοιχεύει και οδηγεί και την πρώτη σύζυγό του να γίνει
μοιχαλίδα. Και ασφαλώς ο κανόνας ισχύει και αντίστροφα.
Η Εκκλησία δεν γίνεται να ευλογεί
την μοιχεία, συνεπώς για τέτοιες περιπτώσεις, αμετανόητων ανδρών ή γυναικών, η
λύση θα ήταν αντί να ξαναέρχονται στην εκκλησία, εμπαίζοντας τους κανόνες του
Θεού, να πηγαίνουν στο δημαρχείο και να τελούν πολιτικό γάμο. Ασφαλώς, ως
Χριστιανοί απορρίπτουμε τον πολιτικό γάμο, διότι είναι περιφρόνηση του Θείου
θελήματος (ο Δήμαρχος ούτε έχει ιεροσύνη ούτε μπορεί να τελέσει μυστήριο και να
μεταδώσει Θεία Χάρη).
Εντούτοις, για τους ανθρώπους οι
οποίοι είναι άπιστοι, ασεβείς ή αμετανόητοι, ο πολιτικός γάμος είναι η
αναγκαστική λύση, το αναγκαίο κακό. Εφόσον «οὐ
πάντων ἡ πίστις» (Β΄ Θεσ. 3,2) καλύτερα
τέτοιοι άνθρωποι να πάνε στο δημαρχείο παρά να έρχονται στην εκκλησία και να
καλούμαστε να ευλογούμε την ασέβεια, δίνοντας το «ἅγιον τοῖς κυσὶ» (Μτ. 7,6) ή να μετατρέπουμε τους ιερούς ναούς σε
τσίρκο.
Καθώς είμαστε υποχρεωμένοι να μην
αποσιωπούμε την αλήθεια της Αγίας Γραφής, αναγκαζόμαστε να αναφέρουμε και άλλα σαρκικά
αμαρτήματα, τα οποία «αἰσχρόν ἐστι καὶ
λέγειν» (Εφ. 5,12). Το πρώτο είναι η
αιμομιξία, η οποία διακρίνεται σε οριζόντια (αδέλφια ή ξαδέλφια) και κάθετη
(γονιός με παιδί). Εξυπακούεται ότι από την αρχή της Δημιουργίας ο Θεός είχε
απαγορεύσει την κάθετη αιμομιξία και είχε επιτρέψει μόνο την οριζόντια, δηλαδή
τα παιδιά του Αδάμ παντρεύτηκαν μεταξύ τους.
Αυτό σίγουρα μας ξενίζει σήμερα,
αλλά όπως εξηγούσε ο Άγιος Παΐσιος, το επέτρεψε ο Θεός για να θυμόμαστε ότι
τελικά όλοι οι άνθρωποι είμαστε αδέλφια μεταξύ μας και να νιώθουμε αγάπη και
για τον ξένο άνθρωπο, όχι μόνο για τον άμεσο συγγενή. Ωστόσο, η οριζόντια
αιμομιξία ήταν προσωρινή εντολή του Θεού και έπειτα, με τον μωσαϊκό Νόμο, ο
ίδιος ο Θεός απαγορεύει αυστηρά την αιμομιξία (Λευιτ. 18,6). Μέχρι τον βαθμό
του δεύτερου εξαδέλφου απαγορεύεται ο γάμος για τους Χριστιανούς, μόνο από τα
τρίτα ξαδέλφια και έπειτα μπορεί να γίνει γάμος.
Επιπλέον δεν μπορεί να γίνει
γάμος ανάμεσα σε νονό και βαφτιστήρα ή την μητέρα της βαφτιστήρας (και
αντίστροφα η ανάδοχος με το βαφτιστήρι ή τον πατέρα του), καθώς και σε κάποιες
περιπτώσεις εξ αγχιστείας. Ευτυχώς ακόμα οι άγραφοι νόμοι της ελληνικής
κοινωνίας θεωρούν την αιμομιξία βαριά αμαρτία, ας ελπίζουμε να μη ζήσουμε την
ημέρα όπου οι γνωστοί-άγνωστοι θα ζητήσουν να ηθικοποιήσουμε και να αποδεχτούμε
την αιμομιξία, όπως έκαναν οι Φαραώ στην αρχαία Αίγυπτο.
Στην Παλαιά Διαθήκη καταδικάζεται
άλλο ένα σαρκικό αμάρτημα, το οποίο και μόνο να το αναφέρει κανείς, «αἰσχύνην ὁμολογουμένην» φέρει
(Θουκυδίδης Β΄, 37,3). Είναι η σαρκική επαφή με ζώο, η κτηνοβασία (Λευιτ.
