Ετικέτες

20.5.16

Μονές και Άγιοι στον Πόντο που πέρασαν στην ιστορία




Ο ρόλος της ορθοδοξίας στην ζωή των Ποντίων, καθόρισε την πορεία και την εξέλιξή τους. Πολλές οι Μονές και οι Άγιοι που έμειναν στη ιστορία.

Ο Μέγας Κωνσταντίνος ήταν από τους πρώτους αυτοκράτορες που διέγνωσαν την ιδιαίτερη σημασία του Πόντου ως προπύργιου του Βυζαντίου στην περιοχή. Στις μέρες του το δυτικό μέρος του Πόντου ονομάστηκε για χάρη της χριστιανής μητέρας του Ελένης, Ελενόποντος. Μέσα στον πολυάριθμο χώρο του Πόντου, με τις ελληνικές πόλεις και τα χωριά, τους Έλληνες και τους εξελληνισμένους κατοίκους του, οι Πατέρες της εκκλησίας βρήκαν πρόσφορο έδαφος και πολιτισμένα ήθη, ώστε να κηρύξουν και να διαδώσουν το Ευαγγέλιο.

Οι περισσότερες φυλές, ελληνικές και εξελληνισμένες, ασπάσθηκαν εύκολα τη νέα θρησκεία, η οποία έχοντας σαν όργανο την ελληνική γλώσσα και την ελληνική φιλοσοφία, διαδόθηκε πλατιά και κάλυψε το μεγαλύτερο μέρος του Πόντου. Ο χριστιανισμός πάλι απ΄ την πλευρά του, πρόσθεσε ένα καινούργιο συνδετικό στοιχείο στην ελληνική παράδοση του τόπου, προωθώντας την αφομοίωση των ποντιακών πληθυσμών, ντόπιων και παλιών αποίκων, σε μια ενιαία εθνική ενότητα, σε έναν ενιαίο πολιτισμό με επένδυση το ορθόδοξο θρησκευτικό δόγμα. Έτσι, η ελληνική πολιτιστική παράδοση στην περιοχή μέσω και του χριστιανισμού, εδραιώθηκε πιο πολύ και διατηρήθηκε για όλους τους κατοπινούς αιώνες, μέχρι τη βίαιη διακοπή της το 1922 και τον ξεριζωμό των ποντιακών πληθυσμών από την αρχέγονη πατρίδα τους.

Κι αυτό γιατί, από τον πρώτο κήρυκα του Ευαγγελίου, τον Απόστολο Ανδρέα τον Πρωτόκλητο, αλλά και κατοπινά τον 3ο αιώνα, από τον αρχιεπίσκοπο Γρηγόριο Νεοκαισάρειας, στον τόπο τούτο όπως και σ΄ όλη την αυτοκρατορία, διαδιδόταν μαζί με τον χριστιανισμό και η ελληνική σκέψη. Ιδιαίτερα ο Γρηγόριος θεωρούσε απαραίτητο το μπόλιασμα του χριστιανισμού με την ελληνική φιλοσοφία, επηρεασμένος σίγουρα από τις συμβουλές του μεγάλου δασκάλου της Εκκλησίας, του Ωριγένη.

Αλλά μ΄ αυτόν τον τρόπο και η ελληνική παράδοση της φιλοσοφίας διασώθηκε από τον χριστιανισμό, λόγω της ανάγκης που είχε ο δεύτερος από την πρώτη. Εξάλλου oι δυο μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας, ο Βασίλειος ο Μέγας και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, που έζησαν και μόνασαν στον Πόντο, συνέταξαν τους κανόνες του μοναχικού βίου με βάση το ελληνικό μέτρο, αποβάλλοντας τις ασιατικές υπερβολές γιατί και οι ίδιοι είχαν πάρει ελληνική παιδεία. Οι κανόνες αυτοί αποτέλεσαν τα θεμέλια της μοναχικής ζωής στην Ανατολική Εκκλησία.Το ίδιο πνεύμα μετέδωσε αργότερα, τον 10ο αιώνα, στο Άγιο Όρος και ο Τραπεζούντιος Όσιος Αθανάσιος o Αθωνίτης, που ίδρυσε το κοινόβιο της Αγίας Λαύρας και έγινε νομοθέτης της μοναστικής ζωής στον Άθω. 

Ωστόσο, για να γυρίσουμε πίσω τον 3ο ή αρχές του 4ου αιώνα στον Πόντο και σ΄ όλη τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, η πάλη του εθνικισμού και της ειδωλολατρίας με το χριστιανισμό πήρε οξεία μορφή και προκάλεσε αναρίθμητα δεινά στους πιστούς της νέας θρησκείας. Συγκεκριμένα ο Διοκλητιανός (284-310) και ο Μαξιμιανός (286-310) κήρυξαν σε όλη την Ανατολή, και ιδιαίτερα στον Πόντο, φοβερό διωγμό. Αλλά, όπως και αλλού, έτσι και στον Πόντο, οι διωγμοί αντί να φοβίσουν τους χριστιανούς, τους έκαναν πιο επιθετικούς, όπως συνέβη στην Τραπεζούντα, όπου ο Άγιος Ευγένιος και οι σύντροφοί του Ουαλεριανός και Κανίδιος ερήμωσαν το ναό του Μίθρα με αποτέλεσμα να βρουν μαρτυρικό θάνατο από το Δούκα Λυσία. Τον ίδιο καιρό σφαγιάσθηκαν και οι σαράντα μάρτυρες της Σεβάστειας.

Tους διωγμούς ακολούθησε η αναγνώριση της χριστιανικής θρησκείας από το Μέγα Κωνσταντίνο. Στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο που συγκλήθηκε από τον αυτοκράτορα το 325 στη Νίκαια, πήρε μέρος ο επίσκοπος Τραπεζούντας Δόμνος, μαζί με πέντε άλλους επισκόπους των εκκλησιών Αμάσειας, Κομάνων, Ζήλων, Νεοκαισάρειας και Πιτυούντας.

Κατά τα τέλη του 4ου αιώνα ιδρύθηκε το μεγάλο μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά σ΄ ένα βουνό της περιοχής Τραπεζούντας. Το ίδρυσαν δυο καλόγεροι από την Αθήνα, ο Βαρνάβας και ο Σοφρώνιος που πήγαν στον Πόντο παρακινημένοι από ένα όνειρο που είδαν. 

Η παράδοση λέει ότι η εικόνα της Παναγίας Σουμελά ήταν ζωγραφισμένη από τον ευαγγελιστή Λουκά και πριν τοποθετηθεί από τους δυο μοναχούς στο όρος Μελά (εξού και Σουμελά) της Τραπεζούντας, βρισκόταν στην Αθήνα, γι αυτό και λεγόταν αρχικά Παναγία Αθηνιώτισσα. Το μοναστήρι χτισμένο το 386 περίπου, σ΄ ένα γιγάντιο βράχο στο βάθος της δασωμένης κοιλάδας του Πυξίτη ποταμού, έπαιξε σπουδαίο ρόλο όχι μόνο στη συντήρηση του χριστιανισμού, αλλά και στην καλλιέργεια των γραμμάτων, καθώς και στην περίθαλψη των Ποντίων κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας. 

Στο γειτονικό ορεινό όγκο του Βαζελώνα, δυτικά από το βουνό Μελά, υπήρχε το μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, η Ιερά Μονή Βαζελών ή Ζαβουλών, όπως λεγόταν. Η παράδοση λεει ότι χτίστηκε το έτος 270. Τον 6ο αιώνα καταστράφηκε από τους Πέρσες, αλλά ξαναχτίστηκε με δαπάνες του Ιουστινιανού και με φροντίδα του στρατηγού του Βελισσάριου. Το τρίτο σπουδαίο μοναστήρι του Πόντου, η μονή του Αγίου Γεωργίου του Περιστερεώτα ή Περιστερά, όπως τον ονόμαζαν, χτίστηκε πολύ αργότερα, το έτος 752. Σημαντικά ήταν και τα μοναστήρια της περιοχής Χαλδίας (Αργυρούπολης), όπως ο Άγιος Γεώργιος Χαλιναράς, η Παναγία Γουμερά και το σπουδαιότερο απ΄ όλα, του Αγίου Γεωργίου Χουτουρά, το οποίο ιδρύθηκε το 14ο αιώνα από τον Αλέξιο Γ΄ Κομνηνό.

Το 680 σε σύνοδο της Κωνσταντινούπολης επί Κωνσταντίνου Δ΄ Πωγωνάτου, αναφέρεται ότι προεδρεύει ο επίσκοπος Τραπεζούντας Θεόδωρος, ενώ ο επίσκοπος της ίδιας πόλης Χριστόφορος προεδρεύει στη Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδο που συνήλθε στη Νίκαια το 787 εναντίον των εικονομάχων. Και στη συνέχεια ο επίσκοπος Τραπεζούντας Νήφων προεδρεύει στη σύνοδο του 1351 που καταδικάζει τους οπαδούς του Βαρλαάμ, ενώ ο Θεοδόσιος, με τον τίτλο "υπέρτιμος και έξαρχος πάσης Λαζικής", προεδρεύει στη σύνοδο του 1370. Ακολουθούν άλλοι δυο Τραπεζούντιοι που διακρίθηκαν, ο Ιλαρίων που προεδρεύει στη Σύνοδο της Κωνσταντινούπολης το 1394 και ο Ακρόθεος που προεδρεύει στις Συνόδους της Φερράρας το 1438 και της Φλωρεντίας το 1439 για την ένωση της Ανατολικής με τη Δυτική Εκκλησία.

