Χωρίς
αμφιβολία οι αρχαίοι μας πρόγονοι υπήρξαν ξεχωριστός λαός του αρχαίου
κόσμου. Δημιούργησαν έναν ανεπανάληπτο πολιτισμό, ο οποίος προκαλεί το
θαυμασμό όλων των ανθρώπων, όλων των εποχών. Κανένας τομέας του
ανθρωπίνου πνεύματος, της επιστήμης και της ευγενούς δραστηριότητας δεν
έμεινε έξω από την καλλιέργεια των σοφών Ελλήνων. Κανένας, εκτός από
έναν, τη θρησκεία!
Αυτή κατά τρόπο παράδοξο και ανεξήγητο, συγκρινόμενη
με τα άλλα επιτεύγματα του αρχαιοελληνικού θαύματος, παρέμεινε
χονδροειδής ειδωλολατρική πίστη, γεμάτη αστειότητες, ανηθικότητες και
αθλιότητες, πραγματικά ασυμβίβαστη με το κατά τα άλλα καλλιεργημένο
πνεύμα των προγόνων μας. Ο συγγραφέας Ν. Βασιλειάδης τόνισε πως «Η
θρησκευτική αθλιότης των προγόνων μας ήρχετο εις τρομεράν αντίφασιν με
το μεγαλείον, το οποίον παρουσίαζον η φιλοσοφία, η τέχνη και η ποίηση
των αρχαίων Ελλήνων» (Ν. Βασιλειάδη, Ο Ανθρωπισμός του Χριστιανισμού, Αθήναι 1986, σελ.85)...
Εμείς οι χριστιανοί υπό το πρίσμα της καθάριας και φωτεινής
χριστιανικής πίστεως μπορούμε και κάνουμε το διαχωρισμό μεταξύ του
θαυμάσιου αρχαιοελληνικού πολιτισμού και της ατελούς ειδωλολατρικής
ανθρωπομορφικής θρησκείας. Όσο θαυμασμό προκαλεί σε μας η ποίηση, η
φιλοσοφία, η επιστημονική σκέψη, οι πολιτικοί και κοινωνικοί θεσμοί και η
τέχνη των αρχαίων προγόνων μας, άλλο τόση απέχθεια και αίσθημα ντροπής
μας προκαλεί η θρησκεία τους. Αυτή είναι η πραγματικότητα!
Η αρχαία ελληνική θρησκεία είναι ένα ακαθόριστο μόρφωμα, το οποίο
ουδέποτε είχε στατική και μόνιμη μορφή. Από το απώτερο παρελθόν της
προϊστορίας, όπως δείχνει η αρχαιολογική έρευνα και η μελέτη των πηγών,
μέχρι τα πρώτα βυζαντινά χρόνια, βρισκόταν σε μια δαιδαλώδη
ποικιλομορφία και συνεχή εξέλιξη. Στους προϊστορικούς χρόνους, όπως
μαρτυρούν αρχαιολογικά ευρήματα, η θρησκεία ήταν πρωτόγονη φυσιολατρική.
Λατρεύονταν ποταμοί, βουνά, δένδρα ζώα, πτηνά κλπ. Το ίδιο και στα
Μυκηναϊκά χρόνια και στη Μινωϊκή Κρήτη η θρησκεία είχε έντονο
φετιχιστικό και τοτεμικό χαρακτήρα. Λατρεύονταν κατά κόρον, «οι πέτρες και τα ορυκτά, αδούλευτα από ανθρώπινο χέρι ή απλές γεωμετρικές μορφές»
(περ. Απολλώνειον Φως, Ιανουάριος – Φεβρουάριος 1998, σελ. 5). Η θεά Γη
ήταν η κύρια θεότητα. Σε πάμπολλα ειδώλια εικονίζεται μια αλλόκοτη
γυναικεία μορφή με φίδια στα χέρια. Οι άνθρωποι της εποχής εκείνης
πίστευαν πως οι πρωτόγονες θεότητες ήταν εγκλωβισμένες σε υλικά
αντικείμενα! Στους αρχαϊκούς χρόνους, έχουμε λατρεία χθονίων θεοτήτων.
Αργότερα άρχισε να διαμορφώνεται το δωδεκάθεο, ως αντικατοπτρισμός της
απολυταρχικής και αριστοκρατικής εξουσίας των ελληνικών πόλεων.
Παράλληλα η κάθε πόλη πρότασσε τη λατρεία τοπικών θεοτήτων και ηρώων.
Τον 6ο
π.Χ. αιώνα άρχισε από την Ιωνία η αμφισβήτηση της ειδωλολατρικής
πολυθεϊστικής θρησκείας και τα απαράδεκτα δρώμενά της. Οι Ίωνες
φιλόσοφοι και επιστήμονες άσκησαν αυστηρή κριτική στην παχυλή
ειδωλολατρική δομή της αρχαιοελληνικής θρησκείας, παράλληλα επιχείρησαν
να διερευνήσουν δια του νου την ορθή έννοια του θείου, εγκαινιάζοντας
έτσι την λεγόμενη ιδεατή ειδωλολατρία, η οποία θα κορυφωθεί στους
κλασσικούς χρόνους με το κίνημα των σοφιστών και των μεγάλων ιδεαλιστών
φιλοσόφων. Στους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους θα επέλθει ένας
ανεπανάληπτος θρησκευτικός συγκρητισμός. Το δωδεκάθεο και οι τοπικές
λατρείες όχι μόνο θα περιορισθούν, αλλά κυριολεκτικά θα εξαφανιστούν και
τη θέση τους θα πάρουν ανατολικές θρησκείες και θεότητες, όπως οι
αιγύπτιοι θεοί Ίσις και Όσιρις, η φρυγική Κυβέλη, ο σημιτικός Άδωνις, ο
ιρανικός Μίθρας, καθώς και το ρωμαϊκό πάνθεο. Ταυτόχρονα έχουμε επίσης
εισβολή παράλογων και νοσηρών «μυστηρίων», τα οποία θα αντικαταστήσουν
ολοκληρωτικά την αρχαία λατρεία. Τέλος όταν η αρχαία θρησκεία
ψυχορραγούσε στα πρωτοβυζαντινά χρόνια, αυτή μεταμορφώθηκε σε πολύπλοκο
συγκρητιστικό θρησκευτικό και φιλοσοφικό σύστημα, τον Νεοπλατωνισμό, με
σκοπό να επιβιώσει μπροστά στη σαρωτική εξάπλωση του Χριστιανισμού,
χωρίς φυσικά αποτέλεσμα.
