Πλῆθος ἀνθρώπων, καὶ ἰδιαιτέρως νέων, νοσταλγοῦν καὶ ἀναζητοῦν τὰ στοιχεῖα ἐκεῖνα ποὺ θὰ τοὺς συνδέσουν μὲ ἕνα ζωντανὸ παρελθὸν ποὺ κρύβει ἀκατάβλητες δυνάμεις ζωῆς.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία προβάλλει καὶ ἐπικαλεῖται τὴν μακραίωνη παράδοσή της, φαίνεται ὅμως πὼς εἶναι λίγοι ἐκεῖνοι ποὺ κατανοοῦν τὴν οὐσία αὐτῆς τῆς παραδόσεως, ἀκόμα κι ἂν τὴν ἐπικαλοῦνται. Ὁ πολιτισμός μας μᾶς ἔφερε σὲ τέτοιο σημεῖο, ὥστε νὰ πρέπει νὰ ἀναζητοῦμε καὶ νὰ ἐξηγοῦμε τὰ αὐτονόητα. Ἴσως διότι πολλὲς φορὲς μιλᾶμε μὲ ἄνεση γιὰ πράγματα, τῶν ὁποίων τὴν ἐμπειρία ἀγνοοῦμε, χωρὶς μάλιστα νὰ συνειδητοποιοῦμε τὴν ἄγνοιά μας.
Ἐκεῖνο ποὺ χρειάζεται εἶναι νὰ πάψουμε νὰ βλέπουμε τὰ πράγματα ἐξωτερικά, θεωρητικὰ καὶ ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν ζωή μας.
Παράδοση, μὲ τὴν εὐρύτερη ἔννοια, εἶναι ὅ,τι ἀφορᾶ τὴν πατρική μας κληρονομιά. Πέρα ὅμως ἀπὸ τοὺς φυσικοὺς πατέρες μας ὑπάρχουν καὶ οἱ πνευματικοί, οἱ παγκόσμιοι Πατέρες μας, καὶ αὐτοὶ μας παραδίδουν τὴν ἱερὴ Παράδοση, τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ταυτόχρονα πίστη, λατρεία καὶ ἦθος. Δὲν μπορεῖ νὰ νοηθεῖ καὶ νὰ ἀπομονωθεῖ τὸ ἕνα ἀπὸ τὸ ἄλλο. Τί νόημα ἔχει ἡ λατρεία ἂν δὲν καλλιεργεῖ ἕνα συγκεκριμένο ἦθος κι ἂν δὲν ἐκφράζει μιὰ συγκεκριμένη πίστη; Καὶ πόσο ζωντανὴ εἶναι ἡ πίστη, ὅταν δὲν παρακινεῖ στὴν λατρεία τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν φωτίζει τὴν ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου; Ἀλλὰ καὶ ποιό ἦθος μπορεῖ νὰ καλλιεργηθεῖ ἔξω ἀπὸ τὴν πίστη καὶ τὴν λατρεία;
Ἡ ἴδια ἡ λέξη «Παράδοση» δηλώνει αὐτὸ ποὺ μᾶς παραδίδει ἡ Ἐκκλησία, καὶ τὸ ὁποῖο παρέλαβε ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστό. Τί παρέδωσε ὁ Χριστὸς στὴν Ἐκκλησία; Λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος· «Ἐγὼ αὐτὸ παρέλαβα ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Κύριο, κι αὐτὸ σᾶς παρέδωσα· Ὁ Κύριος Ἰησοῦς, τὴ νύχτα ποὺ ἐπρόκειτο νὰ παραδοθεῖ στοὺς σταυρωτές του, ἔλαβε ἄρτο, καὶ ἀφοῦ ἔκανε εὐχαριστήρια προσευχή, τὸν τεμάχισε καὶ εἶπε· Λάβετε φάγετε. Αὐτὸ εἶναι τὸ σῶμα μου, ποὺ τεμαχίζεται γιὰ χάρη σας. Αὐτὸ νὰ κάνετε εἰς ἀνάμνησίν μου. Παρόμοια, ὅταν τελείωσε τὸ δεῖπνο, πῆρε τὸ ποτήρι καὶ εἶπε· Αὐτὸ τὸ ποτήριο εἶναι ἡ καινὴ διαθήκη ποὺ ἐπικυρώνεται μὲ τὸ αἷμα μου. Ὅποτε πίνετε ἀπὸ αὐτὸ τὸ ποτήριο, νὰ τὸ κάνετε εἰς ἀνάμνησίν μου. Γιατί ὡσότου νὰ ἔρθει ὁ Κύριος, πάντοτε, ὅταν τρῶτε ἀπὸ αὐτὸν τὸν ἄρτο καὶ πίνετε αὐτὸ τὸ ποτήριο, διακηρύσσετε τὸν θάνατο τοῦ Κυρίου». Ὁ Χριστὸς λοιπὸν παρέδωσε τὸ σῶμα Του καὶ τὸ αἷμα Του. Αὐτὸ κοινωνοῦμε καὶ αὐτὸ κάνει τὴν Ἐκκλησία, ὅλους ἐμᾶς δηλαδή, νὰ εἴμεθα τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Τὸ Σῶμα ποὺ ἔχει τὴν ἄφθαρτη ζωὴ τοῦ Χριστοῦ καὶ ζεῖ κατὰ τὸν τρόπο ποὺ ἔζησε ὁ Χριστός. Φέρει πνεῦμα Χριστοῦ, νοῦ Χριστοῦ, καρδία Χριστοῦ. Ἡ παράδοση τοῦ μυστηρίου τῆς Εὐχαριστίας προσφέρει τὴν πληρέστερη ἕνωση μὲ τὸν Χριστό. Γι’ αὐτὸ ὅμως καὶ προϋποθέτει τὴν περισυλλογὴ καὶ ἐπαγρύπνηση ὅλων των ψυχικῶν δυνάμεων τοῦ ἀνθρώπου. Τὸ Μυστήριο δὲν εἶναι αὐτομάτως ἐνεργό. Ἐνεργεῖ ἐφ’ ὅσον ὑπάρχει ἀνάλογη ἐσωτερικὴ διάθεση. Παράλληλά το Μυστήριο ἐκφράζεται μὲ ἕνα συγκεκριμένο ἦθος.
Τὸ ἦθος τοῦ μυστηρίου τῆς Εὐχαριστίας διατυπώνεται καὶ περιγράφεται στὰ παραγγέλματα τοῦ Χριστοῦ. Καὶ τὰ παραγγέλματα ποὺ δίνει ὁ Χριστὸς στοὺς φίλους Του δὲν εἶναι ἁπλὲς ἐντολὲς ἑνὸς κώδικα ἠθικῆς ποὺ ἀποβλέπει στὴν προσωπικὴ καὶ κοινωνικὴ ἁρμονία. Εἶναι ἡ περιγραφὴ μιᾶς ζωῆς ποὺ εἶναι συντονισμένη μὲ τὴν ζωὴ τῆς Θεότητας, ἡ ὁποία μὲ τὴν χάρη της διαποτίζει τὰ πάντα καὶ μᾶς ἀλλοιώνει. Ὅποιος παίρνει στὰ σοβαρὰ τὴν πίστη του, θὰ νιώσει κάποτε τὴν καλὴ ἀλλοίωση τῆς ὑπάρξεώς του, μιὰ ἀλλοίωση ποὺ δὲν εἶναι περιγραπτή. Εἶναι ἡ μυστικὴ ἐργασία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ προσεύχεται στὴν καρδιὰ τοῦ Χριστιανοῦ καὶ συγκροτεῖ τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ Χριστὸς λοιπὸν παρέδωσε τὸ ζωηφόρο σῶμα Του, πλῆρες Πνεύματος Ἁγίου. Παρέδωσε δηλαδὴ ἕνα θεανθρώπινο τρόπο ζωῆς. Ἕνα τρόπο ποὺ τὸν συναντᾶμε στὸ ἴδιο τὸ Πρόσωπό Του, στὸ περιβάλλον Του, ἀλλὰ καὶ μετὰ τὴν Ἀνάσταση καὶ Ἀνάληψή Του στὴν κοινότητα τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν πρώτων Χριστιανῶν. Τὸ συναντᾶμε καὶ τώρα, γιατί τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δὲν παύει νὰ ζωοποιεῖ τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ Ἐκκλησία καὶ ἡ Παράδοσή της εἶναι ἀκατάλυτη στοὺς αἰῶνες. Οἱ πύλες τοῦ ἅδη δὲν θὰ τὴν σκεπάσουν. Αὐτὸ τὸ ἐπικαλούμεθα συχνά, ἀλλὰ λησμονοῦμε ὅτι ἀφορᾶ τὴν Ἐκκλησία καὶ ὄχι ἀπαραιτήτως τὶς τοπικὲς ἐκκλησίες. Πολλὲς τοπικὲς ἐκκλησίες, ὅσο σπουδαῖες κι ἂν ἦταν, χάθηκαν καὶ δὲν ἔμεινε παρὰ μόνο ἡ ἱστορία τους. Καὶ ποιός μᾶς λέει πὼς αὔριο δὲν θὰ εἴμεθα μία ἀπὸ αὐτές; Δὲν ἔχει ἀνάγκη ὁ Θεὸς ἀπὸ μᾶς. Ἐμεῖς, κλῆρος καὶ λαός, ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ τὴν χάρι Του. Αὐτὸ θὰ ἐξαρτηθεῖ ἀπὸ τὴν δική μας ἐπιλογή, ἂν θὰ μείνουμε πιστοὶ ἢ θὰ ἀρνηθοῦμε τὴν Παράδοση, δηλαδὴ τὴν ζωὴ τοῦ Πνεύματος.
Ὁ Χριστὸς μᾶς παρέδωσε τὸ θεανθρώπινο σῶμα Του μαζὶ μὲ ὅσα θαυμαστὰ καὶ ἀσύλληπτα βίωσε στὴν ἐπίγεια ζωή του· τὴν βάπτιση, τὴν μεταμόρφωση, τὸ πάθος, τὴν ζωοποιὸ ταφὴ καὶ ἀνάσταση. Στοὺς ἑρμηνευτικοὺς λόγους τους στὴν Θεία Μεταμόρφωση οἱ Πατέρες τονίζουν ὅτι μεταμόρφωση συντελέστηκε στοὺς ἴδιους τους μαθητές, γιὰ νὰ μπορέσουν νὰ δοῦν τὴν δόξα τῆς κρυμμένης θεότητας. Ὅλα αὐτὰ εἶναι ἐμπειρίες ποὺ καλεῖται νὰ ζήσει ἡ Ἐκκλησία καὶ κάθε μέλος τοῦ σώματος, δηλαδὴ ὁ καθένας μας. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ λειτουργικὴ μνήμη τῶν γεγονότων αὐτῶν ἔχει τόσο μεγάλη σημασία.
Ὁ λειτουργικὸς χρόνος δὲν προσφέρει ἑορτασμοὺς καὶ ἀναμνήσεις γεγονότων. Προσφέρει τὸ νῦν καὶ ἀεὶ τοῦ Θεοῦ στὴν προσωπική μας ὕπαρξη. Προσφέρει τὸν εὐπρόσδεκτο καιρὸ νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν Χριστό, νὰ ἀναβαπτισθοῦμε, νὰ μεταμορφωθοῦμε στὸ φῶς Του, νὰ πεθάνουμε, νὰ βρεθοῦμε στὸν ἅδη μαζί Του, νὰ κηρύξουμε στὸν ἅδη τὴν ἀνάσταση. Κι ἀκόμα δὲν ἔχουν ὁλοκληρωθεῖ τὰ πάντα. Ἀναμένουμε τὴν κοινὴ ἀνάσταση. Προσδοκοῦμε τὴν τελικὴ δόξα, ὅταν θὰ Τὸν συναντήσουμε ἐν νεφέλαις. Βιώνουμε τὰ παρόντα ὡς τύπους τῶν μελλόντων. Ζοῦμε καὶ καλλιεργοῦμε τὴν πίστη καὶ τὴν ἐλπίδα ποὺ θὰ καταργηθοῦν. Θὰ καταργηθοῦν γιὰ νὰ μείνει μόνη ἡ ἀγάπη.