Ας σημειωθεί ότι έπειτα από τις γνωστές συζητήσεις και την αποδοχή της επίμαχης φράσης "και εκ του Υιού", σχηματίζεται επιτροπή από τον Δωρόθεο Τραπεζούντας, τον Ισίδωρο Κιέβου ή Ρωσίας, τον Πόντιο Βησσαρίωνα Νικαίας και το Δωρόθεο Μυτιλήνης, η οποία πηγαίνει στις 10 Ιουνίου 1493 στον Πάπα, να συζητήσει για τα υπόλοιπα ζητήματα, δηλ. το καθαρτήριο πυρ και την αρχή της πρώτης καθέδρας, για το ένζυμο και άζυμο του άρτου, καθώς και για τον καθαγιασμό των τιμίων δώρων στη λειτουργία, για τα οποία ζητήματα τελικά δεν κατορθώθηκε συμφωνία, μολονότι η Κωνσταντινούπολη κινδύνεψε από τους Τούρκους.Από όλα τα παραπάνω καταφαίνεται ότι οι μητροπολίτες του Πόντου και ιδιαίτερα της Νεοκαισάρειας και της Τραπεζούντας έπαιξαν πρωτεύοντα ρόλο στα οικουμενικά ζητήματα της Ανατολικής Εκκλησίας και της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. 

Αλλά και οι άλλοι μητροπολίτες, που δεν αξιώθηκαν να προεδρεύσουν σε οικουμενικές ή τοπικές συνόδους, αφιέρωσαν τη δύναμη και τη ζωή τους στο θρησκευτικό τους έργο και πολλοί από αυτούς διακρίθηκαν, σε διάφορες περιστάσεις, σε ειρηνικούς και πολεμικούς αγώνες. Λόγου χάρη αναφέρεται σε μια επιγραφή της Τραπεζούντας του 542 η υπεύθυνη φροντίδα και επιμέλεια για την ανανέωση δημοσίων κτισμάτων που έγινε, με ανάθεση του Ιουστινιανού, από τον Επίσκοπο Ειρηναίο :"Εν ονόματι του δεσπότου ημών Ιησού Χριστού Θεούημών (ο) Αυτοκράτωρ Καίσαρ, Φλάβιος, Ιουστινιανός, Αλαμανικός, Γοτθικός, Φραγκικός, Αλανικός, Ουανδαλικός. Αφρικανός, Ευσεβής, Ευτυχής,Ένδοξος,Νικητής , Τροπαιούχος, Αεισέβαστος, Αύγουστος,ανανέωσε εν φιλοτιμία τα δημόσια κτίσματα της πόλεως, σπουδή και επιμελεία Ειρηναίου Θεοφιλεστάτου".

Στα νεότερα χρόνια μορφές που κόσμησαν τις μητροπόλεις του Πόντου ήταν ο Χρύσανθος Τραπεζούντας και μετ΄ έπειτα Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος, ο Γερμανός Καραβαγγέλης Μητροπολίτης Αμάσειας (25η Μαρτίου 1908), προερχόμενος από την Μητρόπολη Καστοριάς όπου έδρασε για 7 περίπου χρόνια κατά το Μακεδονικό Αγώνα, και εδιώχθη κατ΄ απαίτηση του Μέγα Βεζύρη Φερήτ Πασά. Αλλά και στην Αμάσεια συνέχισε το εθνικό του έργο, οργανώνοντας την εκπαίδευση, τη διοίκηση και τη μέριμνα των απόρων.

Το 1914 όταν ξέσπασε ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος και αρχίζοντας οι Νεότουρκοι τη γενοκτονία των Αρμενίων οργάνωσε σχέδιο σωτηρίας των παιδιών, που διαμοιράσθησαν σε ποντιακές οικογένειες και τα μεγαλύτερα εξ αυτών εστάλησαν στα βουνά του Πόντου όπου ανθούσε το αντάρτικο κίνημα για την αυτοδιάθεση του Πόντου.

Το 1916 όταν άρχισε η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, παρεμβαίνοντας τόσο προς την υψηλή πύλη, όσο και προς τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, έσωσε χιλιάδες κατοίκων από σφαγή. Παράλληλα, δε σταμάτησε ποτέ να χρηματοδοτεί και να ενισχύει τα αντάρτικα σώματα του Πόντου.

Τμήμα σύνταξης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα σχόλια σας θα πρέπει να αναφέρονται στη συγκεκριμένη ανάρτηση και να διατυπώνονται κόσμια ακόμα και αν διαφωνείτε.

Παρακαλούμε να χρησιμοποιείτε ελληνικούς χαρακτήρες.