Γαλ. β΄ 16-20
...ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός...
Ἀδελφοί,
16 εἰδότες ὅτι οὐ δικαιοῦται
ἄνθρωπος ἐξ ἔργων νόμου ἐὰν μὴ διὰ πίστεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡμεῖς
εἰς Χριστὸν Ἰησοῦν ἐπιστεύσαμεν, ἵνα δικαιωθῶμεν ἐκ πίστεως Χριστοῦ
καὶ οὐκ ἐξ ἔργων νόμου, διότι οὐ δικαιωθήσεται ἐξ ἔργων νόμου πᾶσα
σάρξ.
17 Εἰ δὲ ζητοῦντες δικαιωθῆναι
ἐν Χριστῷ εὑρέθημεν καὶ αὐτοὶ ἁμαρτωλοί, ἄρα Χριστὸς ἁμαρτίας διάκονος;
Μὴ γένοιτο.
18 Εἰ γὰρ ἃ κατέλυσα ταῦτα
πάλιν οἰκοδομῶ, παραβάτην ἐμαυτὸν συνίστημι.
19 Ἐγὼ γὰρ διὰ νόμου νόμῳ
ἀπέθανον, ἵνα Θεῷ ζήσω. Χριστῷ συνεσταύρωμαι·
20 ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ
ἐν ἐμοὶ Χριστός· ὃ δὲ νῦν ζῶ ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ
τοῦ ἀγαπήσαντός με καὶ παραδόντος ἑαυτὸν ὑπὲρ ἐμοῦ.
Μετάφραση
Αδελφοί,
16 επειδή όμως ξέρουμε
ότι δε δικαιώνεται ο άνθρωπος από τα έργα του νόμου παρά μόνο μέσω της πίστης
στον Ιησού Χριστό, γι’ αυτό και εμείς πιστέψαμε στο Χριστό Ιησού, για να
δικαιωθούμε από την πίστη στο Χριστό και όχι από τα έργα του νόμου, γιατί
από τα έργα του νόμου δε θα δικαιωθεί καμιά σάρκα.
17 Αν όμως, ζητώντας να
δικαιωθούμε με το Χριστό, βρεθήκαμε κι εμείς οι ίδιοι αμαρτωλοί, άρα ο Χριστός
είναι διάκονος της αμαρτίας; Είθε να μη γίνει!
18 Γιατί, αν όσα
γκρέμισα, αυτά πάλι οικοδομώ, παραβάτη αποδείχνω τον εαυτό μου.
19 Γιατί εγώ πέθανα ως
προς το νόμο διαμέσου του νόμου, για να ζήσω για το Θεό. Μαζί με το Χριστό έχω
σταυρωθεί.
20 Ζω, λοιπόν, όχι πια
εγώ, αλλά ζει μέσα μου ο Χριστός. Και τη ζωή που τώρα ζω στη σάρκα, τη ζω με
την πίστη που έχω στον Υιό του Θεού, ο οποίος με αγάπησε και παράδωσε τον εαυτό
του για μένα.
«Ζῌ ΕΝ ΕΜΟΙ ΧΡΙΣΤΟΣ»
1. Η
ΙΣΧΥΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ
Στὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα
τῆς Κυριακῆς μετὰ τὴν ἑορτὴ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ὁ ἀπόστολος
Παῦλος ἀπολογεῖται ἀπέναντι
σὲ πολλοὺς Ἰουδαίους ἐπικριτές του, οἱ ὁποῖοι τὸν κατηγοροῦσαν ὅτι ἐγκατέλειψε τὸν ἰουδαϊκὸ νόμο. Καὶ λέει:
Ἐπειδὴ
μάθαμε ἀπὸ τὴν προσωπική μας πείρα ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ σωθεῖ μὲ τὴν
τήρηση τῶν διατάξεων τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου ἀλλὰ μόνο μὲ τὴν
πίστη στὸν Ἰησοῦ