Ἡ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας δὲν εἶναι μιὰ ἰδεολογία ἢ φιλοσοφικὴ θεωρία, ἀλλὰ δηλώνει μιὰ πνευματικὴ πορεία. Μὲ αὐτὴ τὴν ἔννοια δὲν εἶναι θεωρητικὴ ἀλλὰ πρακτική. Δὲν εἶναι ἀφηρημένη ἀλλὰ μυστηριακή, δηλαδὴ μεταδίδεται μὲ τὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας.
Τὴν Παράδοση δὲν τὴν κατέχουμε. Δὲν εἶναι ἕνα βιβλίο ἢ ἕνας πίνακας ζωγραφικῆς. Ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση εἶναι ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία ὡς κοινωνία Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων. Μυσταγωγούμεθα στὸν μυστικὸ χῶρο της καὶ μαθητεύουμε μέσα της διὰ βίου. Τὴν ἀφομοιώνουμε σιγὰ σιγὰ μὲ τὴν λειτουργικὴ-μυστηριακὴ ζωή, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν πνευματικὴ καλλιέργεια καὶ ἀσκητικὴ προσπάθεια, δηλαδὴ μὲ τὸν ἀγῶνα νὰ καταστείλουμε τὰ πάθη μας καὶ νὰ τὰ μεταμορφώσουμε στὸ ἔνθεο πάθος τῆς ἀγάπης.
Ἡ ἱερὴ παράδοση ξεκινᾶ ἀπὸ τὰ τελούμενα στὸν ναό, ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν Λειτουργία, καὶ συνεχίζεται ὡς λειτουργία στὴν καθημερινή μας ζωή. Τί σημαίνει αὐτὸ πρακτικά; Πῶς μεταφέρεται αὐτὴ ἡ λειτουργία ἔξω ἀπὸ τὸν ναό; Θὰ ἐπισημάνω κάτι γενικὸ ἀλλὰ πολὺ περιεκτικό. Ἐὰν τὸ ὑψηλότερο καὶ ακριβότερο ἀγαθό, ὁ ἴδιος ὁ παντοκράτωρ Χριστός, προσφέρεται ὡς κοινὸ κτῆμα στὴν Θεία Εὐχαριστία, πῶς ἐμεῖς μετὰ θὰ ἰσχυριστοῦμε ὅτι κάποιο ἀπὸ τὰ κατώτερα ἀγαθὰ ποὺ δίνει ὁ Θεὸς ἀνήκει ἀποκλειστικὰ σὲ μᾶς, ὅτι εἶναι ἰδιοκτησία μας, ἰδιαίτερα ὅταν τὸ ἀγαθὸ αὐτὸ τὸ στεροῦνται οἱ ἀδελφοί μας; Δὲν θὰ ἐνδιαφερθοῦμε νὰ τὸ μοιραστοῦμε μὲ τοὺς ἄλλους;
Ἄς μὴν ἀεροβατοῦμε. Ἡ πίστη στὴν παράδοση δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι συντήρηση κάποιων ἰδεῶν ἢ τελετῶν. Εἶναι ἡ παρουσία τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ στὴν ζωή μας καὶ ἡ δική μας θεοειδὴς παρουσία στὸν κόσμο. Ἀρχίζει νὰ ἐκδηλώνεται στὸ ἄμεσο περιβάλλον μας καὶ ἀπὸ τὰ πιὸ ἀσήμαντα πράγματα. Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ Πατέρες λένε πὼς ἀπὸ τὸν ἀδελφό μας ἐξαρτᾶται ἡ σωτηρία μας. Καὶ πὼς ἀπὸ τὴν σχέση μας μὲ τὰ πράγματα φανερώνεται ἡ γνησιότητα τοῦ ἤθους μας.