18,23), για την οποία δεν θα σχολιάσουμε τίποτε περισσότερο, «διὰ τὸν ῥύπον τῆς ἀκοῆς». Επίσης, το
άλλο φρικώδες αμάρτημα, η παιδεραστία, δεν θίγεται καν στους κανόνες, ως
αυτονόητο, αλλά για τους παιδεραστές αρκεί ο λόγος του Κυρίου, ότι καλύτερα
είναι να πάνε να πνιγούν στην θάλασσα, παρά να πειράξουν ένα παιδί (Μρ. 9,42).
Σημειωτέον, στο ρωμαϊκό δίκαιο τιμωρούσαν τους παιδεραστές (ή παιδοβιαστές) με
ευνουχισμό.
Στην κορυφή των σαρκικών αμαρτημάτων
βρίσκεται αναμφίβολα η ομοφυλοφιλία, η οποία αντιστρατεύεται την ίδια την φύση,
την δημιουργία. Ο Θεός έπλασε Αδάμ και Εύα, όχι Αδάμ και Αδάμ ή Εύα και Εύα. Η
ομοφυλοφιλία (ή σοδομισμός) ήταν βαρύτατο αμάρτημα πολύ πριν από τον μωσαϊκό
Νόμο, γι’ αυτό και ο Θεός τιμωρεί τις πόλεις Σόδομα και Γόμορρα παραδειγματικά,
ώστε να σωφρονιστούν όλες οι επόμενες γενιές ανθρώπων (Γέν. 19,5 και Ιούδ. 1,7).
Πλήθος καταδικαστικών αναφορών
εναντίον του σοδομισμού υπάρχουν στα βιβλία της Αγίας Γραφής (Λευιτ. 18,22 και
Λευιτ. 20,13). Οι ενεργητικοί ομοφυλόφιλοι άνδρες ονομάζονται «ἀρσενοκοῖται» (Α΄ Τιμ. 1,10) και οι παθητικοί
«μαλακοί» (Α΄ Κορ. 6,9). Οι αντίστοιχες
γυναίκες δεν έχουν ιδιαίτερη ονομασία, πέρα από την ονομασία της αμαρτίας ως
παρά φύσιν (Ρωμ. 1,26). Η σύγχρονη ορολογία με βάση το νησί της Λέσβου είναι απαράδεκτη,
καθώς αυτή η αμαρτία βαρύνει την αρχαια ποιήτρια Σαπφώ, όχι όλες τις γυναίκες
του νησιού. Οπότε θα έπρεπε να ονομάζονται «σαπφίες».
Οι Πατέρες της Εκκλησίας
χρησιμοποιούν, όπως και η Βίβλος, αυστηρότατο λόγο ενάντια στην ομοφυλοφιλία,
διότι ο ίδιος ο Θεός την ονομάζει βδέλυγμα και ακαθαρσία, δηλαδή σιχαμερή και βρώμικη
κατάσταση. Τί γίνεται, όμως, με τους ανθρώπους, οι οποίοι νιώθουν επιθυμία για
το ίδιο τους το φύλο;
Την απάντηση την δίνει και πάλι ο
Χριστός, Ο οποίος μισεί και σιχαίνεται την αμαρτία, αλλά αγαπά τον αμαρτωλό
άνθρωπο και θέλει την σωτηρία του, όχι την καταστροφή του. Μιλώντας για τους
ευνούχους διακρίνει τρεις κατηγορίες (Μτ. 19,12). Η πρώτη είναι όσοι γεννήθηκαν
με κάποια αναπηρία «ἐκ κοιλίας μητρός»,
η οποία δεν τους επιτρέπει τον γάμο. Η δεύτερη είναι όσοι ευνουχίστηκαν από
άλλους ανθρώπους και η τρίτη περίπτωση είναι όσοι «εὐνούχισαν ἑαυτοὺς διὰ τὴν
βασιλείαν τῶν οὐρανῶν».
Επομένως, όποιος δεν νιώθει την
επιθυμία του άλλου φύλου, εννοείται ότι δεν έχει υποχρέωση να κάνει γάμο.
Οφείλει να αγωνιστεί να κερδίσει το στεφάνι της παρθενίας, να μείνει μακριά από
σαρκικές πράξεις (αυτό σημαίνει να ευνουχίσει τον εαυτό του). Ασφαλώς το να
αγαπά ένα αγόρι ένα άλλο αγόρι ή ένα κορίτσι ένα άλλο κορίτσι αδελφικά και αγνά
δεν είναι κακό. Η αδελφική φιλία είναι ευλογία Θεού, αλλά η οποιαδήποτε σαρκική
πράξη με το ίδιο φύλο είναι βαρύτατο αμάρτημα.