Η αρχαιοελληνική θρησκεία ουδέποτε, λοιπόν, είχε ενιαία και σταθερή
μορφή, ούτε στο χώρο ούτε το χρόνο. Κατά συνέπεια, όπως θα αναφερθούμε
στη συνέχεια λεπτομερώς, η επιμονή των «αρχαιολατρών» να αναβιώσουν την «πατρώα θρησκεία»
κρίνεται ανόητη και ουτοπιστική, διότι δεν καθορίζεται ποιας μορφής της
θρησκείας αυτής και ποιας εποχής, επιχειρείται αναβίωση, διότι όλες οι
μορφές της σε όλες τις εποχές τριών και πλέον χιλιάδων ετών ήταν
θρησκεία των προγόνων μας!
Η ειδωλολατρική αρχαιοελληνική θρησκεία, όπως φαίνεται μέσα από τα έργα
των ποιητών και των αρχαίων συγγραφέων, είχε ένα ασαφές και σκιώδες
«θεολογικό» υπόβαθρο. Δημιουργοί της δεν υπήρξαν κάποια συλλογικά
όργανα, αλλά διάφοροι ποιητές. Ο κάθε ένας από αυτούς, ποιητική αδεία
και ανάλογα με την έμπνευσή του και σε συσχετισμό με την υποκειμενική
του αντίληψη, έκανε «θεολογία» (βλ. R. Decharme Μυθολογία, τομ.1σελ. 43) Αυτή είναι και η αιτία των τεράστιων διαφορών ανάμεσα στους συγγραφείς. Άλλη είναι η «θεογονία» του Ομήρου, άλλη του Ησίοδου, άλλη του «Ορφέα»,
άλλη των νεοπλατωνικών και άλλη των ανωνύμων λαϊκών παραδόσεων (βλ.
Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, τομ.6, στ. 151-155). Μελετώντας
όλες αυτές τις «θεογονίες», διαπιστώνουμε την αυθαίρετη φαντασία και το απόλυτο παράλογο. Αναφέρω για παράδειγμα τις «γεννήσεις» του κόσμου από το χάος, δηλαδή το τίποτε και των «θεών» από την άψυχη γη!
Διαβάζοντας τους πάμπολλους μύθους της αρχαιοελληνικής θρησκείας,
πελαγώνουμε κυριολεκτικά από τις ποικίλες εκδοχές και τις αντικρουόμενες
απόψεις για το ίδιο θέμα. Παράλληλα αηδιάζουμε από την «πολιτεία» των
ψευτοθεών, οι οποίοι είναι γεμάτοι από ανομολόγητα πάθη, καθότι
«διέπρατταν» τις πιο ανήκουστες κακουργίες, τα φοβερότερα εγκλήματα και
τις πιο αηδιαστικές ηθικές παρεκτροπές! Σύγχρονος συγγραφέας είπε
χαρακτηριστικά πως αν ήταν δυνατόν να παραπέμπονταν στα σύγχρονα ποινικά
δικαστήρια οι «θεοί» της αρχαιοελληνικής θρησκείας θα καταδικάζονταν με
τις πιο μεγάλες ποινές, ως παραβάτες του κοινού ποινικού δικαίου, ως
κακούργοι, ως δολοφόνοι, ως απατεώνες, ως διαφθορείς των ηθικών νόμων,
ως καταστροφείς της κοινωνίας!
Οι «θεοί» και οι «θεές» της αρχαιοελληνικής θρησκείας δεν ήταν τίποτε
άλλο παρά η προβολή των πιο αρρωστημένων ανθρωπίνων ψυχικών διαθέσεων.