Ἐὰν ἐπιτρέψουμε νὰ ἐμφιλοχωρεῖ ἡ ὑπερηφάνεια καὶ ἡ φιλαυτία στὴν ζωή μας, νὰ ξέρουμε ὅτι ματαιοπονοῦμε. Ἀκόμα κι ἂν νομίζουμε πὼς ἔχουμε τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ, ἀκόμα κι ἂν αἰσθανόμεθα ἀσφαλεῖς στὸ θρησκευτικό μας περίβλημα, ἀκόμα κι ἂν θεωρούμεθα παραδοσιακοί, νὰ ξέρουμε ὅτι λατρεύουμε ἕνα νεκρὸ κέλυφος, ποὺ μπορεῖ νὰ ἔχει ἀξία πολιτιστική, μουσειακή, καλλιτεχνική, ἀλλὰ δὲν ἔχει ζωὴ καὶ δὲν μπορεῖ νὰ προσφέρει ζωή. Σκεφτεῖτε ἕνα δεινὸ ἱεροκήρυκα ποὺ χρησιμοποιεῖ ὅλες τὶς ἀρετὲς τοῦ λόγου καὶ μαζὶ ἑκατοντάδες χωρία ἀπὸ τὰ κείμενα τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Ἐὰν ἡ συμπεριφορά του δὲν ἐκφράζει τὸ πνεῦμα τῶν Πατέρων, ἂν γιὰ παράδειγμα εἶναι θυμώδης, ὑπερήφανος, ὑποκριτής, τότε ποιά παράδοση βιώνει καὶ ἐκπροσωπεῖ; Σκεφτεῖτε ἕνα νέο ποὺ ἐκκλησιάζεται ἀνελλιπῶς, ἀλλὰ ἡ ἀγάπη του πρὸς τοὺς ἄλλους φτάνει μέχρι ἐκεῖ ποὺ ἀρχίζει νὰ θίγεται τὸ συμφέρον καὶ ἡ προσωπική του φιλοδοξία. Ἡ σχέση του μὲ τὸν Χριστὸ καὶ μὲ τὴν παράδοση εἶναι πολὺ ἀμφίβολη. Μία εἰκόνα βυζαντινή, χάρι στὰ μυστικά της πατροπαράδοτης ἁγιογραφικῆς τέχνης, λειτουργεῖ ὡς σύμβολο ποὺ ἀνοίγει σὲ μιὰν ἄλλη διάσταση. Τί γίνεται ὅμως μὲ ἐκεῖνον ποὺ τὴν θαυμάζει καὶ τὴν στολίζει ἢ καὶ μαθαίνει νὰ ἁγιογραφεῖ χωρὶς νὰ μυσταγωγῆται πρὸς τὴν ἄλλη αὐτὴ διάσταση;
Ὅταν ἀπὸ τὰ ἐπὶ μέρους στοιχεῖα τῆς Παραδόσεως ἀφαιροῦμε τὸ πνευματικό τους περιεχόμενο, τότε κάποια στιγμὴ θὰ πάψει νὰ ὑφίσταται καὶ ὁ λόγος ὑπάρξεώς τους.