Αυτή, επομένως, είναι η κατά
Χριστόν λύση στο αδιέξοδο της ομοφυλοφιλίας, αγάπη συνδυασμένη με παρθενία, όχι
με ακολασία. Και όσοι έχουν τάση προς το ίδιο τους το φύλο, εφόσον αγωνιστούν
όπως θέλει ο Χριστός και δεν μολύνουν το σώμα τους, θα καταταχθούν ανάμεσα
στους Αγίους και τους Μάρτυρες. Όσοι, όμως, αμαρτήσουν και δεν μετανοήσουν, θα
οδηγηθούν στην αιώνια κόλαση, όπως και κάθε άλλος αμετανόητος (Α΄ Κορ. 6,10).
Δυστυχώς ο λεγόμενος Δυτικός
κόσμος, ο δήθεν χριστιανικός, από την δεκαετία του 1980 και έπειτα άλλαξε
απότομα στάση απέναντι στην ομοφυλοφιλία, μέχρι που φτάσαμε στην εμφάνιση της
λεγόμενης ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας και της αντίστοιχης ατζέντας, η οποία μετατράπηκε
σε έναν αδίστακτο τύραννο κάθε ανθρώπου, που δεν την αποδέχεται.
Φτάσαμε στον ξεπεσμό να μην
τολμούν οι καθηγητές Βιολογίας να διδάξουν ότι τα φύλα είναι δύο και όχι εκατόν
δύο. Φτάσαμε να δούμε στην (υποτίθεται) Ορθόδοξη Ελλάδα να ψηφίζεται γάμος
ομοφυλοφίλων και να θεσμοθετείται οικογένεια με γονέα 1 και 2. Το ποιος
χρηματοδοτεί σε διεθνές επίπεδο αυτήν την θηριωδία είναι ξεκάθαρο, το
σιωνιστικό Open Society Foundation και οι πανίσχυροι οικονομικά συνεργάτες του.
Τί κρύβεται άραγε πίσω από αυτήν
την μανιακή προσπάθεια κυριαρχίας του σοδομισμού; Μήπως η «πρεμούρα» για τα
ανθρώπινα δικαιώματα; Όχι βέβαια, αλλά η διεστραμμένη θρησκευτική πίστη των
ηγετών του Σιωνισμού. Σε όλη την αρχαία Μέση Ανατολή υπήρχαν ειδωλολατρικές
θεωρίες σχετικά με τον αρχέγονο Αρρενόθηλυ ή Ανδρόγυνο.
Τον 6ο αι. π.Χ., την
εποχή που μεσουρανούσε το νεοβαβυλωνιακό βασίλειο, οι θεωρίες αυτές ήρθαν και
στην αρχαία Ελλάδα, με αποτέλεσμα την εμφάνιση της θρησκείας του Ορφισμού. Με βάση
τον Ορφισμό, δημιουργός του κόσμου ήταν ο Φάνης (ή Ηρικεπαίος), ο οποίος ήταν
αρσενικός και θηλυκός μαζί, ερμαφρόδιτος. Με βάση το Συμπόσιο του Πλάτωνα (189d-190b), έτσι ήταν πλασμένοι και οι πρώτοι άνθρωποι, πριν
χωριστούν σε άνδρες και γυναίκες.
Η ίδια σατανική θεωρία, ότι ο
ύψιστος θεός και ο πρώτος άνθρωπος ήταν ερμαφρόδιτοι, διαδόθηκε στον αιγυπτιακό
αποκρυφισμό, με την ονομασία Rebis, και από εκεί πέρασε στην αλχημεία, στον ερμητισμό και
τους Ροδόσταυρους. Αλλά το κακό δεν σταματά εκεί, διότι ενσωματώθηκε και στον ιουδαϊκό
Γνωστικισμό και τελικά στον εβραϊκό καμπαλισμό του Μεσαίωνα.
Στην θρησκευτική πίστη των
καμπαλιστών (Lurianic Kabbalah), τόσο ο «θεός» Keter, όσο και ο πρωτόγονος Αδάμ (Adam Kadmon) ήταν ανδρόγυνοι και για να έρθει ξανά ο μεσσίας και να
επιστρέψουμε στον Παράδεισο, πρέπει να ξαναγίνει ο άνδρας γυναίκα και η γυναίκα
να είναι και άνδρας! Έτσι, λοιπόν, εξηγείται η λυσσαλέα προσπάθεια των
Σιωνιστών να επιβάλουν σε όλα τα κράτη την ομοφυλοφιλία ως νόμο και τρόπο ζωής.