Είναι η «θεοποίηση» των ανθρωπίνων παθών των αρχόντων της εποχής
εκείνης, η «νομιμοποίηση» των καταπιεστικών, ηθικών και ποινικών τους
ατοπημάτων. Άλλωστε οι βασιλείς κατά τον Όμηρο καλούνται «Διογενείς», δηλαδή γενιά του Δία και η εξουσία τους είναι απόρροια της εξουσίας εκείνου (P. Decharme,
Μυθολογία, τομ.1,σελ.67). Η δικτατορική αυθαιρεσία του Δία, για
παράδειγμα, νομιμοποιούσε και τη δική τους τυραννική εξουσία, οι
εξωσυζυγικές του δραστηριότητες επέτρεπε και σ’ αυτούς να προδίδουν τη
συζυγική τους πίστη, οι ομοφυλοφιλικές του σχέσεις με το Γανυμήδη
νομιμοποιούσε τις δικές τους βρωμερές ομοφυλοφιλικές έξεις. Η συζυγική
απιστία της Αφροδίτης με τον Άρη επέτρεπε και στις κυρίες της
αριστοκρατίας να είναι μοιχαλίδες, οι λατρεία της πορνικής θεάς δια της «ιερής πορνείας»,
νομιμοποιούσε την πορνεία, που κυριαρχούσε στην αρχαία εποχή. Ο
αρχικλέφτης του Ολύμπου Ερμής, ο προστάτης της κλοπής, ο οποίος
λατρευόταν δια της κλοπής, νομιμοποιούσε την κλοπή και την αδικία των
πλουσίων εκμεταλλευτών (Ιλιάδ.Β΄103, Κ΄267, Οδ.Τ΄394)! Ο πολεμοχαρής
Άρης ο προστάτης του πολέμου και της καταστροφής και η προσωποποίηση της
φρίκης και ο οποίος λατρευόταν δια της άσκησης βίας και αίματος και
της ικανοποίησης των άγριων ενστίκτων, νομιμοποιούσε τους αγρίους
πολέμους, την αυθαιρεσία και την καταστροφή. Η Ήρα ήταν φορέας της πιο
άγριας ζηλοφθονίας και της αμετάπειστης εκδίκησης και νομιμοποιούσε και
αυτή το μίσος και την εκδίκηση. Ο Βάκχος, προστάτης της μέθης, της
κραιπάλης, και της ικανοποίησης των πιο ταπεινών ορμέμφυτων,
νομιμοποιούσε τα πιο έχθιστα ανθρώπινα πάθη, και ούτω κάθ’ εξής.
Τα πάθη των ψευτοθεών δεν είχαν όριο. Ο Ουρανός βύθιζε τα παιδιά του
στα έγκατα της γης. Ο Κρόνος προκειμένου να πάρει την εξουσία από τον
πατέρα του Ουρανό του έκοψε τα γεννητικά όργανα, καθιστώντας τον πια
αδύναμο. Η θεότητά του βρισκόταν προφανώς στα …γεννητικά του όργανα! Ο
Κρόνος από φόβο μήπως τα παιδιά του, του πάρουν την εξουσία, τα έτρωγε! Η
σύζυγός του Ρέα τον ξεγέλασε (σκέψου τι θεός ήταν να μην καταλάβει την
απάτη…) και του έδωσε να φάει μια …πέτρα αντί για το Δία, για να του
πάρει έτσι εκείνος την εξουσία (Ησίοδ. Θεογ. 133-138)!
Ο Δίας γκρέμισε από τον Όλυμπο το γιο του Ήφαιστο, επειδή εκείνος πήρε
το μέρος της μητέρας του Ήρας, όταν αυτός την έδερνε ανηλεώς,
καθιστώντας τον έτσι μονίμως …ανάπηρο! Σύμφωνα με άλλη εκδοχή ο Ήφαιστος
ήταν … αδελφός του, κλεψίγαμος γιος του πατέρα του Κρόνου, με τη
γυναίκα του Ήρα (ΘΗΕ 7,1051)! Στα χέρια του κρατούσε τον κεραυνό για να
κατακεραυνώνει όποιον αμφισβητούσε την εξουσία του! Τόσο πολύ
…φιλάνθρωπος ήταν, που κάρφωσε στον Καύκασο τον ευεργέτη των ανθρώπων,
τιτάνα Προμηθέα (Ησιοδ. Θεογ.522)! Η Ήρα – παρ’ ότι θεά - δεν μπορούσε
να ικανοποιήσει τις ανικανοποίητες σεξουαλικές του ορμές του συζύγου της
Δία και γι’ αυτό εκείνος, ως κοινός απατεώνας, μεταμορφωνόταν και
τρύπωνε στους κοιτώνες θνητών γυναικών και τις κακοποιούσε σεξουαλικά,
σαν τους σύγχρονους διεστραμμένους βιαστές! Ο Ηρακλής για παράδειγμα
υπήρξε καρπός μιας τέτοιας σχέσης. Ονομαζόταν «Τριέσπερος» διότι τα σεξουαλικά όργια του Δία και της Αλκμήνης, μητέρας του Ηρακλή, κράτησαν τρεις νύχτες! Συν τοις άλλοις ο «πατήρ θεών τε και ανθρώπων»
ήταν και ενεργητικός ομοφυλόφιλος. Η πιο ευχάριστη ερωτική του απόλαυση
ήταν η ανώμαλη συνεύρεση με το θνητό ομορφόπαιδο Γανυμήδη, τον οποίο
τελικά πήρε στον Όλυμπο και τον έβαλε πλάι στη σύζυγό του Ήρα
(Ιλιαδ.Υ΄232, Ευρ.Τρωάδες 822, Ησιοδ. Θεογ.1345) !
Η Αφροδίτη όπως αναφέραμε απατούσε συστηματικά τον ανάπηρο σύζυγό της
Ήφαιστο με τον Άρη (Παυσαν. Β΄10,5). Ο Ποσειδών φλέγονταν από μεγάλο
ερωτικό πόθο για … την αδελφή του Δήμητρα, την οποία κυνηγούσε για να τη
βιάσει (Παυσαν. Η΄25,6,42). Εκείνη μεταμορφώθηκε σε φοράδα για να
ξεφύγει από την αηδιαστική αιμομιξία του αισχρού αδελφού της. Αυτός
μεταμορφώθηκε τελικά σε ίππος και κάπου στην Αρκαδία πραγματοποίησε την
απαίσια πράξη του! Αυτά ως ελάχιστα παραδείγματα των άπειρων
ανηθικοτήτων των ψευτοθεών της αρχαιοελληνικής θρησκείας, όπως τη βίωνε ο
χύδην όχλος!