Χριστό, κι ἐμεῖς πιστεύσαμε σ’ Αὐτὸν γιὰ νὰ σωθοῦμε ἀπὸ τὴν
πίστη στὸν Χριστὸ καὶ ὄχι ἀπὸ τὰ ἔργα τοῦ
νόμου. Διότι, ὅπως ἀναφέρεται στοὺς Ψαλμούς, μὲ τὰ ἔργα τοῦ
νόμου δὲν θὰ σωθεῖ κανένας ἄνθρωπος. Ἀλλὰ ἐὰν ὑποθέσουμε ὅτι ἡ
τήρηση τοῦ
μωσαϊκοῦ νόμου εἶναι ἐπιβεβλημένη
καὶ συνεπῶς ἐμεῖς ποὺ τὸν ἀφήσαμε ἁμαρτήσαμε, τότε γεννιέται τὸ ἄτοπο
ἐρώτημα: Ἄρα ὁ
Χριστὸς μᾶς ὁδηγεῖ στὴν ἁμαρτία,
ἀφοῦ μᾶς ὤθησε
νὰ ἀφήσουμε
τὸν νόμο; Μὴ συμβεῖ νὰ ποῦμε μιὰ τέτοια βλασφημία. Διότι, ἂν ἐκεῖνα ποὺ
κατάργησα ὡς ἀνώφελα, αὐτὰ πάλι
τὰ τηρῶ ὡς ἀναγκαῖα, ἀποδεικνύω
τὸν ἑαυτό
μου παραβάτη· διότι βεβαιώνω ἔμπρακτα
ὅτι ἔκανα
λάθος ποὺ ἄφησα
τὸ νόμο· καὶ ἁμάρτησα
ὅταν προτίμησα τὴ σωτηρία ποὺ δίνει ὁ
Χριστός. Ὅμως δὲν ἁμάρτησα.
«Ἐγὼ γὰρ διὰ
νόμου νόμῳ ἀπέθανον, ἵνα Θεῷ
ζήσω». Ἐγὼ μὲ κριτήριο τὸ μωσαϊκὸ
νόμο, ποὺ τιμωρεῖ μὲ θάνατο
κάθε παραβάτη του, πέθανα ὡς πρὸς τὸν
νόμο, γιὰ νὰ ζήσω
γιὰ τὴ δόξα
τοῦ Θεοῦ.
Βέβαια ἐμεῖς σήμερα δὲν μποροῦμε νὰ κατανοήσουμε τί σήμαινε γιὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο αὐτὴ ἡ ἐπιλογή του. Ἦταν ἕνας Ἰουδαῖος, ξακουστὸς νομοδιδάσκαλος καὶ τηρητὴς τῶν ἰουδαϊκῶν παραδόσεων. Καὶ τὰ ἐγκατέλειψε ὅλα αὐτά, ἀπαρνήθηκε μιὰ παράδοση αἰώνων καὶ μιὰ νοοτροπία συνυφασμένη μὲ τὴ ζωὴ τοῦ ἔθνους του. Αὐτὸ ὅμως ἦταν ἐπανάσταση γιὰ τὴν ἐποχὴ ἐκείνη. Καὶ τοῦ στοίχισε τὴν ἴδια του τὴ ζωή.
Καὶ στὸ ἀποστολικὸ αὐτὸ ἀνάγνωσμα τεκμηριώνει τὴν ἐπιλογή του αὐτὴ βασισμένος στὸν ἴδιο τὸν νόμο καὶ κάνοντας κυρίως τὸν ἑξῆς συλλογισμό: Ὁ νόμος τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἦταν καλός, ἀλλὰ δὲν ἔδινε στοὺς ἀνθρώπους καὶ τὴ χάρη καὶ τὴ δύναμη νὰ τὸν τηρήσουν. Κι ἐπιπλέον τιμωροῦσε μὲ θάνατο κάθε παραβάτη τῶν ἐντολῶν του. Ποιὸς ὅμως Ἰουδαῖος θὰ μποροῦσε νὰ τηρήσει ὅλες τὶς διατάξεις τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου; Κανείς. Ἄρα λοιπόν, κανεὶς δὲν μποροῦσε νὰ σωθεῖ τηρώντας τὶς διατάξεις αὐτές, καὶ μάλιστα ὅπως τὶς ἑρμήνευαν οἱ νομοδιδάσκαλοι. Σύμφωνα δὲ μὲ τὶς διατάξεις τοῦ νόμου ἔπρεπε νὰ θανατωθεῖ κάθε παραβάτης του. Ἀφοῦ λοιπόν, λέει ὁ θεῖος Παῦλος, οὕτως ἢ ἄλλως ἦταν χαμένος καὶ καταδικασμένος σὲ θάνατο ὡς πρὸς τὸν νόμο, γιατί νὰ τὸν ἀκολουθεῖ; Γιατί νὰ τηρεῖ τὶς διατάξεις του, ἀφοῦ δὲν θὰ τὸν ὁδηγοῦσαν στὴ σωτηρία; Αὐτὸς ἤθελε πάνω ἀπ’ ὅλα τὴ σωτηρία του, γιὰ νὰ ζεῖ μὲ τὸν Θεὸ αἰωνίως.
