Ετικέτες

14.8.17

Δεκαπενταυγουστιάτικες ὧρες στά πάλλευκα τῶν νησιῶν μας Κοιμητήρια


Δεκαπενταγουστο, Σκόπελος π. Κωνσταντνος Ν. Καλλιανός

“Ω το παραδξου θαματος! πηγ τς ζως ν μνημείῳ τθεται κα κλμαξ πρς ορανν τφος γνεται….”



Σ ρα πβραδη, μ τ μελτμι ν σαλεει παλά τς κορυφς τν κυπαρισσιν κα ν κατεβανει μ τς στερνς τς λιαχτδες πνω στ μνματα.
Στ λιτ κα πριττα μνματα, πο δν χουν τ σημεριν τν πιτδευση μ τ βαρει τ μρμαρα κα τ πλαστικ τ νθη.
Γιατ κενα τ μνματα ταν φροντισμνα λλις, μ πλτητα, Καλωσνη κα ση Φιλοκαλα περσσευε στς καρδις κενων τν παλιν νησιωτν. 
Γι’ ατ κα τ πιμελονταν μ προσοχ κοιτζοντας ν τοποθετσουν τ λιτ χειροποητο ξλινο σταυρ, τς σβεστωμνες πλθες στς κρες το μνημεου μ δοντωτ σειρ κα τλος, πνω στν πιφνεια το τφου στρνανε λευκ λαλαρδια, π’ τ γιαλ φερμνα.
ναπαονταν λοιπν ο κεκοιμημνοι κτω π’ τ στρση τν λευκν λαλαριδιν, πο μοσχομριζαν ρμρα: μοσχοβολι γνριμη σ’ ατος, γιατ ατ τος θρεψε μαζ μ τ λεπτ τ ρωμα το πεκου.
Λιτ στολδια τ μικρ τ βασιλικ, πο μαζ μ τ λαδοκντηλο φνουν στν πισκπτη μι δα κατανξεως κα παραμυθας.
Δεκαπενταγουστο· Ο καμπνες φνουν στ γιορταστικ τ’ πβραδο τν λπιδοφρο χο τους καλντας σ σναξη.
Κα στ Κοιμητρια, ταν φτνει χος ατς, ρχζει ν’ νεβανει μσ’ π’ τ μνματα μι παρξενη σιωπ, ποα πλνεται γρω κι φνει τ σφραγδα τς χαρμολπης.
Γιατ λοι ατο πο ναπαονται κτω π’ τν πλευκη τ στρση τν λαλαριδιν, ξρουν, πειδ τ βλπουν, κλμαξ ν γνεται τφος, πο θριαμβευτικ τν νεβανει  Μτηρ τς Ζως.
Τ βλπουν κα χαρονται, γιατ καλονται κι ατο ν Τν κολουθσουν κα ν’ νβουν τ σκαλοπτια μ τ βεβαιτητα τς γπης Της, τν μπιστοσνη τν διαλείπτων πρεσβειν Της κα τν γλυκασμ τς μτρου Παραμυθας Της.
Στκουν σιωπηλο ο κεκοιμημνοι κα μ τ λαμπδα τς ψυχς τους ναμμνη κα Τ μακαρζουν, πως «α γενεα α πσαι» Γιατ εναι πι σγουροι, τι «σζει ε τν κληρονομαν Της»…..
Κι ατος πο ναπαύονται στ κοιμητριο, κτς το τι συνιστον ναν δικαιωματικ μακαρισμ, φελουμε ν τος καταθτουμε τ σεβασμ μας, γιατ ποτελον κα εναι τ πανερα ταμιευτρια τ πληρωμνα Μνμες,
Γεγοντα κα βιορυθμος το χθς, τ ποο ξπαντος κρατον στ χρια τους κα τ παραδδουν ς λλη παρακαταθκη στν Παλαιν τν μερν.
Γιατ λοι ατο, σχεδν λοι, χουν λγο πολ ταυτιστε κα μ δικ μας παρμοια γεγοντα, λλ κα τς πιλογς το γκσμιου βου μας.
Στκομαι τοτο τ σεπτ πβραδο το Δεκαπενταγοστου κι ντικρζω τ Κοιμητριο τν προγνων μου ν μνει κνητο μσ’ τ θεριν τν ντηλι, μχρι ν δεχτε στ σπλχνα του κποιο νο σπρο το Θεο: μιν νθρπινη Μορφ πο μχρι ττε κάποιο τπο φλασσε σ’ ατ τ χωρι.
μως σ λγο θ σιμσει νχτα· ττε θ λαμπυρσουν τ καντλια στ μνημεα, ν σιωπ θ σεργιαν νμεσ τους, νμεσα στ κυπαρσσια.
Τ νυχτοπολια θ συλλαβζουν τ δικ τους τ μοιρολϊ: ατ πο συνθως δν κον ο ζωντανο, λλ μονχα ο κεκοιμημνοι.
Ατο δηλαδ πο ναπαύθηκαν π τς μριμνες το βου κι λα τ φμερα. Γιατ μαθαν τ λλο μγιστο τ μθημα: «ν τ Κοιμσει τν κσμον ο κατλιπες, Θεοτκε…….»
ντιγραφ γι τ  «σπιτὰκι τῆς  Μέλιας»
ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ
ΜΗΝΙΑΙΑ ΕΚΔΟΣΗ Ι. ΝΑΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΠΕΥΚΑΚΙΩΝ
ΕΤΟΣ ΙΓ’ – ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ – ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2014 – ΑΡΙΘ. ΤΕΥΧΟΥΣ 144-145 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα σχόλια σας θα πρέπει να αναφέρονται στη συγκεκριμένη ανάρτηση και να διατυπώνονται κόσμια ακόμα και αν διαφωνείτε.

Παρακαλούμε να χρησιμοποιείτε ελληνικούς χαρακτήρες.