Οι ψευτοθεοί αυτοί επίσης «απαιτούσαν» παράλογα πράγματα από τους
πιστούς τους. «Ζητούσαν» θυσίες ζώων για να «απολαύσουν» την μυρωδιά του
ψητού! Χιλιάδες άμοιρα ζώα καθημερινά θυσιάζονταν στους ψευτοθεούς.
Μάλιστα επί της βασιλείας του παρανοϊκού Ιουλιανού (361-363 μ.Χ.), ο
αριθμός των θυσιαζόμενων ζώων έφτασε σε παροιμιώδεις αριθμούς. Ο
θρησκομανής αυτοκράτορας αποδεκάτισε κυριολεκτικά τα ζώα της
αυτοκρατορίας, από τις αμέτρητες θυσίες στους ανύπαρκτους ψευτοθεούς
του!
Σε πολλές περιπτώσεις οι ανήθικοι θεοί «απαιτούσαν» θυσίες ανθρώπων!
Αναφέρεται ότι ο Τάνταλος θυσίασε το γιο του Πέλοπα, τον κομμάτιασε και
τον έδωκε στους θεούς να τον φάνε! Δυστυχώς οι ανθρωποθυσίες ήταν
πραγματικότητα και ιερός θεσμός στην αρχαία Ελλάδα. Έχουμε ανθρωποθυσίες
καθ’ όλη τη διάρκεια της αρχαιότητας, μέχρι και τους ελληνιστικούς
χρόνους! Στην εορτή των «Κρονίων» στην Αθήνα θυσιαζόταν κάθε
χρόνο ένας άνδρας. Το ίδιο και στη Ρόδο θυσιαζόταν ένας κατάδικος.
Ανθρωποθυσίες γινόταν και στην Κρήτη, όπως και στην Αλεξάνδρεια μέχρι
την εποχή των Πτολεμαίων, όπου θυσιάζονταν αιχμάλωτοι πολέμου στον
αιμοδιψή ψευτοθεό Κρόνο (δες Παυσανίου Ελλ. Περιηγ. Ι 18,7)! Επίσης στην
ετήσια εορτή των «Θαργηλίων» προς τιμή του Απόλλωνα θυσιαζόταν ανδρόγυνο εκλεγμένο από τους εγκληματήσαντες του έτους (P. Decharme,
Μυθολογία, τομ.1, σελ. 167). Στη Λευκάδα ακόμη γκρέμιζαν κάθε χρόνο
έναν άνδρα από ένα βράχο προκειμένου να εξευμενίσουν τον Απόλλωνα (Στραβ
Ι.2,452)!
Η Άρτεμις «απαιτούσε» από τους σπαρτιάτες νέους, στην ετήσια εορτή της,
φοβερό μαστίγωμα, μέχρι αίματος, λιποθυμίας, ακόμα και θανάτου. Ενώ στο
ναό της, στην Έφεσο γινόταν κατ’ έτος πολυπληθείς φρικτοί αιματηροί
ευνουχισμοί νέων (P. Dech.
όπου, ανωτ. Σελ.195). Αξίζει να αναφέρουμε ακόμα και την περίπτωση των
περιβόητων κανίβαλων μαινάδων, τις εκστασιασμένες λάτρισσες του μέθυσου
ψευτοθεού Διόνυσου, οι οποίες έτρεχαν τις νύχτες στις ερημιές
ουρλιάζοντας, καταβρόχθιζαν ωμά τα άτυχα ζώα που έβρισκαν μπροστά τους,
αλλά και τους άνδρες που τύχαινε να συναντήσουν! Αναφέρεται ότι
κατασπάραξαν και έφαγαν τον Ορφέα!
Οι «κατώτεροι» θεοί της φύσεως, τα φοβερά δαιμονικά όντα, όπως ο
τραγόμορφος απαισιόμορφος Πάνας και οι αποκρουστικοί τερατόμορφοι
Σάτυροι, ο φόβος και ο τρόμος των ανθρώπων, διακατέχονταν από ανείπωτα
κτηνώδη σεξουαλικά πάθη και προσωποποιούσαν τα πιο ταπεινά ένστικτα, από
τους οποίους κινδύνευαν με βιασμό θεές και θνητές!
Η ιερή πορνεία επίσης ήταν λατρευτική «απαίτηση» των ψευτοθεών.
Χιλιάδες άμοιρα κορίτσια κλείνονταν, χωρίς τη θέλησή τους, στους ναούς
της Αφροδίτης και «ιερουργούσαν» τη διεφθαρμένη θεά με το σώμα τους,
επιφέροντας τεράστια κέρδη στους ιερείς – πορνοβοσκούς της θεάς. Αυτό
γινόταν καθ’ όλη την αρχαιότητα, με αποκορύφωμα στους κλασσικούς και
ελληνιστικούς χρόνους. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ανατριχιαστικές λεπτομέρειες
για την ιερή πορνεία στην αρχαία Ελλάδα (Ιστορ. Ι,199). Επίσης ο Στράβων
διασώζει την εξής χαρακτηριστική πληροφορία για την ιερή πορνεία στην
Κόρινθο: Το ιερό της Αφροδίτης «ούτω πλούσιον υπήρξεν, ώστε πλείους ή χιλίας ιεροδούλους εκέκτητο εταίρας» (Στράβ. 378)! Επίσης οι λάτρεις του Διονύσου ήταν υποχρεωμένοι να παίρνουν μέρος στα εμετικά «ιερά όργια».