Βέβαια ἐμεῖς σήμερα δὲν μποροῦμε νὰ κατανοήσουμε τί σήμαινε γιὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο αὐτὴ ἡ ἐπιλογή του. Ἦταν ἕνας Ἰουδαῖος, ξακουστὸς νομοδιδάσκαλος καὶ τηρητὴς τῶν ἰουδαϊκῶν παραδόσεων. Καὶ τὰ ἐγκατέλειψε ὅλα αὐτά, ἀπαρνήθηκε μιὰ παράδοση αἰώνων καὶ μιὰ νοοτροπία συνυφασμένη μὲ τὴ ζωὴ τοῦ ἔθνους του. Αὐτὸ ὅμως ἦταν ἐπανάσταση γιὰ τὴν ἐποχὴ ἐκείνη. Καὶ τοῦ στοίχισε τὴν ἴδια του τὴ ζωή.
Καὶ στὸ ἀποστολικὸ αὐτὸ ἀνάγνωσμα τεκμηριώνει τὴν ἐπιλογή του αὐτὴ βασισμένος στὸν ἴδιο τὸν νόμο καὶ κάνοντας κυρίως τὸν ἑξῆς συλλογισμό: Ὁ νόμος τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἦταν καλός, ἀλλὰ δὲν ἔδινε στοὺς ἀνθρώπους καὶ τὴ χάρη καὶ τὴ δύναμη νὰ τὸν τηρήσουν. Κι ἐπιπλέον τιμωροῦσε μὲ θάνατο κάθε παραβάτη τῶν ἐντολῶν του. Ποιὸς ὅμως Ἰουδαῖος θὰ μποροῦσε νὰ τηρήσει ὅλες τὶς διατάξεις τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου; Κανείς. Ἄρα λοιπόν, κανεὶς δὲν μποροῦσε νὰ σωθεῖ τηρώντας τὶς διατάξεις αὐτές, καὶ μάλιστα ὅπως τὶς ἑρμήνευαν οἱ νομοδιδάσκαλοι. Σύμφωνα δὲ μὲ τὶς διατάξεις τοῦ νόμου ἔπρεπε νὰ θανατωθεῖ κάθε παραβάτης του. Ἀφοῦ λοιπόν, λέει ὁ θεῖος Παῦλος, οὕτως ἢ ἄλλως ἦταν χαμένος καὶ καταδικασμένος σὲ θάνατο ὡς πρὸς τὸν νόμο, γιατί νὰ τὸν ἀκολουθεῖ; Γιατί νὰ τηρεῖ τὶς διατάξεις του, ἀφοῦ δὲν θὰ τὸν ὁδηγοῦσαν στὴ σωτηρία; Αὐτὸς ἤθελε πάνω ἀπ’ ὅλα τὴ σωτηρία του, γιὰ νὰ ζεῖ μὲ τὸν Θεὸ αἰωνίως.
2.
Η ΝΕΑ ΕΝ ΧΡΙΣΤῼ ΖΩΗ
Ὁ ἅγιος Ἀπόστολος στὴ συνέχεια μᾶς
περιγράφει μέσα ἀπὸ τὴν
προσωπική του ἐμπειρία
τὸ μυστήριο τῆς νέας ἐν Χριστῷ ἐσταυρωμένης
καὶ ἀναστημένης
ζωῆς. Λέει λοιπόν: Μὲ τὸ
Βάπτισμα ἔχω
σταυρωθεῖ κι ἔχω πεθάνει μαζὶ μὲ τὸν Χριστό. Κι ἀφοῦ εἶμαι πεθαμένος, δὲν ἔχει
πλέον καμία ἰσχὺ γιὰ μένα
ὁ νόμος. Ἔγινα κοινωνὸς τοῦ σταυρικοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ. «Ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ
Χριστός». Δὲν ζῶ πλέον ἐγώ, ἀλλὰ ζεῖ μέσα
μου ὁ Χριστός. Καὶ τὴ ζωὴ ποὺ ζῶ, τὴ ζῶ ἐμπνεόμενος
ἀπὸ τὴν πίστη στὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος μὲ ἀγάπησε καὶ παρέδωσε τὸν Ἑαυτό του σὲ θάνατο γιὰ τὴ σωτηρία μου.