Εἴμεθα ἔξω ἀπὸ τὴν παράδοση, τουλάχιστον ἀπὸ τὴν ἱερὴ παράδοση, ὅταν, ἐνῶ ἀκολουθοῦμε ἕνα λατρευτικὸ τυπικὸ ἢ ἐνῶ υἱοθετοῦμε ἐξωτερικὰ τὴν ἀσκητικὴ πρακτική τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως γιὰ παράδειγμα τὴν νηστεία ἢ τὶς μετάνοιες, τὴν ἴδια στιγμὴ ἀδυνατοῦμε νὰ προσεγγίσουμε τὸ πνευματικό τους περιεχόμενο, τὸν σκοπὸ καὶ τὴν σημασία τους. Ἔτσι τὰ στοιχεῖα τῆς ἱερᾶς παραδόσεως γίνονται πράγματα τοῦ κόσμου τούτου, ἐξαιτίας κάποιας δικῆς μας ἀδιαφορίας, ἀναισθησίας, πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς καθίζησης. Γι’ αὐτὸ πολλὲς φορὲς ὁ Χριστιανισμὸς παρουσιάζεται ἄψυχος καὶ ἀποκρουστικός, δίχως τὴν πνοὴ τῆς ἀναγεννήσεως, δίχως τὴν χαρὰ τῆς ἀναστάσεως, δίχως τὴν αἴσθηση τῆς ἐλευθερίας ποὺ χαρίζει ἡ εὐωδία τοῦ Παραδείσου.
Ἡ Ἐκκλησία ἔχει τὸ προνόμιο τῆς ταυτότητας παραδόσεως καὶ ζωῆς. Ἡ παράδοσις δὲν εἶναι ἀνάμνησις, ἔστω καὶ ζωντανή, εἶναι ζωή.
Ἡ Ἐκκλησία γιὰ νὰ προστατεύσει τὴν παράδοση ὡς τρόπο ζωῆς συνέστησε (;) τὸν μοναχισμό. Ἐκεῖ κάθε λεπτομέρεια τοῦ προσωπικοῦ καὶ κοινωνικοῦ βίου εἶναι προσευχή, συνέχεια τῆς Θείας Λειτουργίας καὶ ἀφορμὴ κοινωνίας μὲ τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἀδελφούς.
Ἔχουμε τὸ προνόμιο νὰ ζοῦμε σὲ ἕνα τόπο, ὅπου ἡ Παράδοση συνδέεται ἀπ’ εὐθείας μὲ τὴν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Εἶναι παράδοση οὐσιαστικῆς κοινωνίας μὲ τὸν Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο. Μᾶς τὴν παραδίδει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ποὺ εἶναι «ὁ αὐτὸς χθὲς καὶ σήμερον καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας» (Ἑβρ. 13,8), γιὰ τὴν δική μας σωτηρία, γιὰ τὴν σωτηρία ὅλου του κόσμου. Μᾶς παραδίδει τὸ ἴδιο τὸ Σῶμα του, τὸ Σῶμα ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὴν Παναγία, πλῆρες Πνεύματος Ἁγίου, καὶ τοῦ ὁποίου ὅλοι ἐμεῖς εἴμεθα τώρα μέλη, μαζὶ μὲ τοὺς ἀπ’ αἰῶνος ἁγίους καὶ τοὺς μέλλοντες ἁγίους. Εἴμεθα ἐλεύθεροι νὰ ἐπιλέξουμε ἂν θὰ συνεχίσουμε νὰ ζοῦμε καὶ νὰ αὐξανώμεθα μέσα στὸ σῶμα αὐτὸ ἢ ἐὰν θὰ ἀποκοποῦμε γιὰ νὰ ἀναζητήσουμε ἀλλοῦ τὸ πλήρωμα τῆς ζωῆς. Ἡ σχέση καὶ κοινωνία μὲ τὸν Χριστὸ δὲν εἶναι αὐτόματη. Εἶναι τρόπος καὶ πορεία ζωῆς, ὅπου πάντα μὲ πειρασμοὺς καὶ διλήμματα θὰ δοκιμάζεται ἡ ἐλευθερία μας.
Ἀπό τά θέματα πού συζητήθηκαν στή συνάντηση τῶν νέων βράδυ μέ τόν π. Γεώργιο Καλαντζῆ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια σας θα πρέπει να αναφέρονται στη συγκεκριμένη ανάρτηση και να διατυπώνονται κόσμια ακόμα και αν διαφωνείτε.
Παρακαλούμε να χρησιμοποιείτε ελληνικούς χαρακτήρες.