Διέπρατταν, στις αισχρές διονυσιακές εορτές ανείπωτες ηθικές
αθλιότητες. Οι κάθε γυναίκα, έγγαμη ή μη, ήταν υποχρεωμένη στο όνομα του
θεού, να ανεχτεί τις σεξουαλικές βρωμερές και διεστραμμένες ορέξεις του
κάθε τυχόντα! Οι βιασμοί γυναικών και η άσκηση κάθε είδους βίας κατά τη
διάρκεια των εορτών όχι μόνο δε θεωρούνταν έγκλημα, αλλά τρόπος
λατρείας του πορνικού και μέθυσου ψευτοθεού! Αυτή την κατάσταση θέλουν
να επαναφέρουν δυστυχώς οι «αρχαιολάτρες»!
Η αρχαιοελληνική θρησκεία όχι μόνο δεν απέτρεπε τους Έλληνες να
καθιερώνουν και να καλλιεργούν απάνθρωπους θεσμούς, αλλά αντίθετα τους
παρότρυνε. Η δουλεία για παράδειγμα ήταν θεσμός στην Αρχαία Ελλάδα. Είχε
μάλιστα και κληρονομικό χαρακτήρα. Η δουλεία θεωρούνταν κατά κάποιο
τρόπο ιερή υπόθεση και γι’ αυτό το μεγαλύτερο σκλαβοπάζαρο της Ελλάδος
βρισκόταν στη Δήλο, στο ναό του Απόλλωνα! Δεν χρειάζεται να αναφέρουμε
εδώ τη γνώμη που είχαν οι αρχαίοι πρόγονοί μας για τη δουλεία, ακόμα και
τα μεγάλα πνεύματα, όπως ο Αριστοτέλης!
Μεταξύ των θεών όχι μόνο δεν κυριαρχούσε σεβασμός, όπως θα ταίριαζε σε
θείες οντότητες, αλλά μίσος, αντιζηλία, τάση κυριαρχίας, πόλεμοι,
δολοφονίες, απάτες, δόλοι και ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς. Ο
Ηρόδοτος χαρακτήρισε το θείον της αρχαιοελληνικής θρησκείας «φθονερόν και ταραχώδες»
(Ιστορ. Ι.32,ΙΙΙ.40,2)! Ο Δίας πήρε με δόλο την εξουσία του πατέρα του
και επίσης έκαμε πόλεμο με τους εχθρούς του, θεούς Τιτάνες και Γίγαντες
και τους έθαψε στα έγκατα της γης. Η βασιλεία του ήταν ένας συνεχής
αγώνας για να κρατηθεί στην εξουσία. Εποφθαλμιούσε παράλληλα ερωτικά τις
συζύγους των άλλων θεών! Ο Ερμής έκλεβε συστηματικά τους θεούς. Η
Αφροδίτη απατούσε τον σύζυγό της. Ο Ποσειδών με απάτη βίασε την αδελφή
του Δήμητρα και διέπραξε απαίσια αιμομικτική πράξη. Ακόμα έριζε συνεχώς
με όλους τους θεούς, ακόμα και θέαμα των θνητών είχαν γίνει με την
Αθηνά στην Αθήνα! Οι Τιτάνες κομμάτιασαν και έφαγαν τον Διόνυσο, κλπ. Αν
αυτοί μπορούσαν να είναι θεοί…
Οι άνθρωποι βρισκόταν συνεχώς κάτω από το φόβο της πιο αναίτιας και
παράλογης θεϊκής εκδίκησης. Στα έργα του Ομήρου για παράδειγμα βλέπουμε
οι αισχροί ψευτοθεοί να παίρνουν συχνά το μέρος των αδίκων. Η Αφροδίτη
για παράδειγμα προστάτευε τον Πάρη, τον άρπαγα της συζύγου του Μενελάου.
Ο …φιλάνθρωπος Ποσειδώνας επίσης εξαιτίας του παραμικρού του θυμού,
προκαλούσε τρικυμίες και έπνιγε τους θαλασσινούς. Ταλαιπώρησε, χωρίς
έλεος και μέχρι εξοντώσεως το θρυλικό Οδυσσέα! Τα έργα του Ομήρου είναι
γεμάτα από τέτοιες αποκρουστικές διηγήσεις. Για τους «αρχαιολάτρες» όμως
«η αρχαία ελληνική θρησκεία απετέλεσε από τις πλέον φωτεινές που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα» (περ. Απολλώνειον Φως, Ιανουάριος – Φεβρουάριος 1998, σελ.4)! Αν είναι δυνατόν!
Στους μετακλασσικούς, ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους, όταν η
αρχαιοελληνική θρησκεία είχε φτάσει στο έσχατο σημείο της κατάπτωσής
της, οι πρόγονοί μας κατάντησαν να περιπέσουν και στην ανθρωπολατρεία.
Λάτρεψαν ως θεούς ζώντες ανθρώπους! Οι Αθηναίοι για παράδειγμα ανάδειξαν
σε θεό τον εκπορθητή της Αθήνας σπαρτιάτη ναύαρχο Λύσανδρο. Του έστησαν παντού βωμούς και τον λάτρευαν (Πλούτ. Λύσανδ. 18)! Επίσης θεοποίησαν τον αισχρότατο Δημήτριο Φαληρέα. Προς τιμή του άλλαξαν το όνομα του μηνός Μουνιχιώνος σε Δημητριώνος και των Διονυσίων εορτών σε Δημήτρια (Μεγ. Ελλην. Εγγκυκλ. Φοίνιξ, τομ. Θ΄117)! Το ίδιο έκαναν και για τον Δημήτριο τον Πολιορκητή,
του έστησαν 360 ανδριάντες μέσα σε ένα μήνα και γέμισαν την πόλη
βωμούς, και έκαναν θυσίες (όπου ανωτ. σελ. 121). Αργότερα το ίδιο έκαναν
για τον παρανοϊκό Νέρωνα και τους άλλους Ρωμαίους αυτοκράτορες! Αυτή
ήταν «η πιο ευγενής θρησκεία της ιστορίας»!