Αναγκαστήκαμε να κάνουμε όλη
αυτήν την παρέκβαση για να καταλάβουμε ότι την αμαρτία της ομοφυλοφιλίας πρέπει
να την πολεμάμε για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι το ότι προσβάλλει βάναυσα το
θέλημα του Θεού και ο δεύτερος είναι ότι οι καμπαλιστές θεωρούν απαραίτητη προϋπόθεση,
ώστε να έρθει ο ψευδομεσσίας τους, ο Αντίχριστος, να γίνουμε όλοι
«αρσενικοθήλυκα», μέσω της διαστροφής και της ανωμαλίας. Συνεπώς, πολεμώντας
τον σοδομισμό εμποδίζουμε τον ερχομό του Αντιχρίστου.
Για να ολοκληρώσουμε και αυτό το
κεφάλαιο χρειάζεται να θυμηθούμε ότι κάποτε ήταν ποινικό αδίκημα η προσβολή της
δημοσίας αιδούς. Οι Έλληνες κάποτε ήξεραν ότι άλλο τα «ἐν οίκῳ» και άλλα τα «ἐν
δήμῳ», δηλαδή πράγματα, τα οποία κάνει το ζευγάρι στο σπίτι του, δεν επιτρέπεται
να τα κάνει δημόσια. Δημόσια αιδώς σημαίνει να μην κάνουμε τίποτα ερωτικό
μπροστά σε άλλους ανθρώπους, είτε είναι αισθησιακές πράξεις είτε είναι
γυμνισμός είτε οτιδήποτε σχετικό.
Ο εξευτελισμός της δημοσίας
αιδούς ξεκίνησε τόσο μέσω των ΜΜΕ, όσο και μέσω της τέχνης. Τα ΜΜΕ, ιδίως η
τηλεόραση, άρχισαν σποραδικά να δείχνουν διαφημίσεις με άσεμνες σκηνές, σειρές,
ταινίες, μέχρι που το γυμνό πέρασε και στα δελτία ειδήσεων. Το κακό επεκτάθηκε
και στον χώρο του κινηματογράφου και του θεάτρου, όπου σήμερα είναι αυτονόητο
και σύνηθες σε κάθε ταινία να υπάρχει και κάποια ακατάλληλη σκηνή.
Παραδόξως, στο αρχαίο ελληνικό
θέατρο δεν υπήρχε ο παραμικρός γυμνισμός, όπως δεν υπήρχαν και ερωτικές πράξεις
μεταξύ ηθοποιών. Αυτά τα αμαρτωλά στοιχεία άρχισαν να μπαίνουν στο θέατρο κατά
την ρωμαϊκή εποχή, γι’ αυτό οι Πατέρες της Εκκλησίας καταδικάζουν το θέατρο της
εποχής τους, διότι το επάγγελμα του ηθοποιού συνδέθηκε με την πορνεία. Το ίδιο
δυστυχώς ισχύει και σήμερα.
Αν θέλουμε να είμαστε Χριστιανοί,
θα πρέπει άμεσα να επανέλθει ο σεβασμός στην δημόσια αιδώ. Οι πόλεις και τα
νησιά μας, ιδίως το καλοκαίρι, θυμίζουν δημόσιο οίκο ανοχής. Τα ανδρόγυνα
πρέπει να καταλάβουν ότι το σαρκικό είναι αποκλειστικά για την προσωπική τους
ζωή, είναι μόνο για το υπνοδωμάτιό τους, δεν είναι δημόσιο θέαμα. Ακόμη και
μπροστά στα παιδιά τους πρέπει να προσέχουν οι γονείς να μην κάνουν κάτι
ερωτικό.
Ο έρωτας είναι μόνο για την
κοίτη, η αγάπη είναι για να προβάλλεται παντού. Όχι το ανάποδο, όπως βιώνουμε
στην σύγχρονη ξεπεσμένη ηθικά Ελλάδα. Και προκειμένου να ολοκληρώσουμε την
αναφορά στα σαρκικά αμαρτήματα, θα αναφερθούμε στο επόμενο κεφάλαιο και στο
θέμα του σεμνού ντυσίματος, το οποίο έχει συμβάλει αποφασιστικά στον θρίαμβο
της αμαρτίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια σας θα πρέπει να αναφέρονται στη συγκεκριμένη ανάρτηση και να διατυπώνονται κόσμια ακόμα και αν διαφωνείτε.
Παρακαλούμε να χρησιμοποιείτε ελληνικούς χαρακτήρες.