Βέβαια εἶναι πολὺ δύσκολο νὰ ἐξηγήσει κανεὶς μέσα σὲ λίγες γραμμὲς τὸ μυστήριο τῆς νέας ἐν Χριστῷ ζωῆς ποὺ ζοῦσε ὁ ἀπ. Παῦλος. Ἂς περιγράψουμε ἐδῶ σὲ γενικὲς γραμμὲς
κάποια βασικὰ
στοιχεῖα της. Γιὰ νὰ
ζήσει ὁ ἄνθρωπος
τὴ νέα αὐτὴ ζωή, πρέπει πρῶτα νὰ
πεθάνει. Αὐτὸς ὁ θάνατος
πραγματοποιεῖται
μυστηριακῶς μὲ τὸ ἅγιο Βάπτισμα.
Νεκρώνεται ὁ παλιὸς ἄνθρωπος τῆς ἁμαρτίας
καὶ παίρνει ὁ πιστὸς τὴν ἀπόφαση
νὰ ζεῖ μόνο
γιὰ τὸν
Χριστὸ καὶ μὲ τὸν
Χριστό. Ἀποτάσσεται τὸν σατανὰ καὶ τὰ ἔργα
του καὶ συντάσσεται μὲ τὸν
Χριστὸ καὶ τὶς ἅγιες ἐντολές του. Μὲ τὸ ἱερὸ
Χρίσμα ἐφοδιάζεται μὲ τὰ
χαρίσματα καὶ τὶς δωρεὲς τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος. Καὶ εἰσέρχεται σὲ μιὰ νέα
ζωή. Τώρα πλέον ἀγωνιζόμενος
καθημερινὰ νὰ ζεῖ κατὰ τὸ ἅγιο θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀνανεώνεται καὶ μεταμορφώνεται διαρκῶς καὶ ζεῖ ἐμπειρίες
πνευματικὲς καὶ ἅγιες.
Κι ἐπειδὴ ὡς ἄνθρωπος
ρέπει πρὸς τὴν ἁμαρτία, ἀγωνίζεται καθημερινὰ νὰ τηρεῖ τὶς ὑποσχέσεις ποὺ ἔδωσε
πρὶν ἀπὸ τὸ ἅγιο Βάπτισμά του. Ἀγωνίζεται δηλαδὴ καθημερινὰ μὲ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος καὶ τῶν ἱερῶν Μυστηρίων νὰ νεκρώνει μέσα του τὴν ἁμαρτία
καὶ νὰ ζεῖ μιὰ ζωὴ πλήρους ἀφοσιώσεως στὸν
Θεό. Σταυρώνεται ὡς πρὸς τὸν
κόσμο, ἀλλὰ ζεῖ γιὰ τὸν Χριστό. Τώρα πιὰ μέσα στὴν ψυχή του δὲν ἐνεργεῖ ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος ἀλλὰ ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Αὐτὸς
κυριαρχεῖ στὶς
σκέψεις του, στὶς ἐπιθυμίες του, στὶς ἀποφάσεις
του, στὰ λόγια του, στὶς ἐνέργειές
του. Αὐτὸς ἀκτινοβολεῖ τὸ φῶς του. Καὶ ὁ ἄνθρωπος προγεύεται ἀπὸ αὐτὴ τὴ ζωὴ τὸν Παράδεισο. Αὐτὴν τὴν ἐμπειρία
εἶχαν ὅλοι οἱ ἅγιοι.
Αὐτὸ τὸ ἅγιο
βίωμα καλούμαστε νὰ ἀποκτήσουμε καὶ μεῖς. Ἂς ξεκινήσουμε λοιπὸν ἕναν
καθημερινὸ ἀγώνα θανάτου καὶ ζωῆς,
νεκρώσεως καὶ ἀναστάσεως.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια σας θα πρέπει να αναφέρονται στη συγκεκριμένη ανάρτηση και να διατυπώνονται κόσμια ακόμα και αν διαφωνείτε.
Παρακαλούμε να χρησιμοποιείτε ελληνικούς χαρακτήρες.