Όλα αυτά έβλεπαν οι μεγάλοι σοφοί της αρχαιότητας και απέρριψαν
επιδεικτικά και με αηδία την αρχαιοελληνική θρησκεία, την οποία
χαρακτήρισαν απαράδεκτη, παράλογη και εν πολλοίς επικίνδυνη για την
ανθρώπινη κοινωνία! Όλα σχεδόν τα μεγάλα πνεύματα της αρχαιότητας
άσκησαν κριτική και αρνήθηκαν την αρχαιοελληνική ειδωλολατρία. «Κατά
τους έξ π.Χ. αιώνας προσεπάθησαν να υπερβούν την πολυθεϊαν, να
διαμορφώσουν μίαν υψηλοτέραν ιδέαν περί πνευματικού Θεού, να καθάρουν
την έννοιαν του θείου από όλα εκείνα τα στοιχεία τα οποία είχαν
επισωρεύσει η μυθολογία, η δεισιδαιμονία και η πρωτόγονος μαγική σκέψις
των μαζών» (Κ. Σπετσιέρη Εικόνες Ελλήνων Φιλοσόφων, Αθήναι 1964, σελ. 75). «Οι
μεγάλοι Έλληνες φιλόσοφοι αντιτάχθησαν στην ειδωλολατρική πολυθεΐα και
ηγωνίσθησαν, ώστε να καθαρθεί η έννοια του θείου από το μη θεοπρεπές
στοιχείον» (Ν. Βασιλειάδη, Ο Ανθρωπισμός του Χριστιανισμού, Αθήναι 1986, σελ. 48.)
Πρώτος ο Ξενοφάνης o Κολοφώνιος (570-480) τόλμησε να αρνηθεί την κρατούσα ειδωλολατρική θρησκεία της εποχής του και να διακηρύξει επίσημα: «Εις Θεός, εν τε θεοίσι και ανθρώποισι μέγιστος ούτε δέμας θνητοίσιν όμοιος ουδέ νόημα». Όμως «πάντα
θεοίσ' ανέθηκαν Όμηρος θ' Ησίοδός τε… όσσα παρ' ανθρώποισιν ονείδεα
και ψόγος εστίν, κλέπτειν, μοιχεύειν τε και αλλήλους απατεύειν» (Ξενοφ.
Απ. 11)! Τους θεούς θεωρούσε εξολοκλήρου αποκυήματα της ανθρώπινης
φαντασίας, ανάρμοστα για την θεία φύση. Υποστήριζε μάλιστα πως όσοι
πιστεύουν ότι οι θεοί γεννήθηκαν, ασεβούν το ίδιο με όσους λένε ότι οι
θεοί πεθαίνουν!
Ο Ηράκλειτος (540-480) επιζητούσε «εξαγνισμόν από τα είδωλα» και πνευματική λατρεία του θείου (Αποσπ.5,Diels). Συνέλαβε την έννοια του ενός Θεού, υποστηρίζοντας πως «Έν
πάντα … εκ πάντων εν και εξ ενός πάντα… ταυτό τε ζων και τεθνηκός και
εκγρηγορός και καθεύδον και νέον και γηραιόν… αγαθόν και κακόν – εν και
ταυτόν-» (Β΄50,10,88,58). Καθιέρωσε την πνευματική έννοια του Λόγου
ως την υπέρτατη αιτία των πάντων και ως τον πάνσοφο νου που συγκροτεί
τον κόσμο και προνοεί γι’ αυτόν (Α 16). Υποστήριζε ότι ο Όμηρος και ο
Ησίοδος, αποδίδοντας στους θεούς κακίες και ανηθικότητες έσχον ολέθρια
επίδραση στα ήθη των ανθρώπων. Ακόμα στηλίτευσε τον ανόητο
ανθρωπομορφισμό, τόνισε την απόλυτη διαφορά ανθρώπου και Θεού (Αποσπ.
88) και απειλούσε όσους έκαναν ανίερες τελετές (Βακχισμός, ιερά όργια,
ιερή πορνεία κλπ).
Ο Αναξίμανδρος (610-564) αποφάνθηκε πως το θείον είναι «αθάνατον και ανόλεθρον», «περιέχει δε άπαντα και πάντα κυβερνά» (Αριστ. Μεταφ. 203Β).
Ο Εμπεδοκλής (493-433) καταδίκασε έντονα τον ανθρωπομορφισμό της
αρχαιοελληνικής θρησκείας και όρισε ότι το θείον είναι πνεύμα (Β΄134).
Ο Παρμενίδης (5ος
αιών) αρνήθηκε μετά βδελυγμίας τις απαράδεκτες αντιλήψεις της εποχής
του για το θείο και αποφάνθηκε πως αυτό είναι πέρα από κάθε φυσικό
φαινόμενο και ανθρώπινη σύλληψη. Το θείον είναι «ατρεμές» και «ακίνητον» (Β΄23,24,26).
Ο Πυθαγόρας (570-490) επέκρινε δριμύτατα τον Όμηρο και τον Ησίοδο για
τις προσβλητικές διηγήσεις τους για τους θεούς. Όρισε δε το θείον ως το «Πρώτον Έν»
και ως ουσία αυτού τα Μαθηματικά, δηλαδή την αρμονία, (καθαρά
πνευματική μονοθεϊστική πίστη), (βλ. Αριστ. Μετά τα Φυισκά,1091Α, 15).
Ο Αναξαγόρας (490-427) απεφάνθη ότι ο ήλιος, η σελήνη και τα άστρα, δεν
είναι θεοί, όπως πρέσβευε η ειδωλολατρική θρησκεία και η οποία
απαιτούσε λατρεία γι' αυτά, αλλά πύρινες υλικές μάζες. Το ίδιο είχαν
υποστηρίξει και ο Αναξίμανδρος, ο Αναξιμένης, ο Θαλής, ο Λεύκιππος, ο Δημόκριτος.
Ο Μητρόδωρος, (5ος αιών.), μαθητής του Αναξαγόρα, διακήρυξε πως «οι θεοί δεν είναι εκείνο που νόμιζαν όσοι τους έχτιζαν ναούς και τους προσκυνούσαν» (P. Decharme, Ελληνική Μυθολογία, τομ. Α΄, σελ. 286).
Ο Πρωταγόρας (480-411) θεμελίωσε την έννοια της απόλυτης
υπερβατικότητας του θείου και σατίρισε την παιδαριώδη θρησκευτικότητα
της εποχής του, γι΄ αυτό οι φανατικοί αθηναίοι ειδωλολάτρες αποφάσισαν
να τον σκοτώσουν (ΘΗΕ τομ. 10,692).
Ο Ηρόδοτος (480-421) δε δίστασε να ασκήσει κριτική στο Μαντείο των
Δελφών για ψεύτικους χρησμούς και στηλίτευσε την απαράδεκτη ιερή πορνεία
(Ιστ. Ι.199). Ο δε Αριστόδημος και ο Δημοσθένης περιγελούσαν επίσης τις
ανόητες μαντείες του δελφικού μαντείου (P. Dech.όπου ανωτ.). Επίσης ο Επίχαρμος (530-440) λοιδορούσε την αρχαία ειδωλολατρία, διότι αυτή θεωρούσε «τους θεούς είναι ανέμους, ύδωρ, γην, ήλιον, πύρ, αστέρες» (Στοβ. Ανθ. 91,92).
Ο Πίνδαρος (522-446) στα περίφημα ποιήματά του απογύμνωσε τους θεούς
από τις μυθολογικές γελοιότητες που προσβάλουν το θείο, (Πίνδ. Ολυμ.
Θ΄35 και P. Dech.
όπου ανωτ. σελ. 7). Σύμφωνα με τον αείμνηστο Κ. Γεωργούλη ο Πίνδαρος
δεν έκρυβε τις μονοθεϊζουσες ιδέες του (ΘΗΕ, τομ. 10,393).
Ο Πρόδικος (5ος
αιών.) υποστήριξε με πάθος πως οι άνθρωποι της αρχαιότητας, λόγω
πλάνης, θεώρησαν ως θεούς ό,τι ήταν χρήσιμο για τη ζωή τους, όπως ο
ήλιος, η σελήνη, τα ποτάμια, οι πηγές, τα ζώα, κλπ. (Ξενοφ. Απομν.
11,3).
Ο Αντισθένης (414-365) διακήρυξε πως ο Θεός είναι ένας και απόλυτα
υπερβατικός για τον ανθρώπινο νου. Αποκήρυξε αηδιαστικά τη θρησκεία της
εποχής του διότι οι θεοί της ήταν θεοποιηθέντες άνθρωποι! (Cicero de Nat. Deor. I,II,13).
Ο Θεόφραστος
(372-287) ζήτησε να πάψουν οι ανόητες ζωοθυσίες, αφενός μεν από σεβασμό
προς τα ζώα και αφετέρου, επειδή ο Θεός δεν έχει ανάγκη από τέτοιες
ταπεινές πράξεις (Θ.Η.Ε. τομ.6,415).
Ο Ευριπίδης ( 480-406) χαρακτήρισε τις γελοίες για τους θεούς διηγήσεις των ποιητών «αοιδών δυστήνους λόγους» (Ευρ. Ηρακλ. Μαιν. 1346) και υποστήριξε πως «ει οι θεοί εισι κακοί ούκ εισι θεοί» (Ευρ. Βαλλεροφ. 23) με αποτέλεσμα να γίνει στόχος του φανατικού ειδωλολατρικού όχλου και να καταφύγει στη Μακεδονία!
Ο Σωκράτης (469-399) υπήρξε σαφώς μονοθεϊστής. Κατά κανόνα ομιλούσε για
Θεό και σπανιότατα ομιλούσε για θεούς. Στους μαθητές του δίδασκε
διαφορετική θρησκευτική πίστη, γι' αυτό καταδικάστηκε σε θάνατο ως «έτερα καινά δαιμόνια εισφέρων».
Ο Πλάτων (428-347) φυγάδευσε κυριολεκτικά τον Όμηρο από την "Πολιτεία"
του, διότι θεώρησε ότι οι ανήθικοι μύθοι για τους θεούς αποτελούν
επιζήμια πρότυπα για τους νέους. Τόνισε εμφαντικά ότι ο Όμηρος και ο
Ησίοδος έπλασαν ψευδείς και ανάξιους μύθους για τους θεούς (Πολιτ. 368Α-383C). Αρνήθηκε ουσιαστικά την πατρώα ειδωλολατρική θρησκεία και προσηλώθηκε στη δική του ιδεατή θεότητα, το «Όντως Όν». Χαρακτηριστικά είναι τα εξής αποφθέγματα του μεγάλου φιλοσόφου, τα οποία προδίδουν τις μονοθεϊστικές αντιλήψεις του: «Ο δη Θεός ημίν πάντων χρημάτων μέτρον αν είη μάλιστα» (Νομ. IV 716e), «Ομοιούσθαι Θεώ» (Πολ. 613Β), «Ο Θεός έχει ταις χερσίν αυτού την αρχήν, το μέσον και το πέρας πάντων των όντων» (Νομ.Δ΄715e).
Είναι πολύ χαρακτηριστικό το γεγονός ότι σπάνια παρίστατο σε δημόσιες
θρησκευτικές τελετές των Αθηνών και στην Ακαδημία του δεν τελούσε καμιά
θρησκευτική τελετή!
Ο Αριστοτέλης (384-322) όρισε το θείον ως «το Πρώτον κινούν ακίνητον», ως «Νόησιν Νοήσεως» και ως «Ζώον αϊδιον άριστον» (Μεταφ. 1072, Β΄29) ορίζοντας έτσι την πίστη του σε μια υπερβατική αρχή. Υπεράσπισε την ενότητα της θείας ουσίας ως εξής: «ούκ πολυκοιρανίη΄ εις κοίρανος» (Μεταφ. 1076Α). Αρνήθηκε κατηγορηματικά τις ανόητες περί θεών πίστεις της αρχαιοελληνικής θρησκείας και γι' αυτό κατηγορήθηκε για αθεϊσμό!
Οι Στωικοί, ακολουθώντας τη διδασκαλία του Ζήνωνα καθιέρωσαν την πίστη στον ένα Θεό και ερμήνευσαν τους μύθους του Ομήρου αλληγορικά (P. Nilsson, Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Θρησκείας, Αθήναι 1977, σελ. 304).
Αρνητές της αρχαιοελληνικής ειδωλολατρικής θρησκείας υπήρξαν ακόμα ο
Καρνεάδης, ο Θεόδωρος ο Κυρηναίος, ο Λεύκιππος, ο Δημόκριτος, ο
Επίκουρος και όλοι οι σοφιστές, οι κυνικοί και οι στωικοί φιλόσοφοι.
Το τελειωτικό κτύπημα στην αρχαία ειδωλολατρική θρησκεία, το έδωσε ο
Ευήμερος ο Μεσσήνιος (317-297) ο οποίος διατύπωσε τη θεωρία και η οποία
έγινε τελικά ευρέως αποδεκτή, πως οι θεοί της αρχαιοελληνικής θρησκείας
ήταν κάποιοι επιφανείς άνθρωποι της πολιάς αρχαιότητας, τους οποίους οι
άνθρωποι λόγω αμάθειας θεοποίησαν!
Έχοντας όλα αυτά υπόψη του ο άγιος Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυρας (+165) έγραψε πως «Οι
μετά λόγου βιώσαντες χριστιανοί εισί, καν άθεοι ενομίσθησαν, οίον εν
΄Ελλησι μεν Σωκράτης και Ηράκλειτος και οι όμοιοι αυτοίς» (Ιουστ. Α΄ Απολ. α΄46,3, ΒΕΠΕΣ 3,186) και «Ούχ αλλότρια εστι τα του Πλάτωνος διδάγματα του Χριστού, ουν παρά πάσι καλώς είρηται ημών των Χριστιανών εστι» (Ιουστ. Β΄Απολ. 13,2-4, ΒΕΠΕΣ 3,207)! Ο Κλήμης ο Αλεξανδρέας επίσης μίλησε δια «ειδικής αποκαλύψεως» από το Θεό στους αρχαίους Έλληνες σοφούς ( Προτρεπτ. VI, ΒΕΠΕΣ 7, 52)!
Ας μην κομπάζουν λοιπόν οι σύγχρονοι «αρχαιολάτρες» αποκαλώντας την
«πατρώα θρησκεία», δηλαδή αυτή που λάτρευε ο χύδην όχλος και οι
αγράμματοι χωρικοί, ως «την πιο εξευγενισμένη θρησκεία του κόσμου», διότι οι αρχαίοι μορφωμένοι, οι δημιουργοί του θαυμαστού αρχαιοελληνικού πολιτισμού έφτυσαν την ειδωλολατρική θρησκεία!
Όσον αφορά τα γνήσια και ωφέλημα στοιχεία του αρχαιοελληνικού
πολιτισμού αυτά διασώθηκαν, καλλιεργήθηκαν και αναπτύχθηκαν μόνο μέσα
στον Χριστιανισμό. Δεν μας επιτρέπει ο χώρος να επεκταθούμε εδώ, άλλωστε
έχουν γραφεί τόσα πολλά για την αρμονική σύζευξη Χριστιανισμού και
Ελληνισμού στο νέο υπέροχο πολιτισμικό σχήμα, τον Ελληνοχριστιανικό
Πολιτισμό. Το ζήτημα έχει λυθεί, μόνο οι κοντόφθαλμοι και παθιασμένοι
«αρχαιολάτρες» δε μπορούν να δουν την πραγματικότητα και πλάθουν άρρωστα
φανταστικά γεγονότα, τα οποία ουδέποτε υπήρξαν, παρά μονάχα στο
παθιασμένο μυαλό τους!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια σας θα πρέπει να αναφέρονται στη συγκεκριμένη ανάρτηση και να διατυπώνονται κόσμια ακόμα και αν διαφωνείτε.
Παρακαλούμε να χρησιμοποιείτε ελληνικούς χαρακτήρες.